Το δεδομένο είναι ότι η ΝΔ έχει επισήμως δηλώσει ότι θα αποφύγει την από τα
πάνω προς τα κάτω επιβολή υποψηφίων με την ανακοίνωση επίσημων χρισμάτων αλλά
θα επιτρέψει τη δημιουργία συνεργασιών και την κατάθεση αυτόνομων
υποψηφιοτήτων με κριτήριο τοπικά και προσωπικά χαρακτηριστικά από τις
οποίες θα επιλέξει ποιες θα προτείνει στους πολίτες ως τις καταλληλότερες κατά
τη γνώμη της. Αυτό δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί ως ένα πρώτο θετικό βήμα
προς τον απεγκλωβισμό της αυτοδιοίκησης από το σφιχτό κομματικό
εναγκαλισμό που κατέληξε να λειτουργεί ως ανασχετικός παράγοντας στην ανάπτυξη
της, αναπαράγοντας όλες τις αγκυλώσεις και τους ανορθολογισμούς της
κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ως ένα εναλλακτικό
σενάριο, ειδικά για το Δήμο της Αθήνας και την περιφέρεια Αττικής, που θα
επέτρεπε να εκδηλωθούν όλες οι εκφάνσεις της παραταξιακής προσέγγισης
(πολιτικής και νοοτροπίας) για το θεσμό, την κάθοδο περισσότερων του ενός
σχηματισμών που θα εκφράζουν διαφορετικά και πιο διευρυμένα εκλογικά σώματα.
Αν συνυπολογίσει κανείς ότι η διείσδυση του ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της τοπικής
αυτοδιοίκησης είναι περιορισμένη κι ότι οι εν ενεργεία δήμαρχος και
περιφερειάρχης που στηρίζονται και χαίρουν εκτίμησης στο χώρο της ευρύτερης
κεντροαριστεράς και όχι μόνο, άρα ο κατακερματισμός σε αυτό το κομμάτι των
εκλογέων θα πρέπει να θεωρείται δεδομένος, η είσοδος στο δεύτερο γύρο κι
στις δυο περιπτώσεις πιθανότατα θα μπορεί να επιτευχθεί με οποιοδήποτε
ποσοστό θα ξεπερνά το 20%.
Χωρίς να μπαίνουμε στην περιπτωσιολογία, να εκφράζουμε προσωπική άποψη για
τον ποιους θεωρούμε τους καλύτερους για τις συγκεκριμένες θέσεις, ούτε καν να
θεωρούμε πιθανή ή την πλέον ενδεδειγμένη αυτή την επιλογή, αναπτύσσουμε ένα
θεωρητικό σενάριο το οποίο ίσως να επέτρεπε στη ΝΔ την έμμεση διατήρηση της
επαφής με σημαντικό κομμάτι ενός πιο παραδοσιακού μέρους της, που σήμερα
δηλώνει πιεσμένο και αναστατωμένο από τις γενικότερες εξελίξεις αλλά δεν
εγκαταλείπει την παράταξη. Στα πλαίσια λοιπόν ενός «δεύτερου» υποψηφίου θα
μπορούσε να συγκρατηθεί ένα μέρος της πρόσκαιρης εκτονωτικής μεταφορά
τους σε πιο ακραίες επιλογές ακόμα κι αν δεν ταυτίζεται μαζί τους.
Ταυτόχρονα βέβαια ένας άλλος σχηματισμός ίσως πιο νεανικός, πιο
εναλλακτικός, με πιο σύγχρονη ατζέντα, πιο κοντά σε ευαισθησίες και
ζητήματα των καιρών μας θα μπορούσε μέσα από μια πιο ακομμάτιστη ματιά να
προσεγγίσει με έναν πιο αντισυμβατικό τρόπο και στρώματα ή πολιτικές ομάδες
στις οποίες η κεντροδεξιά διαχρονικά είχε δυσκολία διείσδυσης. Με άτομα
που δεν θα έχουν ιδιαίτερη σχέση με τους κομματικούς μηχανισμούς, θα
προέρχονται από διαφορετικούς χώρους, αλλά θα διαθέτουν κοινωνικά εχέγγυα,
άποψη για τον τόπο τους, ειδικές γνώσεις και άδολη διάθεση προσφοράς στο
συγκεκριμένο αντικείμενο.
Με τη λογική να λεει ότι αυτή η προσπάθεια θα μπορεί να συγκεντρώσει με
μεγαλύτερα ευκολία το απαραίτητο +20%, η πιο παραδοσιακή υποψηφιότητα θα
έχει κατορθώσει να λειτουργήσει ως υποδοχέας δυσαρέσκειας αλλά και να
διατηρήσει ένα σημαντικό κομμάτι πολιτών σε μια χαλαρή επαφή παρά σε πλήρη
αντίθεση με την παράταξη κάνοντας την επαναπροσέγγιση στο δεύτερο γύρο,
όταν το δίλημμα θα είναι ειδικά για αυτούς τους πολίτες κυρίως πολιτικό, και το
αντίπαλο δέος θα προέρχεται από την κεντροαριστερά ή την αριστερά.
Υ.Γ. Το κείμενο έχει γραφτεί πριν αρκετές εβδομάδες κι επιλέγω να το δημοσιεύσω τώρα που ανοίγει το όλο θέμα. Όσοι τα συζητάμε ξέρουν σε ποια πρόσωπα αναφέρεται και υπό ποιες προϋποθέσεις το θεωρούσα, εδώ και μήνες, ένα υποθετικό αλλά πιθανότατα επιτυχημένο σενάριο. Καλή τύχη λοιπόν!
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος
0 σχόλια