Μια από τις πρώτες κυβερνητικές προσπάθειες να ανοίξει το χρονίζων θέμα των κλειστών επαγγελμάτων που διατηρούσαν στη χώρα μας πολλούς κλάδους σε ένα ιδιότυπο καθεστώς, ουσιαστικά κρατικοδίαιτου επιχειρείν, μοιάζει να οδηγείται σε αδιέξοδο. Από τη μια οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν λύνουν στη ρίζα τους τα προβλήματα προστατευτισμού αφού και πάλι ο αριθμός των αδειών σε φορτηγά και βυτία θα ελέγχεται με κάποιο τρόπο και το κόμιστρο δεν θα διαμορφώνεται με όρους ελεύθερου ανταγωνισμού, περιορίζοντας τις όποιες θετικές επιπτώσεις στο κόστος μεταφορών άρα και στην τελική τιμή προϊόντων και υπηρεσιών. Από την άλλη η μείωση της τιμής της άδειας, χωρίς πρόβλεψη για αντίστοιχο δίχτυ προστασίας ιδιαίτερα για όσους προχώρησαν πρόσφατα σε μια τέτοια επένδυση, δημιούργησε το κύμα αντιδράσεων που οδήγησε στις απεργιακές κινητοποιήσεις.
Σε μια τουριστική περίοδο με ιδιαίτερα προβλήματα (οικονομική κρίση, κλείσιμο ξένων τουριστικών πρακτόρων, δυναμικές συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις, τρομοκρατικές επιθέσεις, αύξηση της εγκληματικότητας) που δεν προμήνυαν ένα ευοίωνο καλοκαίρι για τους επαγγελματίες του χώρου, ήρθε ως επιστέγασμα κι αυτή η απεργία που, ακόμα κι αν λυθεί σύντομα, θα βραχυκυκλώσει την αγορά, την τροφοδοσία εμπορευμάτων, τις μετακινήσεις, την γενικότερη τουριστική κίνηση και φυσικά θα ταλαιπωρήσει εκατομμύρια πολιτών και εργαζομένων.
Η σημερινή κυβερνητική πράταξη κατόρθωσε υπερασπιζόμενη σθεναρά επί δεκαετίες τα κάθε είδους δίκαια και μη δικαιώματα κάποιων επαγγελματικών ομάδων, όχι μόνο να αδυνατεί τώρα να προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την αγορά και θα εξαλείψουν, έστω κι ένα μέρος των διαχρονικών αγκυλώσεων της οικονομίας μας, αλλά και να βρίσκεται τελικά αντιμέτωπη και με κάποια δίκαια αιτήματα τους.
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω η πλήρης απελευθέρωση της λειτουργίας του κλάδου και της διαμόρφωσης του κομίστρου, είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ, με σημαντική επιπρόσθετη αξία για την επιχειρηματική δραστηριότητα (μείωση μεταφορικού κόστους) αλλά και τον καταναλωτή (φθηνότερα προϊόντα και καύσιμα). Είναι όμως ως ένα βαθμό κατανοητή και η διάθεση των κατόχων των αδειών (κυρίως αυτών που τις αγόρασαν σχετικά πρόσφατα) να προστατεύσουν μέρος της αξίας της επένδυσης τους. Άλλωστε το κράτος νομοθέτησε τους στρεβλούς όρους με τους οποίους λειτουργούσαν τόσο χρόνια, αυτό οφείλει και να καλύψει τώρα την όποια απώλεια της αρχικής επένδυσης προκύψει.
Γνωρίζοντας λοιπόν η κυβέρνηση τις αντιδράσεις που θα υπήρχαν θα έπρεπε να έχει προχωρήσει σε συνεννόηση με τους επαγγελματίες σε ρύθμιση που θα επέτρεπε μεν την ελεύθερη διαπραγμάτευση των αδειών, θα περιείχε δε και πρόβλεψη για τμηματική και σταδιακή κάλυψη του υπολειπόμενου, από την αρχική τιμή, ποσού με βάση την παλαιότητα της άδειας και την τιμή απόκτησης της. Με αυτό τον τρόπο όσοι θα προχωρούσαν σε άμεση πώληση της άδειας τους δεν θα είχαν εκτεταμένες απώλειες. Το ποσό θα μπορούσε να καλυφθεί από ένα μικρό μέρος του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, φορολογικούς συμψηφισμούς ή άλλους αντίστοιχους πόρους που θα μπορούσε να αναζητήσει η κυβέρνηση.
Όταν όμως δεν πιστεύεις στην πολιτική που ακολουθείς ή δεν γνωρίζεις επαρκώς τη διαχείριση της, τα αποτελέσματα είναι ακριβώς αυτά που βιώνουμε σήμερα. Ανερμάτιστα, αποσπασματικά μέτρα περιορισμένης εμβέλειας και ωφέλειας για το κοινωνικό σύνολο και την αγορά, με ταυτόχρονη σύγκρουση με κοινωνικές κι επαγγελματικές ομάδες, οδηγώντας τελικά τα πράγματα στο απόλυτο αδιέξοδο.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Σε μια τουριστική περίοδο με ιδιαίτερα προβλήματα (οικονομική κρίση, κλείσιμο ξένων τουριστικών πρακτόρων, δυναμικές συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις, τρομοκρατικές επιθέσεις, αύξηση της εγκληματικότητας) που δεν προμήνυαν ένα ευοίωνο καλοκαίρι για τους επαγγελματίες του χώρου, ήρθε ως επιστέγασμα κι αυτή η απεργία που, ακόμα κι αν λυθεί σύντομα, θα βραχυκυκλώσει την αγορά, την τροφοδοσία εμπορευμάτων, τις μετακινήσεις, την γενικότερη τουριστική κίνηση και φυσικά θα ταλαιπωρήσει εκατομμύρια πολιτών και εργαζομένων.
Η σημερινή κυβερνητική πράταξη κατόρθωσε υπερασπιζόμενη σθεναρά επί δεκαετίες τα κάθε είδους δίκαια και μη δικαιώματα κάποιων επαγγελματικών ομάδων, όχι μόνο να αδυνατεί τώρα να προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την αγορά και θα εξαλείψουν, έστω κι ένα μέρος των διαχρονικών αγκυλώσεων της οικονομίας μας, αλλά και να βρίσκεται τελικά αντιμέτωπη και με κάποια δίκαια αιτήματα τους.
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω η πλήρης απελευθέρωση της λειτουργίας του κλάδου και της διαμόρφωσης του κομίστρου, είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ, με σημαντική επιπρόσθετη αξία για την επιχειρηματική δραστηριότητα (μείωση μεταφορικού κόστους) αλλά και τον καταναλωτή (φθηνότερα προϊόντα και καύσιμα). Είναι όμως ως ένα βαθμό κατανοητή και η διάθεση των κατόχων των αδειών (κυρίως αυτών που τις αγόρασαν σχετικά πρόσφατα) να προστατεύσουν μέρος της αξίας της επένδυσης τους. Άλλωστε το κράτος νομοθέτησε τους στρεβλούς όρους με τους οποίους λειτουργούσαν τόσο χρόνια, αυτό οφείλει και να καλύψει τώρα την όποια απώλεια της αρχικής επένδυσης προκύψει.
Γνωρίζοντας λοιπόν η κυβέρνηση τις αντιδράσεις που θα υπήρχαν θα έπρεπε να έχει προχωρήσει σε συνεννόηση με τους επαγγελματίες σε ρύθμιση που θα επέτρεπε μεν την ελεύθερη διαπραγμάτευση των αδειών, θα περιείχε δε και πρόβλεψη για τμηματική και σταδιακή κάλυψη του υπολειπόμενου, από την αρχική τιμή, ποσού με βάση την παλαιότητα της άδειας και την τιμή απόκτησης της. Με αυτό τον τρόπο όσοι θα προχωρούσαν σε άμεση πώληση της άδειας τους δεν θα είχαν εκτεταμένες απώλειες. Το ποσό θα μπορούσε να καλυφθεί από ένα μικρό μέρος του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, φορολογικούς συμψηφισμούς ή άλλους αντίστοιχους πόρους που θα μπορούσε να αναζητήσει η κυβέρνηση.
Όταν όμως δεν πιστεύεις στην πολιτική που ακολουθείς ή δεν γνωρίζεις επαρκώς τη διαχείριση της, τα αποτελέσματα είναι ακριβώς αυτά που βιώνουμε σήμερα. Ανερμάτιστα, αποσπασματικά μέτρα περιορισμένης εμβέλειας και ωφέλειας για το κοινωνικό σύνολο και την αγορά, με ταυτόχρονη σύγκρουση με κοινωνικές κι επαγγελματικές ομάδες, οδηγώντας τελικά τα πράγματα στο απόλυτο αδιέξοδο.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια