Μετάφραση

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Αρχείο

You Are Here: Home - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ , ΔΙΕΘΝΗ , ΕΛΛΑΔΑ , ΕΥΡΩ , ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ , ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - Θεωρίες Χρεοκοπίας – Όταν το ταγκό συνάντησε το μπάλλο

Το τελευταίο διάστημα διακινούνται πολύ συχνά, ιδιαίτερα από διαπρεπείς οικονομολόγους του εξωτερικού, συγκρίσεις ανάμεσα στη χρεοκοπία της Αργεντινής το 2001 και των σύγχρονων Ελληνικών δημοσιονομικών προβλημάτων, επιχειρώντας να πείσουν τους πολίτες, αλλά κυρίως να καθοδηγήσουν τις αγορές που μονίμως κι εναγωνίως αναζητούν καινούρια βάση για κερδοσκοπικά παιχνίδια, ότι οι δυο περιπτώσεις έχουν πολλά κοινά στοιχεία, οπότε η χώρα μας σχεδόν νομοτελειακά οδηγείται προς την πτώχευση (κατά τον νομπελίστα κ.Ρουμπινί μπορεί να έχει ήδη συμβεί). Αυτή η εμμονή την αντιπαραβολή των δυο καταστάσεων, σε διαφορετικό χωροχρόνο & οικονομικό περιβάλλον μου θυμίζει, κατ’ αντιστοιχία, προσπάθεια ταύτισης του ταγκό με το μπάλλο. Είναι φυσικά και οι δύο, παραδοσιακοί χοροί των χωρών τους, εμπεριέχουν μια ξεχωριστή ένταση, δυναμισμό και συναισθηματική φόρτιση, όταν τους βλέπεις να χορεύονται με περισσή χάρη από δυο άτομα, αλλά όλα αυτά δεν τους κάνουν ταυτόσημους, συνεχίζουν να έχουν κεφαλαιώδεις διαφορές, στο βηματισμό, την ανάπτυξη, την εξέλιξη τους.

Προφανώς και οι δυο χώρες είχαν να αντιμετωπίσουν ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος, υπέρογκα ελλείμματα, σημαντική αδυναμία δανεισμού από τις αγορές, τουλάχιστον φθηνού, και μια κοινωνία που βιώνει την πίεση των εξελίξεων, με υποβόσκουσα τάση φαινομένων εξέγερσης. Οι ομοιότητες όμως σε μεγάλο βαθμό τελειώνουν εδώ, κι αφορούν, κυρίως την αποτύπωση της κατάστασης. Οι ιδιαιτερότητες όμως της κάθε περίπτωσης και της στιγμής που εκδηλώνονται τα φαινόμενα, είναι που τελικά σχηματοποιούν πλήρως τόσο την επεξήγηση τους, τις συνέπειες αλλά και τους εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης της.

Η Αργεντινή αφού έζησε έντονα τη δικτατορία και τον κρατισμό, βρέθηκε στις αρχές τις δεκαετίας του ’90 υπό τον πρόεδρο Μένεμ, να ακολουθεί φιλελεύθερες πολιτικές ανοίγματος των αγορών και να επιλέγει για τιθάσευση του πληθωρισμού κι αποφυγή συνεχών υποτιμήσεων του πέσο, τη λύση της ισοτιμίας του νομίσματος τους σε σχέση 1 προς 1 με το Αμερικανικό δολάριο. Η κατακόρυφη πτώση των επιτοκίων, έφερε άμεσα μεγάλες επενδύσεις στη χώρα αλλά και φθηνό δανεισμό, που ενίσχυσε εντυπωσιακά την οικονομία (ρυθμοί ανάπτυξης στο 8%). Η διαχείριση όμως αυτού του πλούτου (συνέχιση της διαφθοράς, αύξηση του ελλείμματος εμπορικού ισοζυγίου με μεγάλη ενίσχυση των εισαγωγών, αφού η σχετικά ανώριμη και χωρίς δομικούς τομείς σταθερής ανάπτυξης, οικονομία τους, δεν μπορούσε να απορροφήσει τα νέα κεφάλαια σε τοπικά προϊόντα και κατευθύνονταν στα παγκόσμια, κυρίως Αμερικανικά brand names), δεν έφερε απολύτως τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Όταν στην πορεία, το δολάριο ενισχύθηκε, και λόγω της μονεταριστικής πολιτικής των ΗΠΑ για αποφυγή πληθωριστικών τάσεων, ενώ η υπερδύναμη μπόρεσε να αντεπεξέλθει λόγω brand names αλλά και κρατικού προστατευτισμού απέναντι σε εισαγωγές από τρίτες χώρες (κυρίως Κίνα και Ινδία), η Αργεντινή βρέθηκε κυριολεκτικά στο μάτι του κυκλώνα αδύναμη να συντηρήσει τόσο την εσωτερική κατανάλωση όσο και τις εξαγωγές της (κυρίως προς τη συγκρίσιμη σε δομή και οικονομικό προφίλ Βραζιλία, και την Ευρώπη) οι οποίες είχαν πιο «φθηνά» νομίσματα, η πρώτη λόγω υποτίμησης, η δεύτερη ως αποτέλεσμα της πολιτικής χαμηλών επιτοκίων. Ταυτόχρονα, η ευεργετημένη από την πολυετή άνθηση της οικονομίας, άρχουσα τάξη, έσπευσε να μετακινήσει μαζικά τα κεφάλαια της προς τράπεζες του εξωτερικού, στερώντας από την εσωτερική αγορά την τελευταία ανάσα ρευστότητας.

Με τα επιτόκια να παίρνουν την ανιούσα, η αποπληρωμή του εξωτερικού χρέους άρχισε να γίνεται δυσβάσταχτη, ο νέος δανεισμός σχεδόν αδύνατος, με αποτέλεσμα παρά την τελική υποτίμηση του πέσο, η οικονομία να καταρρεύσει κάτω κι από την πίεση των κοινωνικών εξεγέρσεων που έφερε η γενικευμένη φτώχια. Η επιλογή της νομισματικής διασύνδεσης με το δολάριο το νόμισμα μιας χώρας προς την οποία δεν είχε ιδιαίτερες εξαγωγές που θα μπορούσαν να αποτελούν κύριο αντισταθμιστικό παράγοντα σε περίπτωση κρίσης, αποδείχθηκε αποτυχημένη, κυρίως γιατί δεν υπήρχε μέτρο σύγκρισης ανάμεσα στις δομές, τους στόχους και τις δυνατότητες κινήσεων των δυο οικονομιών απέναντι στις όποιες δυσάρεστες εξελίξεις, αλλά και γιατί οι δύο χώρες δεν συνυπήρχαν σε κάποια οργανωμένη μορφή οικονομικής και πολιτικής συμμαχίας που να μπορεί να επεξεργαστεί κοινές δράσεις και πολιτικές αντιμετώπισης κρίσεων.

Το φαινόμενο πτώχευσης της Αργεντινής θα έπρεπε να μας φέρνει στο νου περισσότερο την περίπτωση της Ιρλανδίας, που τη δεκαετία του ’90 είχε συνδέσει το νόμισμα της με το μάρκο ενόψει της εισόδου του ευρώ, ενώ οι εμπορικές συναλλαγές της αφορούσαν κυρίως τις ΗΠΑ και Βρετανία, οι επενδύσεις κι ο δανεισμός των οποίων έφεραν την αλματώδη ανάπτυξη στη χώρα, αλλά τη στιγμή της ανατίμησης του ευρώ, βρέθηκε εκτεθειμένη στο διευρυμένο εμπορικό ισοζύγιο με τις προαναφερθείσες χώρες και την αδυναμία της να αποπληρώσει τον ακριβό πλέον δανεισμό.

Η Ελληνική οικονομία έχει καίριες διαφορές και με τις δυο χώρες, Αργεντινή και Ιρλανδία. Αποτελούμε μια πιο «κλειστή» οικονομία, που ποτέ, ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’90, δεν ακολουθήσαμε στον ίδιο βαθμό, με άλλες χώρες, το άνοιγμα των αγορών, με τα θετικά και αρνητικά του επακόλουθα, και η διασύνδεση μας με το ευρώ είναι και παραμένει ευεργετική, ακριβώς επειδή οι συναλλαγές μας είναι κυρίως με άλλες χώρες της Ευρωζώνης, άρα μηδαμινός συναλλαγματικός κίνδυνος. Επίσης είναι εξαιρετικά σημαντική η ύπαρξη ενός οργανισμού όπως η Ε.Ε. που προωθεί κοινές πολιτικές, τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων, μεθόδους προστασίας, και διαθέτει μικρότερες δομικές και ανισότητες ανάμεσα στα μέλη της. Διαθέτουμε ως χώρα και δομικούς τομείς που διαχρονικά στηρίζουν την οικονομία μας (τουρισμό, ναυτιλία, κατασκευές) και υπήρξαν πέρα του δανεισμού και κοινοτικές επιδοτήσεις που στήριξαν την ανάπτυξη μας.

Το διαχρονικό μας πρόβλημα εδράζεται στην ανικανότητα μας να προωθήσουμε εδώ και δεκαετίες βασικές διαρθρωτικές αλλαγές (ασφαλιστικό, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, νέο αναπτυξιακό πρότυπο, ευέλικτο, επιτελικό κράτος, περικοπή δαπανών). Όσο αυτές οι κινήσεις δεν επιταχύνονται κάτω από την πίεση του πολιτικού κόστους, των συντεχνιών και της γνωστής αντιδραστικής σε κάθε αλλαγή κατεστημένης νοοτροπίας, το μέλλον μπορεί να οδηγήσει από άλλο μονοπάτι, στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή τη χρεοκοπία. Όσο μάλιστα συνεχίζουμε την αναποφασιστικότητα, τα διφορούμενα μηνύματα και τις άτοπες κινήσεις (πχ η υποψία για πόθεν έσχες των καταθέσεων κι όχι η συνολική οικονομική μας κατάσταση έστειλε σε τράπεζες του εξωτερικού τεράστιο αριθμό κεφαλαίων), που συνεχώς ανεβάζουν το βαθμό επιφύλαξης των αγορών, άρα και το κόστος δανεισμού, η προοπτική αδυναμίας πληρωμών του Ελληνικού δημοσίου δεν αποκλείεται να αποδειχθεί πιο κοντινή από όσο νομίζουμε.

Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος

Share


0 σχόλια

Leave a Reply

SYNC BLOGS