Μετάφραση

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Αρχείο

You Are Here: Home - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ , ΓΕΡΜΑΝΙΑ , Ε.Ε. , ΕΥΡΩ , ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ , ΠΟΛΙΤΙΚΗ - Το νέο όραμα της Ε.Ε. κι οι Γερμανικές εμμονές

Ενόψει της αυριανής Συνόδου Κορυφής και της συζήτησης για το κατά πόσο και με ποιο τρόπο θα τεθεί θέμα οικονομικής ενίσχυσης της Ελλάδας μέσω ενός συγκροτημένου μηχανισμού στήριξης της δυνατότητας δανεισμού των χωρών της Ευρωζώνης, όταν αυτές αδυνατούν να αντλήσουν κεφάλαια από τις αγορές με επιτόκια κοντά στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, είναι ευκαιρία να προσεγγίσουμε και το θέμα της γενικότερης στρατηγικής της Ε.Ε., της ατζέντας «Ε.Ε. 2020» και της μετεξέλιξης και προσαρμογής του οράματος του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος στις σύγχρονες προκλήσεις. Η αποτύπωση της σημερινής πραγματικότητας καταδεικνύει πέρα από το αδιέξοδο της στρατηγικής της Λισσαβόνας, μια δεκαετία μετά την υιοθέτηση της, και το άτοπο της προσπάθειας επιβολής κοινών οικονομικών στόχων όταν λείπουν η ενιαία, συντονισμένη κεντρική διαχείριση και η πολιτική συνοχή που θα επιτρέψει την ειλικρινή καταγραφή των παραγωγικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων των χωρών, ώστε να προσαρμόζονται ανάλογα οι στόχοι, οι τρόποι επίτευξης τους και το απαιτούμενο χρονοδιάγραμμα.

Η Ε.Ε. εγκλωβίστηκε σε ένα σκληρό μονεταριστικό οικονομικό μοντέλο επικεντρωμένο στην τιθάσευση του δημοσίου ελλείμματος και του πληθωρισμού (οι διαχρονικές επιλογές Τρισέ στην προσαρμογή των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι χαρακτηριστικές αυτής της λογικής), που λειτούργησε σχετικά καλά όσο υπήρχαν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης εν πολλοίς και λόγω της «φούσκας» στον χρηματοπιστωτικό τομέα (παράγωγα, κερδοσκοπία hedge funds κλπ). Η απότομη αλλαγή όμως των δεδομένων οδήγησε στην κατάρρευση του οικοδομήματος και τη σημερινή κατάσταση. Πολλοί, με κυρίαρχη τη Γερμανία ισχυρίζονται ότι η μη δεσμευτικότητα των όρων της συνθήκης της Λισσαβόνας οδήγησε στην χαλαρότητα και την μη επίτευξη των στόχων. Όσο κι αν είναι γεγονός ότι κάθε συμφωνία πρέπει να είναι σαφής και δεσμευτική, η φύση της συγκεκριμένης έμοιαζε εξαρχής να οδηγεί στην αποτυχία. Κι αυτό γιατί το όραμα της ήταν ταυτισμένο με το Γερμανικό μοντέλο ανάπτυξης (τεράστιες εξαγωγές λόγω βαριάς βιομηχανίας και υψηλής τεχνολογία, περιορισμός του εργασιακού κόστους, συγκράτηση της εσωτερικής κατανάλωσης). Ένα μοντέλο που δεν είχε και πολλά κοινά με τις δυνατότητες και τις δομές των περισσοτέρων λοιπών χωρών της ΟΝΕ και ιδιαίτερα αυτές της Μεσογείου (μεγαλύτερος αγροτικός τομέας, έμφαση σε ναυτιλία και τουρισμό).

Αποδείχθηκε λοιπόν ότι εκτός από επώδυνη ήταν ουσιαστικά η ανέφικτη η ταύτιση αυτών των δυο διαφορετικών «κόσμων», με τον ασθενέστερο να στηρίζει ουσιαστικά την επιβίωση του ισχυρότερου, ο οποίος απαιτούσε ταυτόχρονα από τον αδύναμο να του μοιάσει!! Έτσι η απόσταση στην ανταγωνιστικότητα διευρύνθηκε τελικά ακόμα περισσότερο από πριν. Όλα αυτά δεν λέγονται για να διαγράψουν τις διαχρονικές ευθύνες των κυβερνήσεων για τη μη προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών και ενός αποδοτικού αναπτυξιακού μοντέλου με έμφαση στα πλεονεκτήματα μας, αξιοποίηση του φυσικού πλούτου και του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά για να τονίσει ότι ακόμα κι έτσι, υπό τη νοοτροπία που διαχειρίστηκε η Ε.Ε. το οικονομικό της πλάνο, δεν υπήρχαν ελπίδες συνολικής επιτυχίας του. Από τη μια δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική πίεση για ενίσχυση των μεταρρυθμιστικών κινήσεων και έμφαση στην έρευνα και την καινοτομία, κι από την άλλη η Γερμανία διατηρούσε ένα ιδιότυπο προστατευτισμό της εσωτερικής της αγοράς περιορίζοντας τις εξαγωγικές δυνατότητες των εταίρων της.

Ο στενός έλεγχος της ροής χρήματος στην Ευρωζώνη επί πολλά χρόνια με συνέπεια τη μείωση της ανταγωνιστικότητας και η αναποφασιστικότητα όσον αφορά την ανάγκη χορήγησης σημαντικότερων ποσών για τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, της χορήγησης δανείων και της κατανάλωσης όταν ξέσπασε η κρίση, οδήγησε σε ένα «σκληρό» ευρώ που σήμερα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Τη στιγμή που οι ΗΠΑ δείχνουν κάποια ελπιδοφόρα, πρώτα σημάδια ανάκαμψης με τη χρήση γενναίων πακέτων στήριξης των αγορών τους, παρά τις όποιες κοινωνικές αντιδράσεις, και μοιάζουν τώρα έτοιμες να προσπαθήσουν τη σταδιακή αύξηση των επιτοκίων για εξορθολογισμό της ρευστότητας κι επανεκκίνηση ενός νέου αναπτυξιακού κύκλου, η ΟΝΕ είναι αναγκασμένη λόγω των τεράστιων ελλειμμάτων και των διαρθρωτικών ανισορροπιών να εμμείνει στα χαμηλά επιτόκια, για όσο οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν δείχνουν θετικές προοπτικές, τα οποία όμως προς το παρόν δεν δείχνουν από μόνα τους ικανά να διακόψουν την πορεία προς εκτεταμένο στασιμοπληθωρισμό. Φυσικό αποτέλεσμα βέβαια αυτών των αντίθετων πορειών FED και ΕΚΤ θα είναι η διολίσθηση του ευρώ σε επίπεδα πέριξ του 1,2 δολ/ευρώ, που πέραν της εξαγωγικής υπερδύναμης Γερμανίας, θα βυθίσει περαιτέρω στην ύφεση τοις λοιπές χώρες της ΟΝΕ.

Σε αυτό το αβέβαιο, για το μέλλον ευρύτερα της ΟΝΕ, περιβάλλον η συζήτηση για την ανάγκη μια νέας ατζέντας επικεντρωμένης στην προσαρμογή των γενικότερων στόχων στις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, στην ενίσχυση των πολιτικών για την απασχόληση, στη μεγαλύτερη έμφαση στην επιχειρηματική καινοτομία & τη διείσδυση των σύγχρονων τεχνολογιών στην κοινωνία, στην απεξάρτηση από ρυπογόνες μορφές ενέργειας με στροφή στις «πράσινες» επενδύσεις. Όσο χρήσιμα και εν πολλοίς αναγκαία μοιάζουν όλα αυτά δεν μπορούν να επιτευχθούν αλλά κυρίως να αλλάξουν την πορεία της Ε.Ε. αν δεν συνοδευτούν από συγκεκριμένες δεσμεύσεις για αλλαγή των οικονομικών στόχων, πράγμα που δεν δέχεται η Γερμανία. Ακριβώς λόγω των τεράστιων αντιθέσεων από χώρα σε χώρα, θα πρέπει να υπάρξουν ελαστικότεροι και περισσότεροι δείκτες που να λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση μιας οικονομίας. Πέραν του πληθωρισμού, των ελλειμμάτων και του χρέους, ο ρυθμός ανάπτυξης, το ποσοστό ανεργίας, το εμπορικό ισοζύγιο κλπ δίνουν πιο ολοκληρωμένη αποτύπωση μιας χώρας. Όταν λοιπόν η εμμονή σε κάποιους από αυτούς τους δείκτες καταλήγει να επιδεινώνει σε τέτοιο βαθμό τους υπόλοιπους ακριβώς επειδή υπάρχουν μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα στους τομείς εντονότερης δραστηριοποίησης, στις υπάρχουσες υποδομές και τις δυνατότητες αξιοποίησης των πόρων, οφείλουν να υπάρχουν ευέλικτα χρονοδιαγράμματα και αναδιάταξη των προτεραιοτήτων ανά περίπτωση.

Η αδυναμία της Γερμανίας να κατανοήσει αυτές τις αναγκαιότητες την οδηγεί, με βάση πρόσφατα δημοσιεύματα, στην επιβολή 3 όρων για να προσφέρει τη συναίνεση της στη δημιουργία ενός κοινά αποδεκτού μηχανισμού στήριξης των οικονομιών που βρίσκονται στην δυσχερή θέση να δανείζονται με επιτόκια αρκετά υψηλότερα από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. α) Την ύπαρξη πρακτικής αδυναμίας δανεισμού μια χώρας από τις αγορές. Αν βέβαια συμβεί κάτι τέτοιο η χώρα θα είναι ήδη ουσιαστικά χρεοκοπημένη λόγω της επιβάρυνσης με δις επιπλέον τόκων όλο το προηγούμενο διάστημα. Ποιος ο λόγος λοιπόν να δανειστεί τότε με 4,5% από την Ε.Ε. όταν η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της θα έχει ήδη βρεθεί εκεί που θα ήταν με την επέμβαση του ΔΝΤ από όπου τουλάχιστον θα δανειζόταν με 2.5%.!!, β) Το ΔΝΤ να έχει βαρύνουσα συμμετοχή στο πακέτο διάσωσης. Αυτό θα σήμαινε βέβαια την παραδοχή αποτυχίας μονομερούς διευθέτησης των ζητημάτων της από την ίδια την Ε.Ε. με καταρράκωση της συνοχής και του κύρους του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος με συνέπεια την περαιτέρω διολίσθηση του ετρώ. γ) Να συμφωνηθεί ένας μηχανισμός αποτροπής εμφάνισης παρόμοιας κρίσης στο μέλλον. Δυστυχώς στη Γερμανική λογική αυτό σημαίνει ανάγκη επιβολής αυστηρότερων όρων και κυρώσεων στις χώρες που παρεκκλίνουν των κανόνων της Λισσαβόνας. Εμμονή δηλαδή στον άκρατο μονεταρισμό με πιθανή και την αποβολή των χωρών που αδυνατούν να ανταποκριθούν. Επίταση δηλαδή του υπάρχοντος αδιεξόδου.

Η σημερινή υποτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Πορτογαλίας από τον οίκο Fitch, ήρθε να επικυρώσει την δυνατότητα εξέλιξης τύπου ντόμινο στο Ελληνικό φαινόμενο και να σπείρει την αμφιβολία για το κατά πόσο η εμμονή στις παλιές συνταγές μπορεί να αποτελεί το όραμα του μέλλοντος. Θα έπρεπε να έχει ανησυχήσει υπερβολικά τους Ευρωπαίους το γεγονός ότι οι αγορές δεν ανταποκρίνονται στην υιοθέτηση από την Ελλάδα των επώδυνων, αντιλαϊκών μέτρων που της ζητήθηκαν και μάλιστα οι πρώτες αμφιβολίες για την εξεύρεση λύσης στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής έχουν εκτοξεύσει τα spreads σε επίπεδα ανώτερα του τελευταίου δανεισμού μας. Αν λοιπόν δεν προκύψει κοινή λύση λένε στην Ελλάδα ότι παρά τις θυσίες της θα πρέπει να δανειστεί ίσως και με 7.5%. Αυτό σημαίνει Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και αξιοπιστία του οικοδομήματος που με τόσο κόπο δημιούργησαν οι ιστορικοί ηγέτες του παρελθόντος;

Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος

Share

1 σχόλια

  1. Προς το Blog σας
    Ένα νέο blog γεννήθηκε με σκοπό να δώσει βήμα σε όλους τους Έλληνες ..Ένα Blog όπου μπορεί ο καθένας μας να γράφει ότι τον απασχολεί επώνυμα η ανώνυμα…ένα blog που δίνει την ευκαιρία σε όλους τους Έλληνες να πούνε όλα αυτά που μέχρι τώρα διστάζανε να πούνε .. Αν θέλεις και εσύ να κάνεις κάτι για όλη αυτή την απάτη που βλέπεις γύρο σου ..έλα μαζί μας …..Το Blog σου δίνει την δυνατότητα να ακουστή η γνώμη σου σε ένα ευρύ κοινό χωρίς πολιτικούς ,κομματικούς ,εθνικούς, θρησκευτικούς, η άλλους περιορισμούς .
    Κάνε τώρα την αρχή έλα μαζί μας…………
    Οι απόψεις που θα γράφεις εδώ δεν λογοκρίνονται σε καμιά περίπτωση και δημοσιεύονται ακέραιες
    Ζητάμε και την δική σας στήριξη καθώς το Blog προωθεί τις απόψεις των Blogger και των πολιτών, και όχι δικές μας…..
    www.ksipnistere.blogspot.com

    www.ksipnistere.gr
    Βάλτε και εμάς στη λίστα με τα ιστολόγια σας... ότι θέλετε μπορείτε να το στείλετε στο e-mail μας και από κάτω το link σας και δημοσιεύετε ακέραιο.

Leave a Reply

SYNC BLOGS