Ο Αντώνης Σαμαράς με τις πρόσφατες ανακοινώσεις του για την ανάγκη να διαβεί η κοινωνίας μας στο επόμενο επίπεδο δημοκρατικής, κοινωνικής και πολιτικής εξέλιξης, κήρυξε ουσιαστικά την έναρξη της Νέας Μεταπολίτευσης. Έδωσε όμως ταυτόχρονα και επίσημα το έναυσμα για την μετεξέλιξη της Νέας Δημοκρατίας στην σύγχρονη, δημοκρατική πατριωτική, οικονομικά φιλελεύθερη και κοινωνικά ευαίσθητη παράταξη που έχει ανάγκη η νέα εποχή που ανοίγεται μπροστά μας.
Κάποιοι θα θέσουν τις αντιρρήσεις τους για την πρωτοτυπία του εγχειρήματος, φέροντας ως παράδειγμα τον σοσιαλδημοκρατικό επαναπροσδιορισμό του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη και την πρόσφατη «πράσινη» στροφή με δόσεις συμμετοχικής δημοκρατίας του Γ.Παπανδρέου (αφού βέβαια πρώτα προσέγγισε πρόσκαιρα το Σκανδιναβικό μοντέλο, χωρίς τελικά να προχωρήσει απόλυτα σε αυτό, αφού συνειδητοποίησε ότι η υψηλή φορολογία που συνεπάγονταν, η διαφορετική διάρθρωση των αγορών και η νοοτροπία των πολιτών, δεν συνάδουν ιδιαίτερα με την επικρατούσα σύγχρονη Ελληνική «κοσμοθεωρία»).
Η κεφαλαιώδης βέβαια διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι η ΝΔ δεν παρέκκλινε ποτέ του κεντρικού πυρήνα των αξιών και ιδεολογικών της καταβολών όπως αυτές διεκηρύχθησαν από τον ιδρυτή της Κ.Καραμανλή. Ίσως ανά ιστορική περίοδο και συγκεκριμένων ανά περίπτωση κοινωνικών αναγκών να προσάρμοσε τη «δοσολογία» και το εύρος κάποιων πολιτικών, δεν απώλεσε όμως ποτέ το επίκεντρο της φιλοσοφίας της.
Το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, ξεκίνησε το 1974 ως ένας πολιτικός χώρος που άγγιξε τα όρια του τροτσκισμού, έχοντας όμως στο τιμόνι του έναν πανέξυπνο, ικανό πολιτικό διαχειριστή όπως ο Α.Παπανδρέου, ταχύτατα μετουσιώθηκε σε κυρίαρχο κοινωνικό ρεύμα, εκφράζοντας πλατιά λαϊκά στρώματα, πολλές φορές ετερόκλητα στα κίνητρα και τους στόχους τους, που μοιράζονταν όμως κάποια κοινά ψυχολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά που ένας οξυδερκής πολιτικός όπως ο Παπανδρέου μπόρεσε με επιδεξιότητα να καταγράψει και με περισσή διορατικότητα να χειριστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μετατρέψει αυτά τα ένστικτα σε συναισθηματική παρόρμηση και σταδιακά σε κατάσταση δυναμικής εγρήγορσης. Στρώματα που προέρχονταν κυρίως από τον ευρύτερο κεντροαριστερό πόλο, που είδαν στην αστική επαναστατικότητα του ΠΑΣΟΚ, τη δυνατότητα απενοχοποίησης από καταπιεστικά σύνδρομα του παρελθόντος και τη δυνατότητα άσκησης εξουσίας συντηρώντας ταυτόχρονα ακέραιη στο συναισθηματικό τους υπογάστριο την επίπλαστη πρόφαση των αριστερών καταβολών, ως άλλοθι απέναντι στην προφανή αστική, καπιταλιστική διαχείριση ενός στέρεα διαμορφωμένου συστήματος, το οποίο στην πορεία τους απορρόφησε σχεδόν ολοκληρωτικά.
Ο Α.Παπανδρέου κατόρθωσε μετά από μια μοναδικά επιτυχημένη, ενδελεχή ανάλυση της Ελληνικής νοοτροπίας, των απωθημένων, των συναισθηματικών και ιδεολογικών αντιφάσεων μας, να προτείνει ένα μείγμα ιδεών και προτάσεων που εξέφραζαν την πλειοψηφία των Ελλήνων (είναι άλλωστε γνωστή η ανοχή που έδειξαν και οι «δεξιοί» πολίτες, στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ). Όσο κι αν συνήθως προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε από το πραγματικό μας προφίλ, σε σημαντικό ποσοστό οι σύγχρονοι Έλληνες, ίσως σε κάπως μικρότερο βαθμό σήμερα μετά την προσθήκη νεώτερων γενιών με άλλες προσλαμβάνουσες παραστάσεις, πιο πολύπλοκα πολιτισμικά και κοινωνικά ερεθίσματα, μερικώς διαφοροποιημένους στόχους ζωής, χαρακτηρίζονται από το αντιφατικό δίπολο του προσωπικού μεγαλοϊδεατισμού και του συνδρόμου της αθωότητας που καταλήγει στη μίζερη, φοβική ενοχοποίηση των γύρω μας (σε στενό, προσωπικό αλλά και ευρύτερο διεθνές επίπεδο).
Ο θεμιτός και απολύτως λογικός εγωισμός ενός λαού με αυτή την διαχρονική, ανυπέρβλητη ιστορία και τον μοναδικό, κεφαλαιώδη για την εξέλιξη του Δυτικού κόσμου, πολιτισμό, έχει εγγράψει στα γονίδια μας έναν ισχυρό κώδικα υπερβατικού μεγαλοϊδεατισμού που μετατρέπει τον καθένα μας σε εν δυνάμει Μέγα Αλέξανδρο, φύση και θέση ηγέτη ικανό για το κορυφαίο αποτέλεσμα πολλές φορές ίσως και με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια. Από την άλλη η επανειλημμένη υποδούλωση και καταπίεση του λαού μας, έχει καλλιεργήσει ένα είδος μόνιμης κατηγορητικής τάσης απέναντι σε δυνάμεις του εγγύτερου ή ευρύτερου περιβάλλοντος μας, που επιβουλεύονται τα δίκαια μας κι επιθυμούν και κατορθώνουν να μας διατηρούν ανίσχυρους και σε περιορισμένο πεδίο ενεργοποίησης (προσωπικό ή Εθνικό).
Κι εδώ ακριβώς εδράζεται η δημαγωγική ιδιοφυία του Α.Παπανδρέου που κατέγραψε ευκρινώς και εκμεταλλεύτηκε επιτυχώς, για την πολιτική επιτυχία του χώρου του, αυτά τα βασικά ψυχολογικά χαρακτηριστικά. Όπως βέβαια αποδείχθηκε στην πορεία της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ, αυτή η προσέγγιση είχε εξαιρετικά περιορισμένα περιθώρια επιτυχούς άσκησης στα πλαίσια της κυβερνητικής διαχείρισης, αφού είναι εξαιρετική επικίνδυνη και επισφαλής η εξισορρόπηση των δυο αντίρροπων τάσεων. Από τη μια ο υπέρογκος, απρογραμμάτιστος δανεισμός με την πρόφαση της επίτευξης κοινωνικής συνοχής και άμβλυνσης των ανισοτήτων (μέσω απευθείας άκοπης ενίσχυσης ή κρατικού βολέματος, κι όχι μέσω αναβάθμισης και ανάπτυξης της οικονομίας), κι από την άλλη ο επιπόλαιος πατριωτισμός με αναφορές και συμμαχίες με ανένταχτες, περιφερειακές δυνάμεις, επέτειναν τα δομικά στοιχεία της νοοτροπίας μας, σε μια εποχή μάλιστα που οι διεθνείς εξελίξεις έδειχναν προς πιο φιλελεύθερες προσεγγίσεις και πιο ανοικτές κοινωνίες.
Η συνέχεια είναι σχετικά γνωστή. Στη δεύτερη τετραετία του ΠΑΣΟΚ εισήχθη η λογική της λιτότητας, που έκτοτε δεν μας εγκατέλειψε ποτέ, όπως άλλωστε και η προαναφερθείσα δημαγωγική προσέγγιση, αν και υπήρξαν προσπάθειες μερικής διαφοροποίησης που όμως αποδείχθηκαν ανίκανες να αντισταθούν στο συλλογικό υπερκομματικό ασυνείδητο, του υπερβατικού συνδρόμου της αθωότητας. Η περίοδος Σημίτη υπήρξε μια προσπάθεια ανατροπής του κλειστού, φοβικού, εθνοκεντρικού παρελθόντος του ΠΑΣΟΚ και προσαρμογής στα διεθνή πρότυπα της σοσιαλδημοκρατίας, το μικροκομματικό συμφέρον όμως και η φοβία απέναντι στο πολιτικό κόστος απέδειξαν ότι οι αντοχές απέναντι στον λαϊκισμό είναι εξαιρετικά ευαίσθητες κι ευάλωτες, καταλήγοντας από τη μία να χρησιμοποιούνται πλέον οι χρηματιστηριακές αγορές ως πεδίο αξιοποίησης του μεγαλοϊδεατισμού μας, κι από την άλλη με την πρόφαση των πιέσεων της Ε.Ε., τις αποφάσεις της οποίας επιλεκτικά ακολουθούμε, να συνεχίζουμε την ατέρμονη αντιαναπτυξιακή λογική με τις επακόλουθες κοινωνικές συνέπειες (που ούτε η μεγάλη ευκαιρία των Ολυμπιακών αγώνων κατάφερε πλήρως να υπερκεράσει).
Τα τελευταία χρόνια ο Γ.Παπανδρέου έδειξε να θέλει να επιχειρήσει μια ακόμα στροφή στην πορεία του ΠΑΣΟΚ, η οποία όμως όπως αποδεικνύει και η βραχύβια κυβερνητική του πορεία, ελάχιστη σχέση έχει με τα εξαγγελθέντα. Επιχείρησε μεν τη δημοκρατική αναγέννηση του κόμματος, αλλά αρχικά την χρησιμοποίησε καθαρά επικοινωνιακά για την δημαγωγική αυτοπροβολή και επιβεβαίωση του (ψηφοφορία του 2004, με έναν υποψήφιο, δυνατότητα ψήφου σε άτομα άνω των 16 ετών και προσχηματικό έλεγχο εγκυρότητας της διαδικασίας). Ακόμα και οι εσωκομματικές εκλογές του 2007, που διαδικαστικά τουλάχιστον υπήρξαν άρτιες, στηρίχθηκαν κυρίως στους συναισθηματικούς οικογενειοκρατικούς συνειρμούς και τις υποσυνείδητες αναπλάσεις παρελθόντων αναμνήσεων, παρά στην ικανότητα και το όραμα του ηγέτη.
Η ιδεολογική περιπλάνηση του κ.Παπανδρέου στα Σκανδιναβικά οικονομικά μοντέλα, αποδείχθηκε στην πορεία αρκετά δυσλειτουργική για τις Ελληνικές κατεστημένες αντιλήψεις και αρκετά επισφαλής για την εκλογική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ. Επήλθε λοιπόν ο λογικός, με όρους παρελθόντος, συμβιβασμός με την επιτυχημένη συνταγή του υπερβατικού συνδρόμου της αθωότητας. Λίγο η λογική της «καμένης» γη από τη ΝΔ, λίγο η πίεση των μονεταριστών, κοινωνικά αναίσθητων εταίρων μας και η επιτυχημένη συνταγή ανακύκλωσης των στερεότυπων, αναθέρμανε το συλλογικό μας σύνδρομο και άνοιξε το δρόμο προς της εξουσία για το ΠΑΣΟΚ, που χρησιμοποίησε και ένα περιτύλιγμα πράσινης ανάπτυξης για να δώσει μια οραματική επίφαση στο «ξαναζεσταμένο φαγητό».
Αυτή η πρακτική αποδεικνύει ή την έλλειψη ειλικρινών προθέσεων από τον κ.Παπανδρέου για ουσιαστική μετεξέλιξη της κοινωνίας μας και υπέρβαση του μεταπολιτευτικού σκεπτικού ή την πλήρη ανικανότητα του να παλέψει και να επιβάλλει στο χώρο του, μια διαφορετική αντίληψη για το μέλλον της οικονομίας και των πολιτών αυτού του τόπου. Αν συνεχίσει να πελαγοδρομεί ανάμεσα σε λαϊκιστικές κορώνες του παρελθόντος, αποτυχημένες κρατικιστικές συνταγές και επαμφοτερίζουσες σοσιαλδημοκρατικές οικονομικές προσεγγίσεις, η επιτυχία του εγχειρήματος του είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολη. Και το όραμα για μια πραγματική, εθνικά κι ιδεολογικά υπερήφανη, οικονομικά φιλελεύθερη και κοινωνικά ευαίσθητη Νέα Μεταπολίτευση, όπως την περιέγραψε ο Αντώνης Σαμαράς, θα προβάλει σύντομα, ως το μόνο φωτεινό μονοπάτι για την έξοδο από την χρόνια οικονομικοκοινωνική μας κρίση.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Κάποιοι θα θέσουν τις αντιρρήσεις τους για την πρωτοτυπία του εγχειρήματος, φέροντας ως παράδειγμα τον σοσιαλδημοκρατικό επαναπροσδιορισμό του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη και την πρόσφατη «πράσινη» στροφή με δόσεις συμμετοχικής δημοκρατίας του Γ.Παπανδρέου (αφού βέβαια πρώτα προσέγγισε πρόσκαιρα το Σκανδιναβικό μοντέλο, χωρίς τελικά να προχωρήσει απόλυτα σε αυτό, αφού συνειδητοποίησε ότι η υψηλή φορολογία που συνεπάγονταν, η διαφορετική διάρθρωση των αγορών και η νοοτροπία των πολιτών, δεν συνάδουν ιδιαίτερα με την επικρατούσα σύγχρονη Ελληνική «κοσμοθεωρία»).
Η κεφαλαιώδης βέβαια διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι η ΝΔ δεν παρέκκλινε ποτέ του κεντρικού πυρήνα των αξιών και ιδεολογικών της καταβολών όπως αυτές διεκηρύχθησαν από τον ιδρυτή της Κ.Καραμανλή. Ίσως ανά ιστορική περίοδο και συγκεκριμένων ανά περίπτωση κοινωνικών αναγκών να προσάρμοσε τη «δοσολογία» και το εύρος κάποιων πολιτικών, δεν απώλεσε όμως ποτέ το επίκεντρο της φιλοσοφίας της.
Το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, ξεκίνησε το 1974 ως ένας πολιτικός χώρος που άγγιξε τα όρια του τροτσκισμού, έχοντας όμως στο τιμόνι του έναν πανέξυπνο, ικανό πολιτικό διαχειριστή όπως ο Α.Παπανδρέου, ταχύτατα μετουσιώθηκε σε κυρίαρχο κοινωνικό ρεύμα, εκφράζοντας πλατιά λαϊκά στρώματα, πολλές φορές ετερόκλητα στα κίνητρα και τους στόχους τους, που μοιράζονταν όμως κάποια κοινά ψυχολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά που ένας οξυδερκής πολιτικός όπως ο Παπανδρέου μπόρεσε με επιδεξιότητα να καταγράψει και με περισσή διορατικότητα να χειριστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μετατρέψει αυτά τα ένστικτα σε συναισθηματική παρόρμηση και σταδιακά σε κατάσταση δυναμικής εγρήγορσης. Στρώματα που προέρχονταν κυρίως από τον ευρύτερο κεντροαριστερό πόλο, που είδαν στην αστική επαναστατικότητα του ΠΑΣΟΚ, τη δυνατότητα απενοχοποίησης από καταπιεστικά σύνδρομα του παρελθόντος και τη δυνατότητα άσκησης εξουσίας συντηρώντας ταυτόχρονα ακέραιη στο συναισθηματικό τους υπογάστριο την επίπλαστη πρόφαση των αριστερών καταβολών, ως άλλοθι απέναντι στην προφανή αστική, καπιταλιστική διαχείριση ενός στέρεα διαμορφωμένου συστήματος, το οποίο στην πορεία τους απορρόφησε σχεδόν ολοκληρωτικά.
Ο Α.Παπανδρέου κατόρθωσε μετά από μια μοναδικά επιτυχημένη, ενδελεχή ανάλυση της Ελληνικής νοοτροπίας, των απωθημένων, των συναισθηματικών και ιδεολογικών αντιφάσεων μας, να προτείνει ένα μείγμα ιδεών και προτάσεων που εξέφραζαν την πλειοψηφία των Ελλήνων (είναι άλλωστε γνωστή η ανοχή που έδειξαν και οι «δεξιοί» πολίτες, στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ). Όσο κι αν συνήθως προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε από το πραγματικό μας προφίλ, σε σημαντικό ποσοστό οι σύγχρονοι Έλληνες, ίσως σε κάπως μικρότερο βαθμό σήμερα μετά την προσθήκη νεώτερων γενιών με άλλες προσλαμβάνουσες παραστάσεις, πιο πολύπλοκα πολιτισμικά και κοινωνικά ερεθίσματα, μερικώς διαφοροποιημένους στόχους ζωής, χαρακτηρίζονται από το αντιφατικό δίπολο του προσωπικού μεγαλοϊδεατισμού και του συνδρόμου της αθωότητας που καταλήγει στη μίζερη, φοβική ενοχοποίηση των γύρω μας (σε στενό, προσωπικό αλλά και ευρύτερο διεθνές επίπεδο).
Ο θεμιτός και απολύτως λογικός εγωισμός ενός λαού με αυτή την διαχρονική, ανυπέρβλητη ιστορία και τον μοναδικό, κεφαλαιώδη για την εξέλιξη του Δυτικού κόσμου, πολιτισμό, έχει εγγράψει στα γονίδια μας έναν ισχυρό κώδικα υπερβατικού μεγαλοϊδεατισμού που μετατρέπει τον καθένα μας σε εν δυνάμει Μέγα Αλέξανδρο, φύση και θέση ηγέτη ικανό για το κορυφαίο αποτέλεσμα πολλές φορές ίσως και με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια. Από την άλλη η επανειλημμένη υποδούλωση και καταπίεση του λαού μας, έχει καλλιεργήσει ένα είδος μόνιμης κατηγορητικής τάσης απέναντι σε δυνάμεις του εγγύτερου ή ευρύτερου περιβάλλοντος μας, που επιβουλεύονται τα δίκαια μας κι επιθυμούν και κατορθώνουν να μας διατηρούν ανίσχυρους και σε περιορισμένο πεδίο ενεργοποίησης (προσωπικό ή Εθνικό).
Κι εδώ ακριβώς εδράζεται η δημαγωγική ιδιοφυία του Α.Παπανδρέου που κατέγραψε ευκρινώς και εκμεταλλεύτηκε επιτυχώς, για την πολιτική επιτυχία του χώρου του, αυτά τα βασικά ψυχολογικά χαρακτηριστικά. Όπως βέβαια αποδείχθηκε στην πορεία της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ, αυτή η προσέγγιση είχε εξαιρετικά περιορισμένα περιθώρια επιτυχούς άσκησης στα πλαίσια της κυβερνητικής διαχείρισης, αφού είναι εξαιρετική επικίνδυνη και επισφαλής η εξισορρόπηση των δυο αντίρροπων τάσεων. Από τη μια ο υπέρογκος, απρογραμμάτιστος δανεισμός με την πρόφαση της επίτευξης κοινωνικής συνοχής και άμβλυνσης των ανισοτήτων (μέσω απευθείας άκοπης ενίσχυσης ή κρατικού βολέματος, κι όχι μέσω αναβάθμισης και ανάπτυξης της οικονομίας), κι από την άλλη ο επιπόλαιος πατριωτισμός με αναφορές και συμμαχίες με ανένταχτες, περιφερειακές δυνάμεις, επέτειναν τα δομικά στοιχεία της νοοτροπίας μας, σε μια εποχή μάλιστα που οι διεθνείς εξελίξεις έδειχναν προς πιο φιλελεύθερες προσεγγίσεις και πιο ανοικτές κοινωνίες.
Η συνέχεια είναι σχετικά γνωστή. Στη δεύτερη τετραετία του ΠΑΣΟΚ εισήχθη η λογική της λιτότητας, που έκτοτε δεν μας εγκατέλειψε ποτέ, όπως άλλωστε και η προαναφερθείσα δημαγωγική προσέγγιση, αν και υπήρξαν προσπάθειες μερικής διαφοροποίησης που όμως αποδείχθηκαν ανίκανες να αντισταθούν στο συλλογικό υπερκομματικό ασυνείδητο, του υπερβατικού συνδρόμου της αθωότητας. Η περίοδος Σημίτη υπήρξε μια προσπάθεια ανατροπής του κλειστού, φοβικού, εθνοκεντρικού παρελθόντος του ΠΑΣΟΚ και προσαρμογής στα διεθνή πρότυπα της σοσιαλδημοκρατίας, το μικροκομματικό συμφέρον όμως και η φοβία απέναντι στο πολιτικό κόστος απέδειξαν ότι οι αντοχές απέναντι στον λαϊκισμό είναι εξαιρετικά ευαίσθητες κι ευάλωτες, καταλήγοντας από τη μία να χρησιμοποιούνται πλέον οι χρηματιστηριακές αγορές ως πεδίο αξιοποίησης του μεγαλοϊδεατισμού μας, κι από την άλλη με την πρόφαση των πιέσεων της Ε.Ε., τις αποφάσεις της οποίας επιλεκτικά ακολουθούμε, να συνεχίζουμε την ατέρμονη αντιαναπτυξιακή λογική με τις επακόλουθες κοινωνικές συνέπειες (που ούτε η μεγάλη ευκαιρία των Ολυμπιακών αγώνων κατάφερε πλήρως να υπερκεράσει).
Τα τελευταία χρόνια ο Γ.Παπανδρέου έδειξε να θέλει να επιχειρήσει μια ακόμα στροφή στην πορεία του ΠΑΣΟΚ, η οποία όμως όπως αποδεικνύει και η βραχύβια κυβερνητική του πορεία, ελάχιστη σχέση έχει με τα εξαγγελθέντα. Επιχείρησε μεν τη δημοκρατική αναγέννηση του κόμματος, αλλά αρχικά την χρησιμοποίησε καθαρά επικοινωνιακά για την δημαγωγική αυτοπροβολή και επιβεβαίωση του (ψηφοφορία του 2004, με έναν υποψήφιο, δυνατότητα ψήφου σε άτομα άνω των 16 ετών και προσχηματικό έλεγχο εγκυρότητας της διαδικασίας). Ακόμα και οι εσωκομματικές εκλογές του 2007, που διαδικαστικά τουλάχιστον υπήρξαν άρτιες, στηρίχθηκαν κυρίως στους συναισθηματικούς οικογενειοκρατικούς συνειρμούς και τις υποσυνείδητες αναπλάσεις παρελθόντων αναμνήσεων, παρά στην ικανότητα και το όραμα του ηγέτη.
Η ιδεολογική περιπλάνηση του κ.Παπανδρέου στα Σκανδιναβικά οικονομικά μοντέλα, αποδείχθηκε στην πορεία αρκετά δυσλειτουργική για τις Ελληνικές κατεστημένες αντιλήψεις και αρκετά επισφαλής για την εκλογική επικράτηση του ΠΑΣΟΚ. Επήλθε λοιπόν ο λογικός, με όρους παρελθόντος, συμβιβασμός με την επιτυχημένη συνταγή του υπερβατικού συνδρόμου της αθωότητας. Λίγο η λογική της «καμένης» γη από τη ΝΔ, λίγο η πίεση των μονεταριστών, κοινωνικά αναίσθητων εταίρων μας και η επιτυχημένη συνταγή ανακύκλωσης των στερεότυπων, αναθέρμανε το συλλογικό μας σύνδρομο και άνοιξε το δρόμο προς της εξουσία για το ΠΑΣΟΚ, που χρησιμοποίησε και ένα περιτύλιγμα πράσινης ανάπτυξης για να δώσει μια οραματική επίφαση στο «ξαναζεσταμένο φαγητό».
Αυτή η πρακτική αποδεικνύει ή την έλλειψη ειλικρινών προθέσεων από τον κ.Παπανδρέου για ουσιαστική μετεξέλιξη της κοινωνίας μας και υπέρβαση του μεταπολιτευτικού σκεπτικού ή την πλήρη ανικανότητα του να παλέψει και να επιβάλλει στο χώρο του, μια διαφορετική αντίληψη για το μέλλον της οικονομίας και των πολιτών αυτού του τόπου. Αν συνεχίσει να πελαγοδρομεί ανάμεσα σε λαϊκιστικές κορώνες του παρελθόντος, αποτυχημένες κρατικιστικές συνταγές και επαμφοτερίζουσες σοσιαλδημοκρατικές οικονομικές προσεγγίσεις, η επιτυχία του εγχειρήματος του είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολη. Και το όραμα για μια πραγματική, εθνικά κι ιδεολογικά υπερήφανη, οικονομικά φιλελεύθερη και κοινωνικά ευαίσθητη Νέα Μεταπολίτευση, όπως την περιέγραψε ο Αντώνης Σαμαράς, θα προβάλει σύντομα, ως το μόνο φωτεινό μονοπάτι για την έξοδο από την χρόνια οικονομικοκοινωνική μας κρίση.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια