Κάθε χρόνος και μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση. Από το «λεφτά υπάρχουν» που οι προσδοκίες που δημιούργησε, συνεθλίβησαν κάτω από το βάρος της πιο σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής των τελευταίων δεκαετιών, περάσαμε στο φετινό «δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα» που κατέληξε να ερμηνεύεται ως όχι περαιτέρω μέτρα από αυτά που περιλαμβάνονται στο μνημόνιο! Μόνο που οι επιπτώσεις των όποιων προειλημμένων αποφάσεων, γίνονται κατανοητές στους πολίτες μετά την εκτέλεση τους,. Ο προϋπολογισμός αποκαλύπτει το ολοκάθαρο αδιέξοδο της μνημονιακής πολιτικής. Ένα χρόνο πριν εκφράζαμε την ευχή να προχωρήσει άμεσα η κυβέρνηση σε μεταρρυθμίσεις και αναπτυξιακές κινήσεις που θα επέτρεπαν τον περιορισμό της ύφεσης και των κοινωνικών επιπτώσεων. Σήμερα αρχίζει να μας κυριεύει η απαισιοδοξία για την εξέλιξη του προγράμματος προσαρμογής, που με τη δημοσιονομική μονομέρεια του, οδηγεί τη χώρα όλο και πιο κοντά, σε αυτό που μετ’ επιτάσεως απευχόμασταν, την αναδιάρθρωση του χρέους.
Φρούδες λοιπόν αποδείχθηκαν οι ελπίδες για πολιτικές που δεν θα άγγιζαν τον μέσο πολίτη. Ο ΦΠΑ όλων των βασικών καταναλωτικών προϊόντων ανεβαίνει στο 13% συμπαρασύροντας και τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ, σχεδόν διπλασιάζεται η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, και φυσικά θα εφαρμοστεί το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που θα μεταβάλλει επί τω χείρω την οικονομική κατάσταση της μεσαίας τάξης που βρίσκεται απροκάλυπτα στο μάτι του κυκλώνα, παραβλέποντας ότι η δική της κατανάλωση στηρίζει καίρια τη λειτουργία της αγοράς. Ταυτόχρονα επιδεινώνεται το επενδυτικό περιβάλλον που σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ύφεση θα εκτινάξει την ανεργία σε πρωτόγνωρα επίπεδα.
Το χειρότερο όμως για την προοπτική της χώρας είναι η συνέχιση της αντιμετώπισης του αναπτυξιακού βραχίονα της οικονομικής πολιτικής, ως δευτερεύουσας προτεραιότητας. Συγκρατούνται οι δημόσιες δαπάνες, καταδικάζοντας σε υπανάπτυξη την Ελληνική περιφέρεια. Δεν υπάρχει ένας ξεκάθαρος προγραμματισμός για την ουσιαστική ενίσχυση όλων των βασικών τομέων της οικονομικής δραστηριότητας, ούτε πρόβλεψη για ανάδειξη καινοτόμων, σύγχρονων τεχνολογικά προϊόντων και μεθόδων παραγωγής.
Ακόμα και οι αποσπασματικές θετικές παρεμβάσεις όπως η μείωση του ΦΠΑ στις ξενοδοχειακές υπηρεσίες (στην οποία αναφερόμαστε εδώ και ένα χρόνο) ή η αναστολή για 2 χρόνια του πόθεν έσχες για την αγορά πρώτης κατοικίας (αρκεί να μην αποδεχθεί στο μέλλον υποκριτική κίνηση), δεν αρκούν για να αναστρέψουν την ροπή προς την καθίζηση. Ο τουρισμός χρειάζεται έναν συνολικό ανασχεδιασμό ως προς την εκμετάλλευση των εναλλακτικών μορφών του, την αναβάθμιση όλου του εύρους των υπηρεσιών, τον περιορισμό της φορολογίας για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο διεθνή ανταγωνισμό. Η οικοδομή έχει υποστεί τέτοια φοροεπιδρομή (με την αύξηση και των αντικειμενικών αξιών επί θύρας) που χωρίς κίνητρα όπως η μείωση του φόρου μεταβίβασης κι η επιδότηση του επιτοκίου δανεισμού, η παροδική ελαστικοποίηση του πόθεν έσχες μικρό όφελος θα φέρει, σε μια χώρα με ποσοστό ιδιοκατοίκησης άνω του 80%.
Δυστυχώς για το μέλλον του τόπου, οι φόβοι του Α. Σαμαρά για την αναποτελεσματικότητα του μίγματος της κυβερνητικής πολιτικής αποδεικνύονται αληθινοί. Οι όροι, ο χρονικός προγραμματισμός και ο σχεδιασμός του συγκεκριμένου πακέτου μέτρων, το μόνο που δεν πετυχαίνουν είναι να φέρνουν τη χώρα πιο κοντά προς την έξοδο της στις αγορές. Απεναντίας καθιστούν εξαιρετικά δυσμενές το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε και αυξάνουν τις πιθανότητες για κάποιο είδος αναδιάρθρωσης του χρέους ή χρονικής επιμήκυνσης του ίδιου του μνημονίου κι όχι απλά του χρονικού ορίζοντα αποπληρωμής του δανείου.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
Φρούδες λοιπόν αποδείχθηκαν οι ελπίδες για πολιτικές που δεν θα άγγιζαν τον μέσο πολίτη. Ο ΦΠΑ όλων των βασικών καταναλωτικών προϊόντων ανεβαίνει στο 13% συμπαρασύροντας και τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ, σχεδόν διπλασιάζεται η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, και φυσικά θα εφαρμοστεί το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που θα μεταβάλλει επί τω χείρω την οικονομική κατάσταση της μεσαίας τάξης που βρίσκεται απροκάλυπτα στο μάτι του κυκλώνα, παραβλέποντας ότι η δική της κατανάλωση στηρίζει καίρια τη λειτουργία της αγοράς. Ταυτόχρονα επιδεινώνεται το επενδυτικό περιβάλλον που σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ύφεση θα εκτινάξει την ανεργία σε πρωτόγνωρα επίπεδα.
Το χειρότερο όμως για την προοπτική της χώρας είναι η συνέχιση της αντιμετώπισης του αναπτυξιακού βραχίονα της οικονομικής πολιτικής, ως δευτερεύουσας προτεραιότητας. Συγκρατούνται οι δημόσιες δαπάνες, καταδικάζοντας σε υπανάπτυξη την Ελληνική περιφέρεια. Δεν υπάρχει ένας ξεκάθαρος προγραμματισμός για την ουσιαστική ενίσχυση όλων των βασικών τομέων της οικονομικής δραστηριότητας, ούτε πρόβλεψη για ανάδειξη καινοτόμων, σύγχρονων τεχνολογικά προϊόντων και μεθόδων παραγωγής.
Ακόμα και οι αποσπασματικές θετικές παρεμβάσεις όπως η μείωση του ΦΠΑ στις ξενοδοχειακές υπηρεσίες (στην οποία αναφερόμαστε εδώ και ένα χρόνο) ή η αναστολή για 2 χρόνια του πόθεν έσχες για την αγορά πρώτης κατοικίας (αρκεί να μην αποδεχθεί στο μέλλον υποκριτική κίνηση), δεν αρκούν για να αναστρέψουν την ροπή προς την καθίζηση. Ο τουρισμός χρειάζεται έναν συνολικό ανασχεδιασμό ως προς την εκμετάλλευση των εναλλακτικών μορφών του, την αναβάθμιση όλου του εύρους των υπηρεσιών, τον περιορισμό της φορολογίας για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο διεθνή ανταγωνισμό. Η οικοδομή έχει υποστεί τέτοια φοροεπιδρομή (με την αύξηση και των αντικειμενικών αξιών επί θύρας) που χωρίς κίνητρα όπως η μείωση του φόρου μεταβίβασης κι η επιδότηση του επιτοκίου δανεισμού, η παροδική ελαστικοποίηση του πόθεν έσχες μικρό όφελος θα φέρει, σε μια χώρα με ποσοστό ιδιοκατοίκησης άνω του 80%.
Δυστυχώς για το μέλλον του τόπου, οι φόβοι του Α. Σαμαρά για την αναποτελεσματικότητα του μίγματος της κυβερνητικής πολιτικής αποδεικνύονται αληθινοί. Οι όροι, ο χρονικός προγραμματισμός και ο σχεδιασμός του συγκεκριμένου πακέτου μέτρων, το μόνο που δεν πετυχαίνουν είναι να φέρνουν τη χώρα πιο κοντά προς την έξοδο της στις αγορές. Απεναντίας καθιστούν εξαιρετικά δυσμενές το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε και αυξάνουν τις πιθανότητες για κάποιο είδος αναδιάρθρωσης του χρέους ή χρονικής επιμήκυνσης του ίδιου του μνημονίου κι όχι απλά του χρονικού ορίζοντα αποπληρωμής του δανείου.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια