Θέλουμε μια βασική εκπαίδευση που θα λειτουργεί κυρίως ως πυρήνας κοινωνικοποίησης και διαμόρφωσης της προσωπικότητας των παιδιών ή ένα «εργαστήρι» αναπαραγωγής στείρας γνώσης; Επιθυμούμε μια ακαδημαϊκή κοινότητα που προσφέρει επαγγελματική κατάρτιση με αντίκρισμα στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας ή ένα εκκολαπτήριο ανομίας και συντεχνιακής νοοτροπίας; Αν δεν απαντηθούν με ειλικρίνεια αυτά τα δομικά ερωτήματα, καμιά μεταρρύθμιση δεν θα φαντάζει αρκετή για να δώσει λύσεις στις χρόνιες παθογένειες και αγκυλώσεις του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Επιτρέπεται σε μια ώριμη δημοκρατία, όπως η δική μας, να συντηρούνται αντιλήψεις περί του Πανεπιστημιακού ασύλου που έχουν τις αναφορές τους σε συναισθηματικά κατάλοιπα προηγούμενων εποχών;
Μπορεί το Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα να συζητά ακόμα την ανοχή στους «αιώνιους» φοιτητές, λες και δεν έχει «ανακαλυφθεί» εδώ και δεκαετίες η μερική φοίτηση για τους εργαζόμενους νέους κι όσους αντιμετωπίζουν οικονομικά ή άλλα προβλήματα;
Είναι δυνατόν η εκλογή του Πρύτανη να περνά από τη συντεχνιακή λογική προσωπικού και φοιτητών με τους τελευταίους να έχουν κυρίαρχο λόγο στις διαδικασίες ακόμα και με εξαιρετικά περιορισμένη παρουσία σε αυτές; Μήπως είναι καιρός να δούμε πλέον με σύγχρονο βλέμμα το συνδικαλισμό στο Πανεπιστήμιο;
Πότε θα εξορθολογιστεί ο χώρος των ΤΕΙ με ανάδειξη σε Ανώτατες σχολές όσων εξ’ αυτών καλύπτουν διακριτό γνωστικό αντικείμενο και τη μετατροπή σε άλλης βαθμίδας (ΙΕΚ κλπ) μεταλυκειακή εκπαίδευση όσων επί της ουσίας δημιουργήθηκαν για τοπικιστικούς και ψηφοθηρικούς λόγους χωρίς αντίκρισμα στην αγορά εργασίας;
Πως θα αποκτήσουν διεθνές κύρος τα Ανώτατα ιδρύματα μας, όταν στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην κρατική επιχορήγηση ακριβώς επειδή ο ιδιωτικός τομέας δεν εμπιστεύεται τον τρόπο λειτουργίας του ερευνητικού έργου που βρίθει από διαφθορά και αναποτελεσματικότητα;
Ποιο παράδειγμα αξιοκρατίας δίνεται στη νεολαία, όταν η αξιολόγηση σε όλα τα επίπεδα αποφεύγεται με κάθε μέσο και η οικονομική διαχείριση των ιδρυμάτων δεν γίνεται από εξειδικευμένα στελέχη;
Η τελευταία νομοθετική παρέμβαση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, εισαγάγει και θετικές ρυθμίσεις αλλά ταυτόχρονα προωθεί άλλες που κινούνται στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας. Πολιτικά όμως το ΠΑΣΟΚ οφείλει για μια ακόμα φορά να κάνει ευθαρσώς την αυτοκριτική του για τη διαχρονική αντιπαράθεση σε κάθε προσπάθεια εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης από τη ΝΔ.
Κυρίως όμως υποχρεούται η κοινωνία, υπό το βάρος των ιδιαίτερων συνθηκών, να αντιληφθεί τις απαιτήσεις των καιρών και να απαιτήσει ριζοσπαστικές κινήσεις που θα μετατρέψουν, το ταχύτερο δυνατό, το Πανεπιστήμιο σε διαπαιδαγωγικό και αναπτυξιακό εφαλτήριο.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια