Οι πρόσφατες δηλώσεις της Ντόρας Μπακογιάννη «περί μη σχολιασμού σε δηλώσεις άλλων», άφησαν μόνο μια πικρή γεύση στον απλό ψηφοφόρο της παράταξης, που στην συντριπτική του πλειοψηφία, και πέρα από την επιλογή του στις εσωκομματικές εκλογές, εξέλαβε τη συγκεκριμένη έκφραση, ως κίνηση απαξίωσης του νέου αρχηγού και υποβάθμισης του ρόλου και των λεγομένων του. Άλλωστε η δήλωση έγινε σε ερώτηση σχετικά με τη διοικητική μεταρρύθμιση την οποία η ΝΔ είχε ξεκινήσει, αλλά σήμερα ορθώς διατηρεί επιφυλάξεις για το σχεδιασμό, τη χρηματοδότηση και τη βιασύνη με την οποία το ΠΑΣΟΚ πρόστρεξε να ανοίξει το θέμα, και μάλιστα όταν η ίδια λίγο πριν είχε εύστοχα αναφερθεί στην έλλειψη συνολικότερου σχεδίου της κυβέρνησης, πλήρως εναρμονισμένη με τις επίσημες δηλώσεις του κόμματος. Χθες κύκλοι της προσπάθησαν να κατευνάσουν τις λογικές αντιδράσεις, με κάπως θολές δικαιολογίες περί τυχαίου συνειρμού, οι οποίες δυστυχώς μάλλον υποτιμούν μερικώς και την νοημοσύνη της ιδίας.
Επιτρέψτε μου μια σχετικά σύντομη αναφορά στην ψυχολογική διαταραχή του μετατραυματικού στρες και στη συνέχεια θα δούμε πως έστω και μια ήπια μορφή ή μια παραλλαγή της, μπορεί να έχει και πολιτικές παρενέργειες. Προκαλείται ύστερα από μια πολύ τραυματική εμπειρία που είτε απείλησε τη σωματική ακεραιότητα (κακοποίηση δικιά μας ή πολύ κοντινού μας ατόμου) είτε μας συγκλόνισε συναισθηματικά (φυσικές καταστροφές, πόλεμος) κι οι συνεχείς αναδρομές στο γεγονός οδηγούν σε συναισθήματα θυμού, φόβου, ενοχής, έλλειψης ελπίδας, σύγχυση, σωματικό πόνο, διαπροσωπικές διαταραχές (απομόνωση, τάση επίκρισης ή πλήρους ελέγχου). Μεταξύ των επιρρεπών σε αυτή τη διαταραχή ατόμων βρίσκονται και όσοι προέρχονται από περιβάλλον που τους προκαλεί ενοχές, στίγμα και μίσος προς τον εαυτό τους ή βιώνουν μια υποκειμενική αίσθηση υπευθυνότητας και προδοσίας (συγκρατείστε αυτή την αναφορά). Όσο για τη θεραπεία, έχει αποδειχθεί ότι το καλύτερο γιατρικό παραμένει η στήριξη από το περιβάλλον, η σταδιακή αποδοχή της κατάστασης και η αναζήτηση ελπίδας και νέων στόχων.
Η Μπακογιάννη, μεγάλωσε μέσα σε μια ισχυρή πολιτική οικογένεια, με αμφιλεγόμενη ιστορία, κι ως πρωτότοκη αποτέλεσε άτυπα, ιδιαίτερα για την Ελληνική κοινωνία των δεκαετιών του ‘60 και του ΄70, τον υιό που θεωρητικά θα έπρεπε να αναλάβει τα ηνία της εκπροσώπησης της οικογένειας τις επόμενες δεκαετίες, μια αρκετά φυσική κατάσταση στην Ελλάδα της οικογενειοκρατίας με πάμπολλα άλλα ανάλογα παραδείγματα από όλο το πολιτικό φάσμα. Βρέθηκε από 35 χρονών, απρόσμενα λόγω του τραγικού χαμού του Π.Μπακογιάννη, στο επίκεντρο του πολιτικού παιχνιδιού, χωρίς να έχει προλάβει να επιδείξει ξεχωριστές ακαδημαϊκές, επαγγελματικές και κοινωνικές επιτυχίες (επίσης μια ισχυρή παράδοση του πολιτικού μας σκηνικού), και σε λίγα χρόνια βρέθηκε να διεκδικεί την αρχηγία την παράταξης (θυμόμαστε, την αρχική της πρόθεση το 1996 και την τελική απόσυρση, στηρίζοντας τον Γ.Σουφλιά).
Ακολούθησε μια δωδεκαετή πορεία όπου προσπάθησε να επιδείξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κομματική νομιμοφροσύνη στην καθοδήγηση και τις πολιτικές επιλογές του Κ.Καραμανλή, διανύοντας μια πορεία με ανάληψη σημαντικών κομματικών, αυτοδιοικητικών και κυβερνητικών θέσεων, στις οποίες άλλοτε λιγότερο κι άλλοτε περισσότερο είχε μια αξιοπρεπή πορεία, χωρίς όμως την ανάληψη των πολιτικών ρίσκων και των πρωτοβουλιών που αναδεικνύουν τις ξεχωριστές ηγετικές φυσιογνωμίες (άλλωστε εξαιρετικά λίγες ήταν αυτές οι προσωπικότητες στην νεώτερη ιστορία του τόπου μας), προφυλάσσοντας τον εαυτό της από επιλογές που θα μπορούσαν να τις αφαιρέσουν τη σχεδόν βεβαιότητα για την εκλογή της στη θέση του επόμενου προέδρου της ΝΔ.
Ερχόμαστε λοιπόν στο σήμερα αλλά και το αύριο της παράταξης και του ρόλου που η ίδια επιφυλάσσει στον εαυτό της. Μετά από μια σκληρή εσωκομματική μάχη, φορτισμένη λόγω της ιδιαιτερότητας των σχέσεων της οικογενείας της με τον έτερο βασικό διεκδικητή, και μετά την αλλαγή της διαδικασίας με το πρωτόγνωρο άνοιγμα στην πλατιά, λαϊκή βάση της παράταξης και την πρωτοφανή αθρόα συμμετοχή των πολιτών, ήρθε το εντελώς απρόσμενο, ιδιαίτερα για την ίδια, εκλογικό αποτέλεσμα της ξεκάθαρης ήττας που είναι λογικό να αποτέλεσε λαμβανομένων υπόψη, όλων των προαναφερθέντων στοιχείων, ένα σοκ με φυσικό επακόλουθο μια ήπια κατάσταση μετατραυματικού στρες (υπό αυτές της συνθήκες στον οποιοδήποτε θα συνέβαινε). Όταν προδιαγράφεις μια πορεία, την οποία σχεδιάζεις στρατηγικά πολύ καλά επί χρόνια, η μη επίτευξη του στόχου σε αυτό μάλιστα το επίπεδο και με απότομη ανατροπή δεδομένων, προφανώς θα δημιουργήσει πολλές από τις αντιδράσεις και τα συναισθήματα που αναφέραμε, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε τα στοιχεία του στίγματος (αμφιλεγόμενη πολιτική πορεία του πατέρα της) και της προδοσίας (μη ένθερμη στήριξη του περιβάλλοντος Καραμανλή). Όλα αυτά λοιπόν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν και να μας κάνουν να κατανοήσουμε τα κίνητρα της αρχικής της στάση (απομόνωση, πολιτική αποστασιοποίηση ακόμα και την άκομψη απόρριψη της θέσης που της προτάθηκε).
Η περίοδος της προσωπικής ευτυχίας ή της θλίψης από το εκλογικό αποτέλεσμα πρέπει να ολοκληρωθεί και στόχος όλων να αποτελέσει η δυναμική, υπεύθυνη αντιπολίτευση στην κυβέρνηση και η δημοκρατική ανασυγκρότηση του κόμματος, οπότε οι όποιες από εδώ και πέρα δηλώσεις, κινήσεις, πρωτοβουλίες θα κριθούν υπό καινούριο πρίσμα. Σε αυτό το πλαίσιο η Μπακογιάννη είναι υποχρεωμένη να παίξει ένα δημιουργικό ρόλο με έκφραση συγκροτημένης άποψης στα κομματικά όργανα και ανάδειξης των ιδεών. Εάν όμως επιλέξει αντίθετη πορεία, με συνεχείς εύσχημες διαφοροποιήσεις, λεκτικά και υφολογικά υπονοούμενα αμφισβήτησης του προέδρου, η ανάδειξη κλίματος διαφωνιών μέσω κύκλων της, φοβάμαι ότι μαθηματικά θα οδηγηθεί στην αυτοπεριθωριοποίηση. Η επένδυση στη λογική της «παρένθεσης Σαμαρά» μέσω της ήττας στις επόμενες εκλογές, είναι το λάθος μονοπάτι για την εξεύρεση νέας προσωπικής ελπίδας μετά το εκλογικό σοκ. Πιθανότατα δεν αποκωδικοποίησε το ισχυρό μήνυμα των εκλογών (αντίδραση σε οικογενειοκρατία & μηχανισμούς, ανάγκη ανάδειξης των παραδοσιακών αξιών μας), ούτε μελέτησε ενδελεχώς τις μελλοντικές πολιτικές συγκυρίες. Ακόμα κι αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της, η αμφισβήτηση στον Πρόεδρο είναι μάλλον ουτοπική, αλλά και αδύνατο να αναμένει τη δική της επιστροφή, όταν θα είναι προδήλως αντιληπτό ότι συνετέλεσε καίρια στην αποτυχία. Ας ψάξει την θεμιτή προσωπική της ελπίδα αλλού, αν η πολιτική σκηνή δεν έχει να τις προσφέρει άλλες συγκινήσεις και ρόλους που να την καλύπτουν, όπως πχ στο διεθνές επίπεδο (Ε.Ε, ΟΗΕ), σε μη κυβερνητικές οργανώσεις (περίπτωση Αλ Γκορ με το περιβάλλον), ίσως σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Αν επιμείνει στην αρχική επιλογή, είναι πιθανό ένα δεύτερο σοκ, απαξίωσης στις καρδιές των πολιτών, αναξιοπιστίας, περιθωριοποίησης.
Το «σφουγγάρι» που επικαλέστηκε ο Αντώνης Σαμαράς, είναι ικανό να σβήσει σχεδόν ολοκληρωτικά τα μέχρι τώρα γραφόμενα στον πολιτικό πίνακα. Δεν μπορεί όμως να επουλώσει τις ρωγμές, τις σχισμές στον πίνακα. Αν δεν υπάρξει ειλικρινής θέληση συνεργασίας σε κοινούς στόχους, δεν αποκλείεται να πρέπει να αλλαχθεί ο πίνακας και τότε ίσως οι παλιές κιμωλίες να μην είναι ικανές ούτε καν να γράψουν στο νέο καμβά.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Εκπληκτικό άρθρο...! Συνέχισε να γράφεις και πιο συχνά αν γίνεται!
Σ΄ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Μακάρι να μπορούσα να γράφω συχνότερα, αλλά προς το παρόν ο διαθέσιμος χρόνος για την ενασχόληση με το σχολιασμό είναι αρκετά περιοριμένος. Πάντως όπως έλεγαν και οι σοφοί πρόγονοι μας "ουκ εν τω πολλώ το ευ".
Πολύ ωραίο άρθρο Κωνσταντίνε, ΜΠΡΑΒΟ!!
Συμφωνώ επίσης και στο "ΟΥΚ ΕΝ ΤΩ ΠΟΛΛΩ ΤΩ ΕΥ"!!
Καλύτερα λιγότερο και πιο ποιοτικό υλικό και σε σωστές δόσεις πάντα!!
Κι απο την ταπεινότητά μου, συγχαρητήρια για το άρθρο σας Κ.Μανίκα. Τώρα που σας βρήκα θα σας διαβάζω ανελλιπώς.