Έντονες είναι οι αντιδράσεις για το απρεπές εξώφυλλο και το εμπαθές άρθρο του Γερμανικού περιοδικού Focus. Η απεικόνιση της Αφροδίτης της Μήλου με την προσβλητική χειρονομία και η περιγραφή των Ελλήνων με τα μελανότερα χρώματα, δικαίως ξεσήκωσαν θύελλα διαμαρτυριών. Ποιοι είναι οι λόγοι αυτής της αήθους επίθεσης εναντίον της χώρας μας; Η ανάγκη εκμετάλλευσης της επικαιρότητας για αύξηση της κυκλοφορίας; Η γενικευμένη αρνητική στάση των Γερμανών στην πρωτοβουλία στήριξης της οικονομίας μας; Η εμπάθεια και τα συμπλέγματα κάποιων που αναζητούσαν μια χρυσή ευκαιρία να μειώσουν τη διαχρονική αξία του πολιτισμού μας, και να διαχωρίσουν τους σύγχρονους Έλληνες από τους ένδοξους προγόνους τους; Πιθανότατα όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα.
Το πραγματικά λυπηρό όμως είναι ότι αυτή η δυνατότητα δεν θα είχε δοθεί αν η κυβέρνηση είχε αποφύγει, για μικροπολιτικά οφέλη να αναδείξει τόσο έντονα την κακή δημοσιονομική μας κατάσταση και να επιβαρύνει επιπλέον τα στοιχεία, ώστε να διαθέτει ένα άλλοθι για την επιβολή επώδυνων μέτρων μέσω επιτήρησης από την Ε.Ε. και ένα σημαντικό επιχείρημα για να επιρρίψει τις ευθύνες αποκλειστικά στην προηγούμενη κυβέρνηση. Σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο, η επιλογή του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν να συγκρουστεί άμεσα με τα προβλήματα και να διεκδικήσει από τους εταίρους τη μεταχείριση που μας αρμόζει, αλλά να αναλωθεί για πάνω από 4 μήνες σε μια προσπάθεια απαξίωσης της χώρας.
Έχουμε φτάσει στο σημείο να είμαστε οι μόνοι που απολογούμαστε για χρήση δημιουργικής λογιστικής στην κατάρτιση του προϋπολογισμού, λες και οι μέθοδοι αυτοί δεν ανακαλύφθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν πρωτίστως από άλλους μεγαλύτερης οικονομικής εμβέλειας εταίρους μας και εμείς απλά αποδεχτήκαμε, μέσα στην ανικανότητα προώθησης μεταρρυθμίσεων, τη χρήση τους ως χρήσιμο εργαλείο αποφυγής αντιμετώπισης της πραγματικότητας. Η μεταχρονολόγηση της εγγραφής των αμυντικών δαπανών, η μη καταγραφή των χρεών των νοσοκομείων στον προϋπολογισμό, οι συναλλαγματικές ανταλλαγές (swaps) για εμφάνιση μειωμένου χρέους, είναι λογιστικά εργαλεία που έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως στον πλανήτη. Κατορθώσαμε όμως με την κλειστοφοβική αντιμετώπιση των δεδομένων να αποτελούμε τους αποκλειστικούς κατηγορούμενους για τη χρήση τους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα γινόμαστε και η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που συστήνει εξεταστική επιτροπή για να διερευνηθούν πολιτικές ευθύνες για τη δημοσιονομική κατάρρευση!! Εξυπηρετεί αυτή η κίνηση την τόνωση της αξιοπρέπειας μας διεθνώς; Μάλλον όχι. Ένας ήδη καταδικασμένος κατηγορούμενος στα διεθνή μάτια όπως η χώρα μας, δεν διαθέτει και πολλά ελαφρυντικά για να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα του πέραν της ειλικρινούς μεταμέλειας, που κι αυτή θα μένει να αποδειχθεί μέσα σε κλίμα αστείρευτης καχυποψίας, από την αποτελεσματικότητα των μελλοντικών κινήσεων του. Απλά θα συνεχίσουμε να κρατάμε τα φώτα στραμμένα επάνω μας για όλους τους λάθους λόγους με πρόδηλες οικονομικές συνέπειες. Θα προσφέρει κάτι στη συνοχή και την αλληλεγγύη που έχει ανάγκη ο τόπος και ο κοινωνικός ιστός για να ξεπεραστεί η κρίση; Φυσικά και όχι. Οι αντεγκλήσεις, οι αλληλοκατηγορίες και η αμφιβολία για το αν αξίζαμε την είσοδο μας στην ΟΝΕ, απλά θα εντείνουν τα κομματικά πάθη, θα κατακρημνίσουν την ποιότητα του πολιτικού λόγου και θα πληγώσουν την ήδη βαριά τρωθείσα εμπιστοσύνη του λαού στο πολιτικό σύστημα. Πόσο δε μάλλον που είναι αναμφίβολο ότι η διερεύνηση θα είναι αποσπασματική, τα συμπεράσματα κομματικά καθοδηγούμενα και τα τελικά αποτελέσματα μάλλον ανύπαρκτα.
Οι ευθύνες για το δημοσιονομικό εκτροχιασμό είναι προφανέστατα διακομματικές και η προσπάθεια επιμερισμού τους θα μοιάζει με κακόγουστο αστείο. Το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι θα έχει κάνει το χρέος του αν αναδείξει λαθεμένες πρακτικές των τελευταίων 6 ετών, όταν είναι γνωστό ότι έχουν ακολουθηθεί κι από πρότερες κυβερνήσεις; Η ΝΔ ορθώς ζητά συνολική διερεύνηση του ζητήματος από την ένταξη μας στην Ε.Ε. αλλά αμφιβάλει κανείς ότι στο μυαλό και την ψυχή κάθε σώφρονα πολίτη έχει καταγραφεί και καταδικαστεί η υπερχρέωση της χώρας τη δεκαετία του ’80 με τη διεφθαρμένη, αναποτελεσματική διαχείριση κοινοτικών επιδοτήσεων και τη διεύρυνση του κράτους μέσα από ένα κομματοκρατούμενο πελατειακό σύστημα;
Αμφιβάλει κανείς ότι οι πολίτες έχουν ήδη καταλογίσει ευθύνες σε όσους διαχειριζόμενοι την άνθηση της οικονομίας μας ενόψει Ολυμπιακών αγώνων προέτρεψαν την κοινωνία σε επικίνδυνα κερδοσκοπικά χρηματοοικονομικά παιχνίδια με τις γνωστές τραγικές κοινωνικές συνέπειες; Αμφιβάλει κανείς ότι η φοβική προσπάθεια της ήπιας προσαρμογής και η αδυναμία έγκαιρης αντίδρασης στον «τυφώνα» της κρίσης που ερχόταν επέτειναν τη δημοσιονομική μας καταβαράθρωση; Θεωρεί κανείς τους πολίτες και το συλλογικό περί δικαίου αίσθημα τόσο ανίκανο να ξεχωρίσει και να καταδικάσει τους υπαίτιους αυτών των πολιτικών; Άλλωστε για όλους αυτούς τους αρνητικούς πρωταγωνιστές η κουίντα της πολιτικής σκηνής έχει κλείσει πλέον οριστικά.
Επανερχόμενοι όμως στην αρχική μας απορία για τις αιτίες της πρωτοφανούς επίθεσης των Γερμανών εναντίον της χώρας μας, θα έλεγα ότι η Γερμανία άδραξε την εξαιρετική ευκαιρία που της δώσαμε ώστε να πετύχει ένα διπλό στόχο. Από τη μια με τη σημαντική υποτίμηση του ευρώ, χωρίς να αναγκαστεί να συγκρουστεί με κάποιους εταίρους της για να προωθηθεί μια τέτοια πολιτική, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της και διευρύνει τον όγκο των εξαγωγών της. Από την άλλη η σθεναρή της αντίδραση στην άμεση στήριξη της Ελλάδας αναδεικνύει περαιτέρω την κυρίαρχη θέση της στη διαχείριση της Ευρωζώνης και της επιτρέπει να επιβάλλει όρους, για την πολιτική μετεξέλιξη της Ε.Ε. και το ρόλο της, που προφανώς θα ικανοποιούν απόλυτα την ίδια.
Τα θεμιτά, απολύτως κατανοητά επιχειρήματα που ακούγονται από πλευράς μας σε σχέση με την αναντιστοιχία ανάμεσα στα πραγματικά δεδομένα και τις Γερμανικές αιτιάσεις, όπως το θέμα των Γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων, το ότι οι αυξημένες εισαγωγές Γερμανικών προϊόντων και οι προμήθειες οπλικών συστημάτων τονώνουν τη Γερμανική οικονομία, το γεγονός της σημαντικότατης οικονομικής ενίσχυσης της Γερμανίας στην προσπάθεια ενοποίησης της, οι διαχρονικοί δεσμοί φιλίας και πολιτιστικής έμπνευσης (Νίτσε, Σίλλερ, Γκαίτε) και η επί δεκαετίες τροφοδότηση της αγοράς τους με εργατικό δυναμικό από τη χώρα μας, δεν αρκούν στο παγκοσμιοποιημένο κερδοσκοπικό παιχνίδι για να κερδίσουν τις εντυπώσεις, ούτε κυρίως για να φέρουν άμεσα, απτά αποτελέσματα. Αυτά έρχονται με συγκροτημένες, καλά σχεδιασμένες πολιτικές, από διορατικούς πολιτικούς που διαβλέπουν και προκαταλαμβάνουν τις εξελίξεις και προωθούν κινήσεις που αναδεικνύουν τα δίκαια μας. Και δυστυχώς η σημερινή κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός επιβεβαιώνουν καθημερινά ότι δεν διαθέτουν καμιά από αυτές τις αξίες.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Το πραγματικά λυπηρό όμως είναι ότι αυτή η δυνατότητα δεν θα είχε δοθεί αν η κυβέρνηση είχε αποφύγει, για μικροπολιτικά οφέλη να αναδείξει τόσο έντονα την κακή δημοσιονομική μας κατάσταση και να επιβαρύνει επιπλέον τα στοιχεία, ώστε να διαθέτει ένα άλλοθι για την επιβολή επώδυνων μέτρων μέσω επιτήρησης από την Ε.Ε. και ένα σημαντικό επιχείρημα για να επιρρίψει τις ευθύνες αποκλειστικά στην προηγούμενη κυβέρνηση. Σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο, η επιλογή του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν να συγκρουστεί άμεσα με τα προβλήματα και να διεκδικήσει από τους εταίρους τη μεταχείριση που μας αρμόζει, αλλά να αναλωθεί για πάνω από 4 μήνες σε μια προσπάθεια απαξίωσης της χώρας.
Έχουμε φτάσει στο σημείο να είμαστε οι μόνοι που απολογούμαστε για χρήση δημιουργικής λογιστικής στην κατάρτιση του προϋπολογισμού, λες και οι μέθοδοι αυτοί δεν ανακαλύφθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν πρωτίστως από άλλους μεγαλύτερης οικονομικής εμβέλειας εταίρους μας και εμείς απλά αποδεχτήκαμε, μέσα στην ανικανότητα προώθησης μεταρρυθμίσεων, τη χρήση τους ως χρήσιμο εργαλείο αποφυγής αντιμετώπισης της πραγματικότητας. Η μεταχρονολόγηση της εγγραφής των αμυντικών δαπανών, η μη καταγραφή των χρεών των νοσοκομείων στον προϋπολογισμό, οι συναλλαγματικές ανταλλαγές (swaps) για εμφάνιση μειωμένου χρέους, είναι λογιστικά εργαλεία που έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως στον πλανήτη. Κατορθώσαμε όμως με την κλειστοφοβική αντιμετώπιση των δεδομένων να αποτελούμε τους αποκλειστικούς κατηγορούμενους για τη χρήση τους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα γινόμαστε και η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που συστήνει εξεταστική επιτροπή για να διερευνηθούν πολιτικές ευθύνες για τη δημοσιονομική κατάρρευση!! Εξυπηρετεί αυτή η κίνηση την τόνωση της αξιοπρέπειας μας διεθνώς; Μάλλον όχι. Ένας ήδη καταδικασμένος κατηγορούμενος στα διεθνή μάτια όπως η χώρα μας, δεν διαθέτει και πολλά ελαφρυντικά για να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα του πέραν της ειλικρινούς μεταμέλειας, που κι αυτή θα μένει να αποδειχθεί μέσα σε κλίμα αστείρευτης καχυποψίας, από την αποτελεσματικότητα των μελλοντικών κινήσεων του. Απλά θα συνεχίσουμε να κρατάμε τα φώτα στραμμένα επάνω μας για όλους τους λάθους λόγους με πρόδηλες οικονομικές συνέπειες. Θα προσφέρει κάτι στη συνοχή και την αλληλεγγύη που έχει ανάγκη ο τόπος και ο κοινωνικός ιστός για να ξεπεραστεί η κρίση; Φυσικά και όχι. Οι αντεγκλήσεις, οι αλληλοκατηγορίες και η αμφιβολία για το αν αξίζαμε την είσοδο μας στην ΟΝΕ, απλά θα εντείνουν τα κομματικά πάθη, θα κατακρημνίσουν την ποιότητα του πολιτικού λόγου και θα πληγώσουν την ήδη βαριά τρωθείσα εμπιστοσύνη του λαού στο πολιτικό σύστημα. Πόσο δε μάλλον που είναι αναμφίβολο ότι η διερεύνηση θα είναι αποσπασματική, τα συμπεράσματα κομματικά καθοδηγούμενα και τα τελικά αποτελέσματα μάλλον ανύπαρκτα.
Οι ευθύνες για το δημοσιονομικό εκτροχιασμό είναι προφανέστατα διακομματικές και η προσπάθεια επιμερισμού τους θα μοιάζει με κακόγουστο αστείο. Το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι θα έχει κάνει το χρέος του αν αναδείξει λαθεμένες πρακτικές των τελευταίων 6 ετών, όταν είναι γνωστό ότι έχουν ακολουθηθεί κι από πρότερες κυβερνήσεις; Η ΝΔ ορθώς ζητά συνολική διερεύνηση του ζητήματος από την ένταξη μας στην Ε.Ε. αλλά αμφιβάλει κανείς ότι στο μυαλό και την ψυχή κάθε σώφρονα πολίτη έχει καταγραφεί και καταδικαστεί η υπερχρέωση της χώρας τη δεκαετία του ’80 με τη διεφθαρμένη, αναποτελεσματική διαχείριση κοινοτικών επιδοτήσεων και τη διεύρυνση του κράτους μέσα από ένα κομματοκρατούμενο πελατειακό σύστημα;
Αμφιβάλει κανείς ότι οι πολίτες έχουν ήδη καταλογίσει ευθύνες σε όσους διαχειριζόμενοι την άνθηση της οικονομίας μας ενόψει Ολυμπιακών αγώνων προέτρεψαν την κοινωνία σε επικίνδυνα κερδοσκοπικά χρηματοοικονομικά παιχνίδια με τις γνωστές τραγικές κοινωνικές συνέπειες; Αμφιβάλει κανείς ότι η φοβική προσπάθεια της ήπιας προσαρμογής και η αδυναμία έγκαιρης αντίδρασης στον «τυφώνα» της κρίσης που ερχόταν επέτειναν τη δημοσιονομική μας καταβαράθρωση; Θεωρεί κανείς τους πολίτες και το συλλογικό περί δικαίου αίσθημα τόσο ανίκανο να ξεχωρίσει και να καταδικάσει τους υπαίτιους αυτών των πολιτικών; Άλλωστε για όλους αυτούς τους αρνητικούς πρωταγωνιστές η κουίντα της πολιτικής σκηνής έχει κλείσει πλέον οριστικά.
Επανερχόμενοι όμως στην αρχική μας απορία για τις αιτίες της πρωτοφανούς επίθεσης των Γερμανών εναντίον της χώρας μας, θα έλεγα ότι η Γερμανία άδραξε την εξαιρετική ευκαιρία που της δώσαμε ώστε να πετύχει ένα διπλό στόχο. Από τη μια με τη σημαντική υποτίμηση του ευρώ, χωρίς να αναγκαστεί να συγκρουστεί με κάποιους εταίρους της για να προωθηθεί μια τέτοια πολιτική, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της και διευρύνει τον όγκο των εξαγωγών της. Από την άλλη η σθεναρή της αντίδραση στην άμεση στήριξη της Ελλάδας αναδεικνύει περαιτέρω την κυρίαρχη θέση της στη διαχείριση της Ευρωζώνης και της επιτρέπει να επιβάλλει όρους, για την πολιτική μετεξέλιξη της Ε.Ε. και το ρόλο της, που προφανώς θα ικανοποιούν απόλυτα την ίδια.
Τα θεμιτά, απολύτως κατανοητά επιχειρήματα που ακούγονται από πλευράς μας σε σχέση με την αναντιστοιχία ανάμεσα στα πραγματικά δεδομένα και τις Γερμανικές αιτιάσεις, όπως το θέμα των Γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων, το ότι οι αυξημένες εισαγωγές Γερμανικών προϊόντων και οι προμήθειες οπλικών συστημάτων τονώνουν τη Γερμανική οικονομία, το γεγονός της σημαντικότατης οικονομικής ενίσχυσης της Γερμανίας στην προσπάθεια ενοποίησης της, οι διαχρονικοί δεσμοί φιλίας και πολιτιστικής έμπνευσης (Νίτσε, Σίλλερ, Γκαίτε) και η επί δεκαετίες τροφοδότηση της αγοράς τους με εργατικό δυναμικό από τη χώρα μας, δεν αρκούν στο παγκοσμιοποιημένο κερδοσκοπικό παιχνίδι για να κερδίσουν τις εντυπώσεις, ούτε κυρίως για να φέρουν άμεσα, απτά αποτελέσματα. Αυτά έρχονται με συγκροτημένες, καλά σχεδιασμένες πολιτικές, από διορατικούς πολιτικούς που διαβλέπουν και προκαταλαμβάνουν τις εξελίξεις και προωθούν κινήσεις που αναδεικνύουν τα δίκαια μας. Και δυστυχώς η σημερινή κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός επιβεβαιώνουν καθημερινά ότι δεν διαθέτουν καμιά από αυτές τις αξίες.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια