Η πολυπληθής συγκέντρωση πολιτών στην Ουάσιγκτον υπό τη στήριξη, του ιδιαίτερα ενεργού το τελευταίο διάστημα, Tea Party και την συμμετοχή ως ομιλητών της πρώην υποψηφίας αντιπροέδρου των Ρεπουμπλικανών Σάρα Πέιλιν και του παρουσιαστή του FOX Γκλεν Μπεκ, αποτελεί ένα πολύπλευρο μήνυμα τόσο για τη διάρθρωση και τις αντιλήψεις σημαντικού μέρους της Αμερικανικής κοινωνίας, όσο και για την ευρύτερη στροφή σε θεοκρατικές και συχνά εξαιρετικά ανασφαλείς πολιτικές προσεγγίσεις. Είναι γεγονός ότι σε περιόδους κρίσης ο άνθρωπος αλλά και η κοινωνία συνολικότερα αντιδρά πιο φοβικά, πιο περιοριστικά, με πιο αρχέτυπο τρόπο, αναζητώντας λύσεις και ανακούφιση σε εμπεδωμένες ιδέες και θεωρίες που ακόμα κι αν συχνά δεν μπορούν να αποδεχτούν οι πιο παραγωγικές κι αποτελεσματικές, προσφέρουν μια αίσθηση σιγουριάς.
Φυσικά και η αναζήτηση συναισθηματικού καθησυχασμού και διανοητικής εξομάλυνσης σε στέρεες αξίες όπως η θρησκεία (εν γένει οι πνευματικές αναφορές), η πατρίδα (η αίσθηση της «ρίζας») και η οικογένεια (η διαπροσωπική ταύτιση) αποτελεί θεμιτή επιλογή. Αυτό που δημιουργεί την ανησυχία είναι η εκμετάλλευση αυτής της ανάγκης από συγκεκριμένους κύκλους, όπως το Tea Party, που χρησιμοποιούν μια ρητορική εθνικιστικού παροξυσμού και θρησκευτικού ολοκληρωτισμού για καθαρά οπορτουνιστικούς, μικροπολιτικούς λόγους.
Ομονοώντας συνεχώς στην ευλογία του Θεού προς τις ΗΠΑ, ανακυκλώνοντας την τρομολαγνεία (εξιδανικεύοντας και μεγεθύνοντας υπαρκτά δεδομένα), υπεραπλουστεύοντας καταστάσεις κι αναμοχλεύοντας συναισθήματα μίσους επί δικαίων και αδίκων, στοχεύουν στην περιχαράκωση μέρους πολιτών που είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να χειροτερεύει με γεωμετρική πρόοδο τα τελευταία χρόνια και τη χώρα τους παρά το τεράστιο κόστος να .μην μπορεί επί της ουσίας να ελέγξει τις δράσεις των τρομοκρατών. Η μετατροπή όμως σε «ιερό πόλεμο» των υπαρκτών ζητημάτων τρομοκρατίας στον πλανήτη το μόνο που κατορθώνει είναι να ενισχύσει αυτές τις τάσεις και στην αντίπερα όχθη, του μουσουλμανικού κόσμου.
Κάποιοι στις ΗΠΑ προβάλουν μια εικόνα επιθυμητής θεοκρατίας που σε πολλά θυμίζει τις αντίστοιχες διαχρονικές αντιλήψεις μουσουλμανικών κύκλων που εν πολλοίς οδήγησαν στις εθνικιστικές και τρομοκρατικές «εκρήξεις». Αυτό είναι που κάνει ιδιαίτερα επικίνδυνη και την παρόμοια προσέγγιση κάποιων Αμερικανικών πολιτικών ομάδων. Φυσικά αυτή η πρόσφατη αναθέρμανση αυτών των ιδεολογημάτων ενισχύθηκε κι από τη στάση του Προέδρου Ομπάμα στο θέμα της ανέγερσης τζαμιού σε χώρο πλησίον του «σημείου μηδέν» της τραγωδίας της 11 Σεπτεμβρίου στους δίδυμους Πύργους. Όσο κι αν η εμμονή στην ανεξιθρησκία και η έμπρακτη ένδειξη σεβασμού στα κάθε είδους θρησκευτικά πιστεύω, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εξομάλυνση των σχέσεων Δύσης και Ανατολής, δεν μπορεί από την άλλη να αποτελεί τη δικαιολογία για προκλητικές αποφάσεις, τόσο για το συμβολισμό, όσο και για τη συναισθηματική φόρτιση που δημιουργούν, όπως αυτή του τζαμιού.
Όταν μάλιστα οι φορείς της Νέας Υόρκης (δήμαρχος, γερουσιαστής) συμφωνούν στην πρόταση για ανέγερση του Ναού του Αγ.Νικολάου σε αυτή την περιοχή, μια κίνηση που θα μπορούσε να ληφθεί κι ως ένδειξη σεβασμού στα θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης, ποιοι είναι οι λόγοι της επιμονής σε μια επιλογή που επί της ουσίας δεν προάγει ούτε τη συνεργασία λαών και θρησκευτικών δογμάτων; Αν αυτή ήταν όντως η επιθυμία του Αμερικανού Προέδρου θα μπορούσε να έχει κάνει μια πιο εποικοδομητική πρόταση, που να αφορά τη δημιουργία ενός διαπολιτισμικού χώρου που να προβάλει τη δημιουργική πλευρά των δυο κόσμων ή ενός φορέα έρευνας και μελέτης πάνω σε ιστορικά και θρησκευτικά δεδομένα.
Γενικότερα θα ήταν θεμιτό να καταλήξει σε μια κίνηση που θα έδειχνε ταυτόχρονα το σεβασμό σε θύματα και αθώους πολίτες με διαφορετικό θρησκευτικό και πολιτισμικό προσανατολισμό και που θα ερχόταν ως επιστέγασμα, μετά και την απόσυρση των Αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, του στόχου για κατανόηση και ειρήνη στον πλανήτη. Αντ’ αυτού προτίμησε να προκρίνει μια πρόταση που μάλλον περισσότερα προβλήματα δημιουργεί από αυτά που θεωρείτε ότι λύνει και κατά πάσα πιθανότητα εντείνει ένα κλίμα καχυποψία και επιθετικότητας ανάμεσα στους δυο κόσμους, θέτοντας ξανά σε ενέργεια και με μεγαλύτερη ένταση τα ακραία εθνικιστικά ένστικτα, ένθεν κακείθεν.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Φυσικά και η αναζήτηση συναισθηματικού καθησυχασμού και διανοητικής εξομάλυνσης σε στέρεες αξίες όπως η θρησκεία (εν γένει οι πνευματικές αναφορές), η πατρίδα (η αίσθηση της «ρίζας») και η οικογένεια (η διαπροσωπική ταύτιση) αποτελεί θεμιτή επιλογή. Αυτό που δημιουργεί την ανησυχία είναι η εκμετάλλευση αυτής της ανάγκης από συγκεκριμένους κύκλους, όπως το Tea Party, που χρησιμοποιούν μια ρητορική εθνικιστικού παροξυσμού και θρησκευτικού ολοκληρωτισμού για καθαρά οπορτουνιστικούς, μικροπολιτικούς λόγους.
Ομονοώντας συνεχώς στην ευλογία του Θεού προς τις ΗΠΑ, ανακυκλώνοντας την τρομολαγνεία (εξιδανικεύοντας και μεγεθύνοντας υπαρκτά δεδομένα), υπεραπλουστεύοντας καταστάσεις κι αναμοχλεύοντας συναισθήματα μίσους επί δικαίων και αδίκων, στοχεύουν στην περιχαράκωση μέρους πολιτών που είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να χειροτερεύει με γεωμετρική πρόοδο τα τελευταία χρόνια και τη χώρα τους παρά το τεράστιο κόστος να .μην μπορεί επί της ουσίας να ελέγξει τις δράσεις των τρομοκρατών. Η μετατροπή όμως σε «ιερό πόλεμο» των υπαρκτών ζητημάτων τρομοκρατίας στον πλανήτη το μόνο που κατορθώνει είναι να ενισχύσει αυτές τις τάσεις και στην αντίπερα όχθη, του μουσουλμανικού κόσμου.
Κάποιοι στις ΗΠΑ προβάλουν μια εικόνα επιθυμητής θεοκρατίας που σε πολλά θυμίζει τις αντίστοιχες διαχρονικές αντιλήψεις μουσουλμανικών κύκλων που εν πολλοίς οδήγησαν στις εθνικιστικές και τρομοκρατικές «εκρήξεις». Αυτό είναι που κάνει ιδιαίτερα επικίνδυνη και την παρόμοια προσέγγιση κάποιων Αμερικανικών πολιτικών ομάδων. Φυσικά αυτή η πρόσφατη αναθέρμανση αυτών των ιδεολογημάτων ενισχύθηκε κι από τη στάση του Προέδρου Ομπάμα στο θέμα της ανέγερσης τζαμιού σε χώρο πλησίον του «σημείου μηδέν» της τραγωδίας της 11 Σεπτεμβρίου στους δίδυμους Πύργους. Όσο κι αν η εμμονή στην ανεξιθρησκία και η έμπρακτη ένδειξη σεβασμού στα κάθε είδους θρησκευτικά πιστεύω, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εξομάλυνση των σχέσεων Δύσης και Ανατολής, δεν μπορεί από την άλλη να αποτελεί τη δικαιολογία για προκλητικές αποφάσεις, τόσο για το συμβολισμό, όσο και για τη συναισθηματική φόρτιση που δημιουργούν, όπως αυτή του τζαμιού.
Όταν μάλιστα οι φορείς της Νέας Υόρκης (δήμαρχος, γερουσιαστής) συμφωνούν στην πρόταση για ανέγερση του Ναού του Αγ.Νικολάου σε αυτή την περιοχή, μια κίνηση που θα μπορούσε να ληφθεί κι ως ένδειξη σεβασμού στα θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης, ποιοι είναι οι λόγοι της επιμονής σε μια επιλογή που επί της ουσίας δεν προάγει ούτε τη συνεργασία λαών και θρησκευτικών δογμάτων; Αν αυτή ήταν όντως η επιθυμία του Αμερικανού Προέδρου θα μπορούσε να έχει κάνει μια πιο εποικοδομητική πρόταση, που να αφορά τη δημιουργία ενός διαπολιτισμικού χώρου που να προβάλει τη δημιουργική πλευρά των δυο κόσμων ή ενός φορέα έρευνας και μελέτης πάνω σε ιστορικά και θρησκευτικά δεδομένα.
Γενικότερα θα ήταν θεμιτό να καταλήξει σε μια κίνηση που θα έδειχνε ταυτόχρονα το σεβασμό σε θύματα και αθώους πολίτες με διαφορετικό θρησκευτικό και πολιτισμικό προσανατολισμό και που θα ερχόταν ως επιστέγασμα, μετά και την απόσυρση των Αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, του στόχου για κατανόηση και ειρήνη στον πλανήτη. Αντ’ αυτού προτίμησε να προκρίνει μια πρόταση που μάλλον περισσότερα προβλήματα δημιουργεί από αυτά που θεωρείτε ότι λύνει και κατά πάσα πιθανότητα εντείνει ένα κλίμα καχυποψία και επιθετικότητας ανάμεσα στους δυο κόσμους, θέτοντας ξανά σε ενέργεια και με μεγαλύτερη ένταση τα ακραία εθνικιστικά ένστικτα, ένθεν κακείθεν.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια