Δυο δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών σε
σημαντικά διεθνή έντυπα, την WSJ και τους FT, δίνουν δυο φαινομενικά αντιφατικές εκδοχές
της πραγματικότητας. Από τη μια η φορολογική, και όχι μόνο, Οδύσσεια επενδυτών
και πολιτών κι από την άλλη η αισιόδοξη προοπτική της εξόδου από την κρίση, όχι
μόνο για την Ελλάδα. Και οι δυο θεωρήσεις περιγράφουν υπαρκτά δεδομένα και
αντίστοιχα κινδύνους ή ευκαιρίες. Η διαφορά τους βρίσκεται στην μικροσκοπική
ή μακροσκοπική οπτική με την οποία προσεγγίζονται τα γεγονότα. Η
στατικότητα του πρόσκαιρου συγκρούεται με τη δυναμική του απρόβλεπτου.
Από το 2009 περιγράφουμε με συνέπεια τους περιορισμούς των πολιτικών λιτότητας και της υπερφορολόγησης. Άλλωστε οι πρόσφατες αποκλίσεις στους στόχους για έσοδα από τις επιβαρύνσεις στο πετρέλαιο θέρμανσης ή τα τέλη κυκλοφορίας αποδεικνύουν το νομοτελειακό τρόπο με τον οποίο «τιμωρείται» αυτός που επιμένει να αγνοεί το μικροοικονομικό θέσφατο για τα όρια στην ελαστικότητα της ζήτησης πέρα από τα οποία τα έσοδα καταρρέουν με γεωμετρική πρόοδο.
Από το 2009 περιγράφουμε με συνέπεια τους περιορισμούς των πολιτικών λιτότητας και της υπερφορολόγησης. Άλλωστε οι πρόσφατες αποκλίσεις στους στόχους για έσοδα από τις επιβαρύνσεις στο πετρέλαιο θέρμανσης ή τα τέλη κυκλοφορίας αποδεικνύουν το νομοτελειακό τρόπο με τον οποίο «τιμωρείται» αυτός που επιμένει να αγνοεί το μικροοικονομικό θέσφατο για τα όρια στην ελαστικότητα της ζήτησης πέρα από τα οποία τα έσοδα καταρρέουν με γεωμετρική πρόοδο.
Είναι επίσης δεδομένο ότι όσο κι αν αρχίζει να
μειώνεται η φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων το σύστημα μας
παραμένει σχετικά περίπλοκο και αρκετά δυσβάσταχτο σε σχέση με το περιβάλλον
που προσφέρουν γειτονικές χώρες. Ιδιαίτερα σε κομβικούς τομείς της
οικονομίας το φορολογικό βάρος, αν και δεν αποτελεί τον κύριο παράγοντα,
δρα αποτρεπτικά για τη δυναμική εκτίναξη τους.
Από την άλλη όμως, δεν μπορεί κανείς να
παραβλέψει, τη θετική αύρα που δημιουργείται σε επενδυτικό επίπεδο όσο
σταθεροποιείται η διεθνής θέση μας, ολοκληρώνονται οι μεταρρυθμίσεις, ανακτάται
η χαμένη ανταγωνιστικότητα μας. Η τεράστια βελτίωση στο εμπορικό ισοζύγιο
με πραγματική πλέον αύξηση των εξαγωγών, το διεθνές ενδιαφέρον για τις
αποκρατικοποιήσεις, η θεαματική άνοδος στις τιμές των ελληνικών ομολόγων σε
συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή κινητικότητα για το θέμα του χρέους, του
ελέγχου των αγορών και των τραπεζών και τις προσδοκίες για περαιτέρω εξελίξεις
μετά τις Γερμανικές εκλογές είναι αρκετοί παράγοντες για μια πιο
αισιόδοξη προσέγγιση.
Ο Σαμαράς μοιάζει να έχει επιλέξει ένα πολύ
ξεκάθαρο μονοπάτι που στο τέλος της διαδρομής θα αποδείξει την
αποτελεσματικότητα του. Αν το τέλος της λιτότητας και της υπερορολόγησης
βρίσκεται κάπου εδώ, με τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα να
αποτελούν σταθερή κατάκτηση, το σχετικά βελτιωμένο επενδυτικό προφίλ της
χώρας να προσελκύει, όπως φαίνεται, καινούρια κεφάλαια, και τη μάχη κατά
της φοροδιαφυγής να αποδίδει έμπρακτα, ανοίγεται ο δρόμος για έναν διπλό
επανακαθορισμό.
Να αρχίσει δηλαδή η σταδιακή άρση κοινωνικών
αδικιών με χρήση μέρους των πλεονασμάτων, αρχίζοντας από τις πιο ευπαθείς
ομάδες και να αποσύρεται μέρος των φορολογικών βαρών αποσυμπιέζοντας και τη δυναμική
της κατανάλωσης, στηριγμένη πλέον σε πιο υγιείς βάσεις μακριά από τις
δανειακές υπερβολές του παρελθόντος.
Μπορεί να μοιάζει με την πορεία του κάβουρα
(κάποιες σωστές επιλογές να αποτελούν την κατάληξη κι όχι την αρχή μιας
πολιτικής) αλλά γι’ αυτό οφείλουν να απολογηθούν όσοι όχι μόνο δεν έπραξαν τίποτα
για να αποφύγουν την εμπλοκή της χώρας στις μονοδιάστατες επιλογές της Τρόικας
αλλά καθυστέρησαν και κάθε μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία περνώντας τα βάρη στους
πολίτες, επιτείνοντας έτσι τη διάρκεια και το βάθος της κρίσης.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια