Η χθεσινή προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή ήταν αποκαλυπτική όσον αφορά την απόσταση της κυβέρνησης από τη σύγχρονη, κοινωνική πραγματικότητα, αλλά και το ταυτόχρονα πατριωτικό και ρεαλιστικό σκεπτικό του Αντώνη Σαμαρά στο πιο φλέγον ζήτημα των ημερών, την χορήγηση ιθαγένειας στους μετανάστες.
Ο Γ.Παπανδρέου αναφέρθηκε στην ανάγκη κανόνων για την ένταξη των νόμιμων μεταναστών τη χώρα μας, ώστε να αποφευχθεί η ανομία, η διαφθορά αλλά και η γκετοποίηση αυτών των ανθρώπων. Η δήλωση του ακούγεται απόλυτα λογική και αναγκαία, αλλά αυτό που δεν μας προσφέρει είναι την εξειδίκευση των απαιτούμενων κανόνων και την διαδικασία πραγματοποίησης των παραπάνω στόχων. Εξίσου σημαντικό είναι το κατά πόσο στην ειλικρινή προσπάθεια πλήρους ένταξης στο κοινωνικό μας γίγνεσθαι των ατόμων εκείνων που έχουν αποδείξει με πολιτεία τους ότι το αξίζουν, δημιουργούμε από αβλεψία ή ηθελημένη πολιτική βούληση, συνθήκες γενικότερης κοινωνικής αποσύνθεσης ανοίγοντας την κερκόπορτα στη ασύδοτη προσέλευση νέου κύματος μεταναστών.
Η χορήγηση ιθαγένειας δεν αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα αλλά κρατική, νομική απόφαση. Το κράτος λοιπόν δεν οφείλει να συμπεριφέρεται ως ΜΚΟ ή φιλανθρωπικό σωματείο, αλλά να νομοθετεί με προσήλωση στο σύνταγμα της χώρας και κύριο μέλημα του την προστασία των δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών και της συνοχής του τόπου. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να διαθέτουν τη διορατικότητα που χρειάζεται, ώστε να συμπεριλαμβάνουν στο σκεπτικό των κινήσεων τους, τόσο τις ιδιαιτερότητες της χώρας σε διοικητικό, κοινωνικό και εθνικό επίπεδο, όσο και τα ζητήματα που μακροπρόθεσμα θα αναδυθούν ή απλά ενταθούν. Το ΠΑΣΟΚ δείχνει μια ιδιαιτέρως περίεργη σπουδή να προωθήσει το συντομότερο δυνατόν αυτό το νομοσχέδιο, παρά το γεγονός ότι οι τροποποιήσεις στη δομή του, αποδεικνύουν περίτρανα την αποσπασματική προσέγγιση του το πρόβλημα.
Το «ευτράπελο» είναι ότι την ίδια ημέρα που εμείς συζητούμε την εισαγωγή ενός αρκετά ελαστικού μοντέλου χορήγησης ιθαγένειας, οι «προοδευτικές» κυβερνήσεις της Αυστραλίας και της Βρετανίας προχωρούν στην αυστηροποίηση των κανόνων για την χορήγηση άδειας μόνιμης παραμονής και της έκδοσης βίζας σε φοιτητές αντίστοιχα. Αφού τονίσουμε ότι η Αυστραλία διαθέτει ειδικό υπουργό Μετανάστευσης να επισημάνουμε ότι η απόφαση της κυβέρνησης τους είναι να δοθεί προτεραιότητα στην αποδοχή μεταναστών που διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για την ανάπτυξη συγκεκριμένων τομέων της οικονομίας όπως υγεία, μηχανική, μεταλλευτική. Οι Βρετανοί πάλι, θέλοντας να τιθασεύουν το φαινόμενο της εγγραφής φοιτητών σε βραχύβια εκπαιδευτικά προγράμματα ως μέσο μόνιμης εγκατάστασης στη χώρα τους, προωθούν άμεσα αλλαγές στις προϋποθέσεις χορήγησης βίζας, ώστε να αποκτάται από όσους αποδεδειγμένα έχουν επιλέξει τη Βρετανία για μακροχρόνιες σπουδές.
Τα διδάγματα από αυτές τις πρακτικές θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρα, αλλά η Ελληνική κυβέρνηση μοιάζει αδύναμη να συγχρονιστεί και με τους διεθνείς ρυθμούς, πέρα από τον εσωτερικό, κοινωνικό σφυγμό. Πόσο δε μάλλον που τα επιχειρήματα της στην κοινοβουλευτική συζήτηση περιορίστηκαν κάπου ανάμεσα στις περιγέλαστες δηλώσεις Χρυσοχοϊδη για την Μουσουλμανικότητα του Ομπάμα, και την ανοίκεια, συκοφαντική αναμόχλευση των γνωστών μυθευμάτων για τις ευθύνες Σαμαρά για την αθρόα είσοδο Αλβανών μεταναστών, όταν οι πάντες γνωρίζουν ότι μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’90 επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ γιγαντώθηκε το κύμα εισδοχής μεταναστών από τη γειτονική χώρα, αλλά κι ότι οι περιβόητες τότε δηλώσεις Σαμαρά αφορούσαν τη νουνεχή στήριξη και ευχολόγια προς τους αδερφούς Βορειοηπειρώτες.
Από την άλλη η ομιλία Σαμαρά υπήρξε μια κρυστάλλινη, ρεαλιστική προσέγγιση στο κρίσιμο θέμα. Επέμεινε στο συγκεκριμένο, ολοκληρωμένο μοντέλο μεταναστευτικής πολιτικής που έχει προτείνει και ξεκαθάρισε την πρόθεση κατάργησης του παρόντος νομοσχεδίου όταν αναλάβει την κυβέρνηση. Ανέδειξε όλους εκείνες τις παραμέτρους για τους οποίους αυτό το νομοθέτημα θα δημιουργήσει περισσότερα ζητήματα (αύξηση λαθρομετανάστευσης, κοινωνικές εντάσεις) από αυτά που υποτίθεται ότι προτίθεται να λύσει και πρότεινε τις αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες για τη λειτουργικότητα και βιωσιμότητα κάθε περαιτέρω προσπάθειας.
Όπως επιτυχώς τόνισε στη σημερινή εξαιρετικά δύσκολη για τη χώρα συγκυρία που επιζητείται ένα ελάχιστο επίπεδο συναίνεσης για την εφαρμογή αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών (που προς το παρόν ελλιπώς περιγράφονται, αναγγέλλονται, ενίοτε ανακαλούνται αλλά σπάνια εκτελούνται), η κυβέρνηση απαιτείται να κινηθεί με σύνεση σε όλα τα θέματα, να τα ιεραρχήσει σωστά, να λάβει τα μηνύματα ισχυρής αντίδρασης της κοινωνίας στις προθέσεις της και να κατανοήσει την αμφίπλευρη φύση της συναίνεσης. Αλλιώς θα αναγκαστεί να έρθει σε ευθεία σύγκρουση τόσο πολιτική, μετά την ξεκάθαρη τοποθέτηση της ΝΔ, αλλά και κοινωνική μετά τα διάχυτο, διακομματικό κλίμα δυσαρέσκειας.
Και μη χειρότερα
Πριν από 44 δευτερόλεπτα
0 σχόλια