Αμέσως μετά την ανακοίνωση του μηχανισμού οικονομικής στήριξης όσων χωρών της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν προβλήματα επαρκούς δανειοδότησης σε ανταγωνσιτικά επιτόκια από τις αγορές, είχαμε παρομοιάσει τους Ελληνικούς πανηγυρισμούς με αυτούς των άτυπων «πρωταθλητών χειμώνα» στον αθλητισμό, που προτρέχουν να προεξοφλήσουν και την τελική επικράτηση στο τέλος του πρωταθλήματος, αγνοώντας τα συνολικά δεδομένα, τις επερχόμενες δυσκολίες, την ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής και επισταμένης δουλειάς, ώστε εκμεταλλευόμενοι τις όποιες ευοίωνες προϋποθέσεις και συγκυρίες να επιτύχουν το επιθυμητό θετικό αποτέλεσμα. Ην κυβέρνηση αντιθέτως έμοιαζε τις πρώτες ημέρες να αναπαύεται σε ανύπαρκτες δάφνες και να πελαγοδρομεί σε ένα κλίμα ευδαιμονίας που ελάχιστα αντικατόπτριζε την πραγματικότητα.
Με τις πρώτες μετεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης, την αναποφασιστικότητα στη λήψη άμεσων αποφάσεων, τις εσωκομματικές αντεγκλήσεις, τονίσαμε την αδυναμία να εξηγηθούν αυτά τα φαινόμενα από την απλή ανικανότητα διαχείρισης, προτάσσοντας την ύπαρξη ενός οργανωμένου σχεδίου περαιτέρω απαξίωσης της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό, με αύξηση του ελλείμματος πέραν των δεδομένων, ώστε η λήψη αντιλαϊκών μέτρων να φαντάζει ως αποτέλεσμα πίεσης από την Κομισιόν με το άλλοθι της οικτρής οικονομικής κατάστασης που παρέδωσε η ΝΔ, στοχεύοντας έτσι στον περιορισμό του πολιτικού κόστους. Κάποιοι τότε μιλούσαν για καταστροφολογία και συνωμοσιολαγνία. Πέρα από αντίστοιχες αναλύσεις στο διεθνή τύπο, έρχονται τώρα δυο πρόσφατες κυβερνητικές ανακοινώσεις να επιβεβαιώσουν ουσιαστικά τις υποψίες.
Η ρύθμιση για τους ημιυπαίθριους χώρους με τις ελάχιστες αλλαγές σε σχέση με την πρόταση Σουφλιά, που σίγουρα δεν χρειαζόταν 6 μήνες επεξεργασίας για να παρουσιαστεί σε αυτή τη μορφή, στέρησε αποδεδειγμένα πλέον ένα σημαντικό ποσό άνω του 0.5% του ΑΕΠ από τον προηγούμενο προϋπολογισμό. Ήρθαν και τα στοιχεία για μείωση του ελλείμματος στο 1ο τρίμηνο του έτους κατά 2,8 δις, ποσό που αν αντικατόπτριζε την πραγματικότητα θα έπρεπε να οδηγήσει σε άνω το 5% μείωση του ΑΕΠ το 2010, τη στιγμή μάλιστα που κάποιες από τις περικοπές δαπανών δεν έχουν ακόμη αποδώσει και τα έσοδα από ΦΠΑ είναι μειωμένα λόγω της ύφεσης. Είναι εξόφθαλμο ότι η θετική εξέλιξη οφείλεται στη μεταφορά εσόδων – εξόδων από τον ένα χρόνο στον άλλο.
Το πρόβλημα όμως με το συγκεκριμένο σενάριο φαίνεται ότι τελικά δεν βρίσκεται τόσο στη συμπεριφορά των κερδοσκόπων, που οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού δεν είναι αδαείς ώστε να μην γνωρίζουν ότι έχοντας προεξοφλήσει ένα έλλειμμα πέριξ του 8%, η εκτίναξη του κοντά στο 13% θα οδηγούσε τα επιτόκια δανεισμού σε επίπεδα αρκετά πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η αδυναμία να λειτουργήσει το αρχικό σχέδιο που προέβλεπε ότι με την ανακοίνωση του σταθεροποιητικού προγράμματος και των δημοσιονομικών μέτρων αλλά και την κοινή Ευρωπαϊκή δήλωση πολιτική στήριξης, τα spreads θα άρχιζαν να αποκλιμακώνονται και θα πλησίαζαν σταδιακά κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα, βρίσκεται στην Ελληνική νοοτροπία ότι λογικές και πρακτικές που ίσως να λειτουργούν στην ενδοχώρα θα μπορούσαν να πείσουν με την ίδια ευκολία και σε διεθνές επίπεδο.
Υποτιμήσαμε δηλαδή, τόσο την ανοχή των αγορών απέναντι σε ανούσιες υποσχέσεις για μεταρρυθμίσεις που επί έξι μήνες ελάχιστα προωθούνται, αναβάλλονται ή επί της ουσίας αδρανοποιούνται μετά από μακρύ και αναποτελεσματικό κοινωνικό διάλογο και συμβιβαστικές προτάσεις, όσο και τη δυναμική και την αξιοπιστία του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος που αποδείχθηκε ότι πέρα από μια σταθερή αγορά για τις ισχυρές εξαγωγικά χώρες όπως η Γερμανία, δεν μπόρεσε να προσφέρει την πολιτική και οικονομική συνοχή που θεωρητικά οραματίζονταν οι εμπνευστές του. Η πρώτη απρόσμενη, κρίσιμη κατάσταση ανέδειξε το τεράστιο πολιτικό κενό της Ευρωπαϊκής διαχείρισης που μετά την αδυναμία ψήφισης ενός λειτουργικού ευρωσυντάγματος, τη χάραξη κοινής εξωτερικής και μεταναστευτικής πολιτικής και την περιχαράκωση σε ένα αναπτυξιακό μοντέλο που εξ’ αρχής έμοιαζε ανίκανο να εκφράσει τις ιδιαιτερότητες και τις διαφορετικές δομές των εταίρων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Ε.Ε. ως θεσμός ξεπερνιέται σε μεγάλο βαθμό από τις διεθνείς εξελίξεις.
Το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η Ελληνική κυβέρνηση αποτυπώνεται στη χλιαρή αντίδραση για την πρωτοφανή άνοδο των spreads. Ο σχεδιασμός λογικά προέβλεπε ότι η σχετική επιτυχία των έως τώρα κινήσεων, όπως περιγράφηκαν παραπάνω, θα βελτίωναν το κλίμα, ώστε τους κρίσιμους μήνες δανεισμού Απρίλιο και Μάιο τα επιτόκια μας να προσέγγιζαν τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, χωρίς να χρειαστεί η ενεργοποίηση κανενός μηχανισμού στήριξης. Κάποια μέσα ενημέρωσης ακόμη και αντιπολιτευόμενα περιέγραφαν αυτό το πλάνο ως ικανό να καταστήσει τον Παπανδρέου πολιτικά κυρίαρχο και να του δώσει άπλετο χρόνο για την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.
Όλα αυτά φαντάζουν πλέον απατηλά όνειρα αφού η νέα διολίσθηση του ευρώ και η προοπτική βαθιάς ύφεσης δεν μας αφήνουν μεγάλα περιθώρια κινήσεων. Η έλλειψη ενός συγκροτημένου αναπτυξιακού πλάνου για τα επόμενα χρόνια που θα μας καταστήσει ελκυστικό επενδυτικό προορισμό (μείωση γραφειοκρατίας, αναπτυξιακός νόμος, χαμηλή φορολόγηση, περιορισμό ΦΠΑ σε συγκεκριμένους τομείς κλπ), αλλά και η ειλικρινής προώθηση μεταρρυθμίσεων που προς το παρόν δεν φαίνεται, θα πείσουν τις αγορές για τη διάθεση εκσυγχρονισμού μας.
Το πρώτο όμως συνεχώς αναβάλλεται μέσα σε ένα κλίμα γενικόλογων προθέσεων που δεν πραγματοποιούνται (πέρα από την αύξηση της φορολόγησης που μάλλον διώχνει παρά προσελκύει κεφάλαια), και το δεύτερο περνά μέσα από αυτοπεριοριτικούς μηχανισμούς. Ποιος πείθεται για την αξιοπιστία του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων όταν οι προτάσεις περιλαμβάνουν σημαντικές εξαιρέσεις ή είναι επίπλαστες πχ (ο αριθμός των αδειών και το κόμιστρο ταξί και φορτηγών να συνεχίσουν να ελέγχονται από το κράτος!!); Πως θα αναδιοργανωθεί η διαχείριση των νοσοκομείων και των υπέρογκων χρεών τους όταν οι επιλογές των νέων Προέδρων προέρχονται από κομματικά στελέχη, συγγενείς τους ή άσχετους με διοικητικά ζητήματα (απόστρατους αξιωματικούς, χημικούς, μηχανολόγους κλπ); Πως θα προωθηθούν οι ιδιωτικοποιήσεις όταν πρέπει να ισορροπήσεις με κομματικά συνδικαλιστικά συμφέροντα; Τι εικόνα δίνουμε για την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού μας ζητήματος, όταν επιλέγονται μακροπρόθεσμες προτάσεις που μεταθέτουν το πρόβλημα στις επόμενες γενιές και δεν ασχολούνται με την υπογεννητικότητα της χώρας, τον περιορισμό της εισφοροδιαφυγής, που περνά μέσα κι από τον περιορισμό των εισφορών που παραμένουν από τις υψηλότερες Ευρωπαϊκά;
Δυστυχώς για τον προγραμματισμό των κυβερνώντων η λογική της ανακύκλωσης του δανεισμού, αδυνατεί, λόγω των σταθερά υψηλών επιτοκίων, να στηρίξει για πολύ ακόμη την κλυδωνιζόμενη οικονομία μας. Από τη στιγμή μάλιστα που οι όποιοι μηχανισμοί στήριξης μοιάζουν προσχηματικοί, και δεν πρόκειται να συνεισφέρουν πρακτικά, οφείλουμε έστω και με καθυστέρηση δεκαετιών να πείσουμε για την ειλικρίνεια μας να αλλάξουμε μοντέλο ανάπτυξης, να αξιοποιήσουμε το πλουτοπαραγωγικό και ανθρώπινο δυναμικό μας, να αναδείξουμε τα ανταγωνιστικά μας πλεονεκτήματα στους τομείς που μπορούν να αποδώσουν άμεσα, απτά αποτελέσματα.
Είναι ικανή η τωρινή κυβέρνηση που δηλώνει ότι βρίσκεται ιδεολογικά σε απόσταση από τα μέτρα που ανακοινώνει και σπαράσσεται από εσωτερικές ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, να εμπνεύσει τον Ελληνικό λαό ουσιαστικά προς μια φιλελεύθερη κατεύθυνση; Άραγε το πιστεύουν αυτό ακόμα και οι ίδιοι οι κυβερνητικοί παράγοντες;
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια