Εδώ και μήνες επεσήμανα ότι το βασικό πολιτικό μήνυμα, εξάγεται από τα αποτελέσματα της 1ης Κυριακής των Περιφερειακών εκλογών. Η γεωγραφική ευρύτητα, η έλλειψη ιδιαίτερων προσωπικών επαφών ανάμεσα σε υποψήφιους και ψηφοφόρους, αλλά και η πρωτογενής πολιτική αντίδραση απέναντι σε διεκδικητές νεοπαγών θέσεων που δεν κρίνονταν για το έργο τους, επέτρεπαν την πιστότερη καταγραφή των πολιτικών δυνάμεων. Σε αυτό το επίπεδο, η αποδοκιμασία της κυβέρνησης ήταν ηχηρή, περιορίζοντας την επιρροή της στο 35%, με μια έως πρόσφατα, ηθικά και κοινωνικά απαξιωμένη αντιπολίτευση να διατηρεί τις δυνάμεις της. Όσον αφορά τη 2η Κυριακή αυτό που εν πολλοίς κρίθηκε είναι η δυνατότητα διακομματικών συνεργασιών. Ο σχηματισμός ενός κοινού αντιμνημονιακού μετώπου αποδεικνύεται ουτοπικός αφού σε μερίδα αριστερών πολιτών παραμένουν τα αντιδεξιά αντανακλαστικά αλλά κυρίως είναι αδύνατη η κοινή στάση τόσο αντίθετων ιδεολογικά προσεγγίσεων, όσον αφορά την απαιτούμενη πολιτική εξόδου από το μνημόνιο και τις προτεραιότητες της Νέας Μεταπολίτευσης.
Το θέμα της μεγάλης αποχής ανακυκλώνεται στην εναγώνια αναζήτηση αποκλειστικά πολιτικών κινήτρων. Παραβλέπουμε την κόπωση από τις συνεχείς αναμετρήσεις, το κόστος μετακίνησης των ετεροδημοτών, τη μειωμένη προσωπική σχέση με τους υποψηφίους, το γενικότερο ψυχολογικό κλίμα προσωπικού αδιεξόδου που ενισχύει την τάση για πλήρη απαξίωση του συστήματος παρά οδηγεί στην περαιτέρω ενεργοποίηση των πολιτών. Ποια είναι όμως τα κύρια συμπεράσματα από τους δυο γύρους των αυτοδιοικητικών εκλογών;
· Η ΝΔ «κουβαλώντας» βάρος ευθυνών για τις οικονομικές εξελίξεις, μεγαλύτερο από αυτό της αναλογεί, ελέω και της μαζικής επικοινωνίας προσπάθειας των κραταιών ΜΜΕ, κατόρθωσε να συμπιέσει τη διαφορά με το ΠΑΣΟΚ, να εκλέξει 5 Περιφερειάρχες, όταν δεν προηγούνταν σε καμιά περιφέρεια ένα χρόνο πριν και οι προ διμήνου προβλέψεις δεν της έδιναν πάνω από 2-3, να ανατρέψει τα προγνωστικά στον Πειραιά και να καταγράψει στην Αττική με μια ανανεωτική επιλογή που πολλοί θεωρούσαν εξαρχής «τελειωμένη», το καλύτερο ποσοστό εδώ και χρόνια (άνω του 47%)
· Όσοι επισημαίνουν τις απώλειες Αθήνας και Θεσσαλονίκης, θα πρέπει να μην παραβλέπουν ότι την περίοδο των εκλογών του 2006, η ΝΔ προηγούνταν Πανελλαδικά 6-7% του ΠΑΣΟΚ, ενώ σήμερα υπολείπεται. Άρα κάποιες απώλειες με βάση την τότε ιδανική κατάσταση ήταν φυσικό να προκύψουν. Επιπρόσθετα και στους δυο δήμους οι νυν δήμαρχοι χρεώνονταν, δικαίως ή αδίκως, με συγκεκριμένα βάρη. Στην Αθήνα οι εντάσεις του Δεκέμβρη του 2008, η έξαρση της λαθρομετανάστευσης, η εγκληματικότητα, το παρεμπόριο δημιούργησαν κλίμα δυσαρέσκειας προς τη δημοτική αρχή ακόμα κι αν δεν φέρει το κύριο μέρος της ευθύνης. Στη Θεσσαλονίκη οι ασάφειες όσον αφορά την οικονομική διαχείριση Παπαγεωργόπουλου και η παρέμβαση της εκκλησίας, ενίσχυσε σύνδρομα που οδήγησαν μέρος του κόσμου σε μια εναλλακτική επιλογή που επί της αρχής μπορεί και να μην τους εξέφραζε.
Η συνολική αποτίμηση αυτών των εκλογών, βγάζει βαθύτατα πληγωμένη την κυβέρνηση, που έχει κι ένα μεγάλο μέρος των πολιτών σε κριτική στάση αναμονής. Όσο τα αδιέξοδα θα εντείνονται και οι κυβερνώντες θα εμμένουν στην αποτελεσματικότητα της πολιτικής τους, τόσο κι αυτό το εκλογικό σώμα θα απομακρύνεται ανεπιστρεπτί από το ΠΑΣΟΚ.
Από την άλλη η ΝΔ κατορθώνει να υπερβεί τα σημάδια αποσύνθεσης μετά την βαριά εκλογική ήττα και τις εσωκομματικές έριδες. Συντεταγμένα πλέον οφείλει να απευθυνθεί με ύφος, λόγο και πρόσωπα που ξεπερνούν τις μεταπολιτευτικές πεπατημένες, στις δυναμικές κοινωνικές ομάδες και στους βαριά επηρεασμένους από την μνημονιακή επιδρομή. Όσο η ΝΔ ανανεώνει εικόνα, λόγο και προωθεί δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του συστήματος με έμφαση στη διαφάνεια και την αξιοσύνη, ενώ το ΠΑΣΟΚ επιμένει στην παλαιοκομματική αδιέξοδη διαχείριση, τόσο και πιο πολύ η παράταξη του Α. Σαμαρά θα εκφράζει μαζικά το κίνημα υπέρβασης του μεταπολιτευτικού κατεστημένου. Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό!
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια