Η επισήμανση του επικεφαλής του Eurogroup ότι ήταν γνωστό ότι η Ελλάδα εδώ και δεκαετίες αντιμετώπιζε διαρθρωτικά ζητήματα που δεν τις επέτρεπαν να διαχειριστεί την εκτίναξη του χρέους της στα τέλη της δεκαετίας του ’80, προκάλεσε αντιδράσεις στο πολιτικό σύστημα της χώρας και υποκριτικές αναλύσεις από τα ΜΜΕ. Έμοιαζε λες και πρώτη φορά σε αυτό τον τόπο ακούμε την αποτύπωση των πραγματικών δεδομένων για τη εξέλιξη του οικονομικού μοντέλου μας, προς τα σημερινά αδιέξοδα. Λες και δεν γνωρίζαμε πότε ξεπέρασε το χρέος το 100% του ΑΕΠ, ούτε τον συνεχή λαϊκίστικο τρόπο διαχείρισης των δημοσιονομικών ζητημάτων, ελέω πελατειακών σχέσεων και κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας που δεν επέτρεπε τον ορθό ανταγωνισμό στην αγορά. Η απλή αναφορά του αυτονόητου έμοιασε να μας ξαφνιάζει, ως σαν να αποτελούσε μια τεράστια αποκάλυψη!!
Ο κ. Γιούνκερ έθεσε απλώς τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Οι οικονομίες δεν εκτροχιάζονται από τη μια μέρα στην άλλη, όπως και δεν βελτιώνονται σε ανύποπτο χρόνο, αν δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του κράτους, θέσπιση κανόνων υγιούς ανταγωνισμού, και μακρόπνοο αναπτυξιακό σχέδιο που να προσδίδει υπεραξία στο δυναμικό (φυσικό και ανθρώπινο) της χώρας. Είναι λοιπόν γεγονός ότι τέτοια πολιτική θέληση, σταθερή και αμετάκλητη, δεν υπήρξε.
Μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό μας την πρώτη οκταετία διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, δεν ακολουθήθηκε με συνέπεια μια πολιτική που θα επικεντρώνονταν στην ανατροπή των χρόνιων παθογενειών μας. Ιδιαίτερα η περίοδος προετοιμασίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, υπήρξε μια ανεπανάληπτη ευκαιρία συρρίκνωσης του χρέους, αφού οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και η σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού, μας επέτρεπαν, αν προχωρούσαμε επιτέλους και σε μια σειρά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, να απεγκλωβιστούμε δια παντός από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Ο λαϊκισμός όμως είχε πιο ισχυρές βάσεις από τη αρχική θέληση κάποιων πολιτικών που με ευκολία συμβιβάστηκαν με το σαθρό κατεστημένο, υποχωρώντας μπρος στις συνδικαλιστικές και εσωκομματικές πιέσεις.
Ακόμα κι όταν, λίγο αργότερα, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχείρησε να ανοίξει και πάλι το θέμα των μεταρρυθμίσεων, δεν βρήκε την ελάχιστη στήριξη ακόμα κι από όσους είχαν επιχειρήσει στο ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση να προωθήσουν ανάλογες ρυθμίσεις. Τέτοια υποκρισία!! Κι ακόμα μεγαλύτερη βέβαια αφού η σημερινή κυβέρνηση του κινήματος διατείνεται ότι είναι πρωτοπόρος στις διαρθρωτικές αλλαγές (αυτές προφανώς που λυσσαλέα αντιμάχονταν!) προωθώντας τες όμως αποσπασματικά, χωρίς συνολικό σχεδιασμό και συχνά με πιο ακραίο και επώδυνο κοινωνικά τρόπο.
Ούτε βέβαια ήταν άγνωστος ο τρόπος λειτουργίας και οι στόχοι της Ε.Ε. με βάση τη συνθήκη του Μάαστριχ. Η προσπάθεια διατήρησης των ισορροπιών στο Ευρωπαϊκό κατεστημένο έδωσε τη διοίκηση της; ΕΚΤ στη Γαλλία και τη χάραξη του αναπτυξιακού μοντέλου στη Γερμανία. Μόνο που η πρώτη δεν μπορούσε να λειτουργήσει εξισορροπητικά , από τη στιγμή που ο επικεφαλής τη ΕΚΤ δεν είχε τον πλήρη έλεγχο της νομισματικής πολιτικής, και η Γερμανία είχε επιβάλλει ένα σκληρό δημοσιονομικό προγραμματισμό που εξυπηρετούσε μεν τις κορυφαίες σε εξαγωγές χώρες, δεν επέτρεπε όμως στις πιο αδύναμες οικονομίες να καταστούν εξίσου ανταγωνιστικές. Μετέτρεπαν δηλαδή την Ε.Ε. σε μια ένωση δυο ταχυτήτων, με τις χώρες που είχαν βαριά βιομηχανία και μεγάλες εξαγωγές να μετατρέπουν τους υπόλοιπους σε καταναλωτικούς δορυφόρους, που στηριζόμενοι στον τότε φθηνό δανεισμό υπερχρεώνονταν για να συντηρήσουν αυτή τη λογική.
Ταυτόχρονα με το δημοσιονομικό Γολγοθά που είχε επιβληθεί, και γνωρίζοντας το αδιέξοδο μιας τέτοιας προσπάθειας, όσο υπήρχαν ακόμα χώρες στο στενό πυρήνα της Ευρωζώνης που δεν ολοκλήρωναν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ουδέποτε οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. πίεσαν ή έβαλαν ως κύρια προτεραιότητα την άμεση προώθηση τους. Πέρα από παροδικές, γραφειοκρατικές παρά ουσιαστικές, επιβολές προστίμων που δεν οδηγούσαν σε άμεσες προσαρμογές με το Ευρωπαϊκό δίκαιο, ελάχιστα έπραξαν σε αυτό το επίπεδο. ΄
Είναι λοιπόν παραπλανητικά τα κροκοδείλια δάκρυα του κ. Γιούνκερ, όσο υποκριτικά είναι και τα κυβερνητικά σχόλια που αρνούνται να παραδεχτούν το αυτονόητο και αναλώνονται σε ανούσιες φραστικές επιθέσεις προς τη ΝΔ και τον Αντώνη Σαμαρά, που έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται δικαιωμένοι, αφού εξαρχής εξέθεταν την κατάσταση έτσι όπως ακριβώς εξελίχθηκε διαχρονικά στα χρόνια της μεταπολίτευσης, μη αποποιούμενη και των δικών της ευθυνών. Μήπως ήρθε ο καιρός να παραδεχτεί και το ΠΑΣΟΚ τις κυρίαρχες ευθύνες του για τη μεταπολιτευτική νοοτροπία που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα;
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Ο κ. Γιούνκερ έθεσε απλώς τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Οι οικονομίες δεν εκτροχιάζονται από τη μια μέρα στην άλλη, όπως και δεν βελτιώνονται σε ανύποπτο χρόνο, αν δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του κράτους, θέσπιση κανόνων υγιούς ανταγωνισμού, και μακρόπνοο αναπτυξιακό σχέδιο που να προσδίδει υπεραξία στο δυναμικό (φυσικό και ανθρώπινο) της χώρας. Είναι λοιπόν γεγονός ότι τέτοια πολιτική θέληση, σταθερή και αμετάκλητη, δεν υπήρξε.
Μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό μας την πρώτη οκταετία διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, δεν ακολουθήθηκε με συνέπεια μια πολιτική που θα επικεντρώνονταν στην ανατροπή των χρόνιων παθογενειών μας. Ιδιαίτερα η περίοδος προετοιμασίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, υπήρξε μια ανεπανάληπτη ευκαιρία συρρίκνωσης του χρέους, αφού οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και η σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού, μας επέτρεπαν, αν προχωρούσαμε επιτέλους και σε μια σειρά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, να απεγκλωβιστούμε δια παντός από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Ο λαϊκισμός όμως είχε πιο ισχυρές βάσεις από τη αρχική θέληση κάποιων πολιτικών που με ευκολία συμβιβάστηκαν με το σαθρό κατεστημένο, υποχωρώντας μπρος στις συνδικαλιστικές και εσωκομματικές πιέσεις.
Ακόμα κι όταν, λίγο αργότερα, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχείρησε να ανοίξει και πάλι το θέμα των μεταρρυθμίσεων, δεν βρήκε την ελάχιστη στήριξη ακόμα κι από όσους είχαν επιχειρήσει στο ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση να προωθήσουν ανάλογες ρυθμίσεις. Τέτοια υποκρισία!! Κι ακόμα μεγαλύτερη βέβαια αφού η σημερινή κυβέρνηση του κινήματος διατείνεται ότι είναι πρωτοπόρος στις διαρθρωτικές αλλαγές (αυτές προφανώς που λυσσαλέα αντιμάχονταν!) προωθώντας τες όμως αποσπασματικά, χωρίς συνολικό σχεδιασμό και συχνά με πιο ακραίο και επώδυνο κοινωνικά τρόπο.
Ούτε βέβαια ήταν άγνωστος ο τρόπος λειτουργίας και οι στόχοι της Ε.Ε. με βάση τη συνθήκη του Μάαστριχ. Η προσπάθεια διατήρησης των ισορροπιών στο Ευρωπαϊκό κατεστημένο έδωσε τη διοίκηση της; ΕΚΤ στη Γαλλία και τη χάραξη του αναπτυξιακού μοντέλου στη Γερμανία. Μόνο που η πρώτη δεν μπορούσε να λειτουργήσει εξισορροπητικά , από τη στιγμή που ο επικεφαλής τη ΕΚΤ δεν είχε τον πλήρη έλεγχο της νομισματικής πολιτικής, και η Γερμανία είχε επιβάλλει ένα σκληρό δημοσιονομικό προγραμματισμό που εξυπηρετούσε μεν τις κορυφαίες σε εξαγωγές χώρες, δεν επέτρεπε όμως στις πιο αδύναμες οικονομίες να καταστούν εξίσου ανταγωνιστικές. Μετέτρεπαν δηλαδή την Ε.Ε. σε μια ένωση δυο ταχυτήτων, με τις χώρες που είχαν βαριά βιομηχανία και μεγάλες εξαγωγές να μετατρέπουν τους υπόλοιπους σε καταναλωτικούς δορυφόρους, που στηριζόμενοι στον τότε φθηνό δανεισμό υπερχρεώνονταν για να συντηρήσουν αυτή τη λογική.
Ταυτόχρονα με το δημοσιονομικό Γολγοθά που είχε επιβληθεί, και γνωρίζοντας το αδιέξοδο μιας τέτοιας προσπάθειας, όσο υπήρχαν ακόμα χώρες στο στενό πυρήνα της Ευρωζώνης που δεν ολοκλήρωναν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ουδέποτε οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. πίεσαν ή έβαλαν ως κύρια προτεραιότητα την άμεση προώθηση τους. Πέρα από παροδικές, γραφειοκρατικές παρά ουσιαστικές, επιβολές προστίμων που δεν οδηγούσαν σε άμεσες προσαρμογές με το Ευρωπαϊκό δίκαιο, ελάχιστα έπραξαν σε αυτό το επίπεδο. ΄
Είναι λοιπόν παραπλανητικά τα κροκοδείλια δάκρυα του κ. Γιούνκερ, όσο υποκριτικά είναι και τα κυβερνητικά σχόλια που αρνούνται να παραδεχτούν το αυτονόητο και αναλώνονται σε ανούσιες φραστικές επιθέσεις προς τη ΝΔ και τον Αντώνη Σαμαρά, που έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται δικαιωμένοι, αφού εξαρχής εξέθεταν την κατάσταση έτσι όπως ακριβώς εξελίχθηκε διαχρονικά στα χρόνια της μεταπολίτευσης, μη αποποιούμενη και των δικών της ευθυνών. Μήπως ήρθε ο καιρός να παραδεχτεί και το ΠΑΣΟΚ τις κυρίαρχες ευθύνες του για τη μεταπολιτευτική νοοτροπία που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα;
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια