Η τοποθέτηση, από την κυβέρνηση, σε δεύτερο πλάνο της αναπτυξιακής πλευράς των μέτρων που έχει ανάγκη η χώρα είναι προφανέστατη από την αρχή της θητείας της. Τη στιγμή που με περισσή ταχύτητα υιοθέτησε, σχεδόν άκριτα, τις επιταγές των Ευρωπαίων αξιωματούχων για περικοπές μισθών και γενικότερων παροχών, προσεγγίζει με φειδώ και νωχελικότητα το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η αγορά από την έλλειψη ρευστότητας και την μειωμένη κατανάλωση. Τα περισσότερα από τα προγράμματα που είχαν ανακοινωθεί επί ΝΔ δεν προχωρούν ή καταργούνται, άλλα ανακοινώνονται αλλά καθυστερούν αδικαιολόγητα να εκτελεστούν, η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του ΕΣΠΑ παραμένει ζητούμενο, οι συγχρηματοδοτήσεις Κράτους – Ιδιωτών (ΣΔΙΤ) δεν προχωρούν και φυσικά ο πολυαναμενόμενος νέος αναπτυξιακός νόμος ακόμα σχεδιάζεται.
Επειδή την αναπτυξιακή κυβερνητική λογική την έχουμε αναλύσει επανειλημμένα, αυτή τη φορά θα αναφερθώ αποκλειστικά στο ζήτημα των εγγυοδοτήσεων μέσω του ΤΕΜΠΜΕ. Η δράση του ταμείου στην αντιμετώπιση της κρίσης ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων υπήρξε καταλυτική τροφοδοτώντας με αρκετά δις ευρώ την αγορά. Η ανάληψη όμως της κυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ μοιάζει να έβαλε και αυτή τη διαδικασία σε έναν ολοκληρωτικό επανασχεδιασμό. Καινούρια προγράμματα ανακοινώνονται για την εξόφληση χρεών προς ασφαλιστικά ταμεία, νέους επιχειρηματίες τα οποία όμως δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί. Από την άλλη όμως πλήρεις «φάκελοι» για τη χορήγηση κεφαλαίου κίνησης, που έχουν κατατεθεί ακόμα και πριν τις εκλογές, καθυστερούν πολλούς μήνες για να εξεταστούν και να εγκριθούν. Ο συνολικός αριθμός μάλιστα των συγκεκριμένων φακέλων, των οποίων η προώθηση εκκρεμεί, ανέρχεται σύμφωνα με υπολογισμούς στις 27000!! Μοιάζει η κυβέρνηση είτε να μην επιθυμεί να προχωρήσει στη δέσμευση κεφαλαίων για την προώθηση αυτής της δράσης, είτε να αντιμετωπίζει με καχυποψία τις αιτήσεις που κατατέθηκαν προεκλογικά. Λες και με κάποιο αδιόρατο τρόπο αυτοί οι επιχειρηματίες φέρουν το “πολιτικό” στίγμα της προηγούμενης διακυβέρνησης!!
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το πραγματικό σκεπτικό αυτής της κυβερνητικής επιλογής. Το πρόγραμμα στηρίζεται σε συγκεκριμένους όρους που πρέπει να πληρούν οι αιτούντες και προφανώς ο έλεγχος των φακέλων δεν διαρκεί τόσο δυσανάλογα μεγάλο χρονικό διάστημα. Τη στιγμή που οι στόχοι για την ανάπτυξη το 2010 αναθεωρούνται δυσμενέστερα συνεχώς αγγίζοντας ήδη το 4%, με προοπτική να ξεπεράσει τελικά και το 5 %, και οι απολύσεις εργαζομένων είναι επί θύρας, μετά και την απελευθέρωση του ορίου, είναι τουλάχιστον εγκληματικό να στοιβάζονται ανεκτέλεστες αιτήσεις επιχειρήσεων που αδυνατούν πλέον να καλύψουν άμεσες ανάγκες αγοράς πρώτης ύλης, εμπορευμάτων, τεχνολογικού εξοπλισμού κλπ
Το αποτέλεσμα αυτής της αντιαναπτυξιακής λογικής είναι αναπόφευκτα οικτρά. Με αυτές τις πρακτικές δίνουν κάποιοι την εντύπωση πως δεν κατανοούν το προφανές, ότι δηλαδή οι επιχειρήσεις καταρρέουν για τρεις βασικούς λόγους. Τον εσφαλμένο σχεδιασμό και αρχική χρηματοδότηση (η κρατική στήριξη τουλάχιστον στο επίπεδο τη τεχνογνωσίας είναι επιεικώς ελλιπής), την αδυναμία προσαρμογής στις τεχνολογικές ή άλλες εξελίξεις, αλλά κυρίως από την πίεση (τα bottlenecks) που προκύπτουν συχνά κι από απρόσμενες συγκυρίες στην ροή χρήματος (cash flow statements) που οδηγούν σε ανυπέρβλητες δυσκολίες εξυπηρέτησης πάγιων πληρωμών και περιορίζουν τις δυνατότητες ανανέωσης της παραγωγικής διαδικασίας.
Ελπίζουμε η καθυστέρηση στην έγκριση και χορήγηση των αντίστοιχων ποσών να μην αποτελεί πολιτική επιλογή έμμεσης «τιμωρίας» όσον είχαν την ατυχία όπως φαίνεται να καταθέσουν τις αιτήσεις τους επί του προγράμματος της προηγούμενης κυβέρνησης. Οι θεμιτές ή μη, με περιεχόμενο ή άνευ κομματικές αντεγκλήσεις ουδεμία επιρροή θα πρέπει να έχουν στη λειτουργία της αγοράς. Ιδιαίτερα σ αυτούς τους πρωτοφανείς, χαλεπούς καιρούς ο στόχος όλων πρέπει να είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ιδιαίτερα σε παραγωγικούς τομείς με εξαγωγικές δυνατότητες, αλλά και σε όσους μικρομεσαίους, τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας όπως συχνά την προσφωνούν, αγωνίζονται για την επιβίωση και διατήρηση της λειτουργίας των επιχειρήσεων τους.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Επειδή την αναπτυξιακή κυβερνητική λογική την έχουμε αναλύσει επανειλημμένα, αυτή τη φορά θα αναφερθώ αποκλειστικά στο ζήτημα των εγγυοδοτήσεων μέσω του ΤΕΜΠΜΕ. Η δράση του ταμείου στην αντιμετώπιση της κρίσης ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων υπήρξε καταλυτική τροφοδοτώντας με αρκετά δις ευρώ την αγορά. Η ανάληψη όμως της κυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ μοιάζει να έβαλε και αυτή τη διαδικασία σε έναν ολοκληρωτικό επανασχεδιασμό. Καινούρια προγράμματα ανακοινώνονται για την εξόφληση χρεών προς ασφαλιστικά ταμεία, νέους επιχειρηματίες τα οποία όμως δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί. Από την άλλη όμως πλήρεις «φάκελοι» για τη χορήγηση κεφαλαίου κίνησης, που έχουν κατατεθεί ακόμα και πριν τις εκλογές, καθυστερούν πολλούς μήνες για να εξεταστούν και να εγκριθούν. Ο συνολικός αριθμός μάλιστα των συγκεκριμένων φακέλων, των οποίων η προώθηση εκκρεμεί, ανέρχεται σύμφωνα με υπολογισμούς στις 27000!! Μοιάζει η κυβέρνηση είτε να μην επιθυμεί να προχωρήσει στη δέσμευση κεφαλαίων για την προώθηση αυτής της δράσης, είτε να αντιμετωπίζει με καχυποψία τις αιτήσεις που κατατέθηκαν προεκλογικά. Λες και με κάποιο αδιόρατο τρόπο αυτοί οι επιχειρηματίες φέρουν το “πολιτικό” στίγμα της προηγούμενης διακυβέρνησης!!
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το πραγματικό σκεπτικό αυτής της κυβερνητικής επιλογής. Το πρόγραμμα στηρίζεται σε συγκεκριμένους όρους που πρέπει να πληρούν οι αιτούντες και προφανώς ο έλεγχος των φακέλων δεν διαρκεί τόσο δυσανάλογα μεγάλο χρονικό διάστημα. Τη στιγμή που οι στόχοι για την ανάπτυξη το 2010 αναθεωρούνται δυσμενέστερα συνεχώς αγγίζοντας ήδη το 4%, με προοπτική να ξεπεράσει τελικά και το 5 %, και οι απολύσεις εργαζομένων είναι επί θύρας, μετά και την απελευθέρωση του ορίου, είναι τουλάχιστον εγκληματικό να στοιβάζονται ανεκτέλεστες αιτήσεις επιχειρήσεων που αδυνατούν πλέον να καλύψουν άμεσες ανάγκες αγοράς πρώτης ύλης, εμπορευμάτων, τεχνολογικού εξοπλισμού κλπ
Το αποτέλεσμα αυτής της αντιαναπτυξιακής λογικής είναι αναπόφευκτα οικτρά. Με αυτές τις πρακτικές δίνουν κάποιοι την εντύπωση πως δεν κατανοούν το προφανές, ότι δηλαδή οι επιχειρήσεις καταρρέουν για τρεις βασικούς λόγους. Τον εσφαλμένο σχεδιασμό και αρχική χρηματοδότηση (η κρατική στήριξη τουλάχιστον στο επίπεδο τη τεχνογνωσίας είναι επιεικώς ελλιπής), την αδυναμία προσαρμογής στις τεχνολογικές ή άλλες εξελίξεις, αλλά κυρίως από την πίεση (τα bottlenecks) που προκύπτουν συχνά κι από απρόσμενες συγκυρίες στην ροή χρήματος (cash flow statements) που οδηγούν σε ανυπέρβλητες δυσκολίες εξυπηρέτησης πάγιων πληρωμών και περιορίζουν τις δυνατότητες ανανέωσης της παραγωγικής διαδικασίας.
Ελπίζουμε η καθυστέρηση στην έγκριση και χορήγηση των αντίστοιχων ποσών να μην αποτελεί πολιτική επιλογή έμμεσης «τιμωρίας» όσον είχαν την ατυχία όπως φαίνεται να καταθέσουν τις αιτήσεις τους επί του προγράμματος της προηγούμενης κυβέρνησης. Οι θεμιτές ή μη, με περιεχόμενο ή άνευ κομματικές αντεγκλήσεις ουδεμία επιρροή θα πρέπει να έχουν στη λειτουργία της αγοράς. Ιδιαίτερα σ αυτούς τους πρωτοφανείς, χαλεπούς καιρούς ο στόχος όλων πρέπει να είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, ιδιαίτερα σε παραγωγικούς τομείς με εξαγωγικές δυνατότητες, αλλά και σε όσους μικρομεσαίους, τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας όπως συχνά την προσφωνούν, αγωνίζονται για την επιβίωση και διατήρηση της λειτουργίας των επιχειρήσεων τους.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Πολυ καλο αρθρο,που αφορα παρα πολλους,πολλες επιχειρησεις και που δυστηχως η Κυβερνηση παει σαν την χελωνα,αγνοωντας εντελως οτι εχει σχεση με την αναπτυξη και παιρνει μονο μετρα εις βαρος των χαμηλομισθων,των συνταξιουχων κλπ.Πως θα εισπραξει απο τους μη εχοντες? Για να παρεις πρεπει και να δωσεις,για να κινηθει η αγορα.