Είναι η πρώτη χρονιά εδώ και δεκαετίες που το κλίμα κατήφειας και γενικευμένης απογοήτευσης από τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, δεν επιτρέπει στην Αναστάσιμη διάθεση να συνεπάρει πλήρως, τις ψυχές των Ελλήνων. Ακόμα και η εκτόνωση της γιορτινής ατμόσφαιρας θα επισκιάζεται από την αγωνία για την επόμενη μέρα. Η ανάταση του τόπου δεν μπορεί να έρθει αν δεν υπάρξει, πρωτίστως, η «Ανάσταση» της ψυχής μας. Κι αυτή δεν μπορεί να προκύψει χωρίς την αναγνώριση των εσφαλμένων νοοτροπιών που δημιούργησαν το πλαίσιο της κρίσης σε όλα τα επίπεδα (πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, αξιακό), την ιεράρχηση των πρωτοβουλιών που μπορούν να καταστήσουν το σύστημα λειτουργικό, περισσότερο ηθικό και αξιοκρατικό αλλά και την συνειδητοποίηση της προσωπικής ευθύνης σε όλες αυτές τις επιλογές.
Σχεδόν όλοι πλέον παραδέχονται ότι η λαϊκίστικη, κρατικιστική φιλοσοφία στον τρόπο λειτουργίας των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δομών μας, στρέβλωνε συστηματικά την αποτελεσματικότητα του συστήματος μας. Ταυτόχρονα ενίσχυε μια ανεύθυνη κοινωνική συμπεριφορά που εξυμνούσε στρεβλές, επίπλαστες αξίες με στόχο τον πρόσκαιρο, άκοπο πλουτισμό και την προβολή μιας εφήμερης εικόνας ευημερίας. Μια κοινωνία με βαθιές, πατροπαράδοτες αξίες που λειτουργούσαν ως συνδετικός κρίκος των γενεών, κατέληξε να άγεται και να φέρεται από μικροαστικές και ξενόφερτες αντιλήψεις.
Το «μνημόνιο» αν αποτελούσε αποκλειστικά ένα πρόγραμμα προώθησης αναγκαίων μεταρρυθμίσεων προσαρμοσμένων μάλιστα στις ιδιαιτερότητες του τόπου μας, θα μπορούσε να αποδειχτεί ένα χρήσιμο εργαλείο, αναδιαμόρφωσης της παραγωγικής μας βάσης και του ρόλου της παρεμβατικότητας του κράτους. Δυστυχώς όμως, η σύμβαση που υπογράψαμε πριν ένα χρόνο απέχει πολύ από αυτή την περιγραφή.
Ένα εντατικό πρόγραμμα εμπροσθοβαρούς και ταυτόχρονα ετεροβαρούς (με τους πολίτες να επιβαρύνονται πολύ πέραν του δέοντος) δημοσιονομικής προσαρμογής, που απλά συρρίκνωσε την εγχώρια αγορά, διανθισμένο με διαρθρωτικές αλλαγές που συχνά προωθούνται με τρόπο που δεν αφορά την Ελληνική πραγματικότητα (πχ συμπίεση του εργασιακού κόστους μέσω ελαστικότερης εργασίας και μειωμένων αποδοχών, όταν διαθέτουμε τεράστιες ασφαλιστικές εισφορές, μεγάλο μέρος «μαύρης» εργασίας και ανύπαρκτη δημογραφική πολιτική).
Σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο, δεν μπορεί να κάνει την εμφάνιση της η αισιοδοξία, παρά μόνο ίσως στις αντικρουόμενες, αυτοαναιρούμενες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών. Η θετική αντίδραση της κοινωνίας δεν μπορεί να προκύψει σε ένα σκηνικό αβέβαιων εξελίξεων που επαναπροσδιορίζονται κάθε τόσο, με το πριν από λίγο απευκταίο να μετατρέπεται ταχύτατα σε πραγματικότητα.
Οι πολίτες επιζητούν την ελπίδα, αλλά πλέον δεν πείθονται από ευχολόγια ούτε εκβιάζονται με διλήμματα. Απαιτούν να εκπληρωθεί το αίσθημα δικαιοσύνης στην κατανομή των βαρών, να αναλάβει το δημόσιο τις ευθύνες του για την άλογη σπατάλη και τη διαφθορά, να «πληρώσει» το πολιτικό σύστημα τα ανομήματα του παρελθόντος και να δημιουργηθούν στέρεες θεσμικές βάσεις για εντιμότερη κι αποτελεσματικότερη άσκηση της πολιτικής.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια