Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Συνήθως όταν ακούς για διαρροές συνομιλιών δημοσίων προσώπων το μυαλό σου θα πρέπει να υποθέσει ή ότι κάποιοι είναι τόσο ηλίθιοι που δεν μπορούν να προστατεύσουν το απόρρητο των ιδιωτικών συζητήσεων τους ή ότι κάποιοι είναι τόσο έξυπνοι που επιτρέπουν, αν όχι μεθοδικά σχεδιάζουν, την δημοσίευση προσωπικών ψιθύρων. Στις περιπτώσεις που ισχύει το δεύτερο, ο σκοπός θα είναι είτε το “κάψιμο” μιας εξέλιξης μέσω του ειδησεογραφικού αποδεκατισμού της ή ο εθισμός του κοινού σε ένα γεγονός ώστε να καμφθούν αντιστάσεις και να γίνει πιο εύκολα αποδεκτό όταν πραγματοποιηθεί.
Οι διάλογοι Τόμσεν–Βελκουλέσκου γύρω από την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος δεν μπορεί παρά να είναι ένα μνημείο της δεύτερης περίπτωσης κι όχι μια απερίσκεπτη διαφυγή πληροφοριών. Άλλωστε η ουσία αυτού που ειπώθηκε δεν ήταν τίποτα άλλο από την επιβεβαίωση ότι με βάση την περσινή εμπειρία, όπου η ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε την υπογραφή μιας συμφωνίας όταν βρέθηκε υπό την πραγματική απειλή εξόδου από την Ευρωζώνη, ίσως ο πιο ασφαλής τρόπος να ολοκληρωθεί επιτέλους η αξιολόγηση δεν είναι οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις αλλά η χρήση μιας αντίστοιχα εκβιαστικής υπόθεσης.
Πρόκειται απλώς για μια αφελή δήλωση, πρόθεσης δημιουργίας συνθηκών ασφυξίας; Μιλάμε για την αποτύπωση μιας πραγματικότητας στηριζόμενη στην έως τώρα πρακτική των συνεχών καθυστερήσεων και της δημιουργικής ασάφειας από την ελληνική κυβέρνηση; Ή μήπως αφορά μια δομημένη, κοινή προσπάθεια εγχώριων και διεθνών κύκλων ώστε να καταλήξουμε στην ευκταία αποδέσμευση της Ε.Ε. από τον βραχνά του ΔΝΤ;
Αν δεχτούμε την πρώτη εκδοχή (κατά τη γνώμη μου, πολύ επίπεδη και επιφανειακή) ο Τσίπρας δεν έχει να κερδίσει κάτι παραπάνω από μερικά ψήγματα επικοινωνιακής διαχείρισης που θα εξαντληθούν μόλις ψηφιστούν τα νέα σκληρά μέτρα. Αν όμως προσχωρήσουμε στο δεύτερο σενάριο θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν πρόκειται για δώρο με αμοιβαία οφέλη για την κυβέρνηση και το ΔΝΤ ή για κατάρα που θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα.
Αν το ΔΝΤ έχει αποφασίσει να αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραμμα, είτε λόγω των ελληνικών παλιμπαιδισμών, είτε λόγω της Ευρωπαϊκής διάθεσης αυτόνομης διαχείρισης του προβλήματος στα πλαίσια της εντατικοποίησης της ποσοτικής χαλάρωσης, της αναπτυξιακής ενίσχυσης και των διοικητικών αλλαγών που ξεκινούν με την παραχώρηση επιμέρους ειδικών συνθηκών για την Μεγάλη Βρετανία, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για την εξαγορά της δανειακής συνεισφοράς του ΔΝΤ και της μεταφοράς του στον ESM όπου τελικά θα επιμηκυνθεί και θα χρεωθεί με μικρότερα επιτόκια
Αυτό θα ήταν ένα δωράκι στον Τσίπρα που θα επιχειρούσε να παρουσιαστεί ως ο άνθρωπος που έδιωξε το ΔΝΤ (όπως προμήνυε με άτσαλο, σχεδόν γραφικό τρόπο και η δήλωση Καμμένου για έξοδο από… τα μνημόνια!). Κάτι που ήταν έτοιμος να ολοκληρώσει κι ο Σαμαράς στα τέλη του 2014 αν δεν προέκυπτε η ανατροπή της κυβέρνησης του εξαιτίας της Προεδρικής εκλογής.
Αν όμως ο Τόμσεν ήθελε μόνο να υπενθυμίσει τον κομβικό ρόλο του ΔΝΤ στην όλη διαδικασία για να παρακινήσει την Ε.Ε. και την Ελλάδα, ώστε να κλείσει το συντομότερο την αξιολόγηση υπό την δαμόκλειο σπάθη ενός Grexit, τότε πρόκειται για μια κατάρα που δεν αποκλείει τις χειρότερες εξελίξεις. Από τις διαθέσεις του Τσίπρα θα εξαρτηθεί αν θα ανοίξει ένα πιθανό δώρο ή θα επιλέξει μια αυτοκαταστροφική κατάρα…
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Θα ήταν τουλάχιστο γραφικό να αρνηθεί κάποιος ότι το ψέμα δεν είναι πολύτιμο εργαλείο της πολιτικής διαχείρισης. Η υπόσχεση, η προσδοκία, το συναισθηματικό κίνητρο ακόμη και του ακατάληπτου είναι απαραίτητο σύνεργο επικοινωνιακής διευθέτησης και καθοδήγησης των ανθρωπίνων επιλογών, ειδικά των συλλογικών. Το πρόβλημα ξεκινά όταν το ψέμα παύει να είναι ένα από τα πολλά στοιχεία ενός πολυπαραγοντικού παιχνιδιού αλλά μετατρέπεται σε αυτοσκοπό και αυτεξούσιο υποκινητή κάθε ενέργειας.
Τα μεγαλύτερα πολιτικά ψέματα έχουν ειπωθεί μέσα από την επικάλυψη μιας μεγάλης αλήθειας που διαστρεβλώνεται, αλλοιώνεται, σχηματοποιείται έτσι ώστε να χωράει στις απαιτήσεις της εκάστοτε συγκυρίας. Η μεταπολίτευση, η κοινωνική αλλαγή, ο εκσυγχρονισμός, οι μεταρρυθμίσεις, η νέα μεταπολίτευση αποτέλεσαν, καθεμιά στην εποχή της, το όχημα για την άρθρωση των πιο γενικόλογων “θέλω” που υπέκρυπταν το μεγαλύτερο ψέμα κάτω από το πλούσιο ένδυμα μιας μεγάλης δομικής αλήθειας.
Η πολυεπίπεδη κρίση ανέδειξε στην ολότητα τους τα όρια του λαϊκισμού και τις γενεσιουργές αιτίες του. Η έλλειψη παιδείας, η μάστιγα της αυτοθυματοποίησης, ο ομφάλιος λώρος του ρουσφετιού είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου μιας σειράς λόγων που εξέθρεψαν και γιγάντωσαν το φαινόμενο επί δεκαετίες. Ένα παιχνίδι αμοιβαίων εξαπατήσεων, ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό και τους ψηφοφόρους του, που συντηρούσε την μυθοπλασία μιας νέας μεγάλης ανατροπής.
Η σημερινή κυβέρνηση αποτελεί το αποκορύφωμα της λαϊκίστικης ψευδολογίας, όχι αποκλειστικά για το εξόφθαλμα υπερφίαλο των προεκλογικών εξαγγελιών της αλλά για το γεγονός ότι σε μια περίοδο που κάθε λάθος κίνηση προκαλεί πολλαπλό κόστος επέλεξε συνειδητά να επενδύσει στην διαρκή δημιουργική ασάφεια και την ταξική αντιπαράθεση. Οι πιο επώδυνες επιλογές προωθούνται χωρίς πλήρη αποσαφήνιση, με διασταλτικές ιδεοληπτικές ερμηνείες και μπόλικες τοξικές δόσεις φθόνου για τον πλούτο και την δημιουργική επιτυχία όταν αυτή δεν καθηλώνεται σε συναισθηματικά διαχειρίσιμα ύψη, για τις πλατιές λαϊκές μάζες, διαρρέοντας οριζόντια όλους τους πολιτικούς χώρους.
Είναι ακόμα θολό το τοπίο για το αν επιτέλους αγγίξαμε τον μεταπολιτευτικό πάτο κι ήρθε η ώρα για μια αντίστροφη αναγεννητική πορεία αλλά ο ιστορικός του μέλλοντος που θα αξιολογήσει την συνεισφορά κάθε περιόδου είναι σίγουρο ότι θα καταγράψει αυτή την κυβερνητική θητεία ως το αποκορύφωμα της ψευδολογίας, της ανακολουθίας και της εξαπάτησης. Το απαύγασμα της ηθικής απαξίωσης και της αναξιοπρέπειας με την επίφαση ενός ψευδεπίγραφου αγώνα κατά του εγχώριου και διεθνούς κατεστημένου.
Ας τους ευχηθούμε λοιπόν, για την επέτειο της Πρωταπριλιάς, χρόνια λίγα και όσο το δυνατόν λιγότερο επιβλαβή για την χώρα. Όσο ακόμη υπάρχει περιθώριο ανάσχεσης της ζημιάς. Ας ευχηθούμε αντίστοιχα και χρόνια λίγα στο σπόρο του ψέματος που φωλιάζει μέσα μας κι αναζητεί με λαιμαργία το νερό του πολιτικαντισμού ως αποτελεσματικό τρόπο συντήρησης των ανασφαλειών μας.