Από τη μια οι Ευρωπαϊκές ηγεσίες που έστησαν ένα οικοδόμημα σε μονεταριστικές εμμονές του παρελθόντος, χωρίς σαφείς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς στιβαρή διαχείριση και όραμα, που δεν αντιλήφθηκαν εγκαίρως τον οικονομικό «τυφώνα» που ερχόταν κι ακόμα αναλώνονται σε λεκτικές αντιπαραθέσεις που απλά μετατρέπουν την Ε.Ε. σε θεατή των εξελίξεων. Από την άλλη οι άτολμες, φοβικές ή συμβιβασμένες Ελληνικές ηγεσίες που είτε δημιούργησαν ή συντήρησαν, είτε δεν συγκρούστηκαν επαρκώς με κατεστημένα συμφέροντα και νοοτροπίες. με τη σημερινή κυβέρνηση να αποτελεί το απαύγασμα του πολιτικαντισμού (με τη μια υπόσχεση να καταπίπτει μετά την άλλη) και της αναποτελεσματικότητας (συνεχείς καθυστερήσεις σε διαρθρωτικές αλλαγές αλλά και έλλειψη διαπραγματευτικής ικανότητας).
Τα πρόσφατα γενικόλογα συμπεράσματα της τελευταίας Συνόδου Κορυφής, τα ευχολόγια και η προφανής αδυναμία συντονισμού, αποκαλύπτουν την έλλειψη οξυδέρκειας και διορατικότητας των Ευρωπαίων ηγετών με προεξέχουσα τη φιγούρα της κ.Μέρκελ. Είναι χαρακτηριστική η καθυστέρηση στη συνειδητοποίηση της ανάγκης ενός μόνιμου μηχανισμού στήριξης (που τελικά κι αυτός κατέληξε περισσότερο σε τιμωρητικό πλαίσιο παρά σε έκφραση αλληλεγγύης) αλλά και η ατέρμονη συζήτηση για την αυτονόητη προώθηση του ευρωομολόγου.
Όλα αυτά ανέδειξαν την προσπάθεια αποφυγής αποδοχής των Γερμανικών ενοχών, για την αγκύλωση σε μια πολιτική που λόγω έλλειψης ολοκληρωμένων κοινών κανόνων και στοχευμένης αναπτυξιακής λογικής, της έφερε πρόσκαιρα οφέλη μέσω της εκτίναξης των εξαγωγών της, τα οποία όμως με τη δραστική μείωση της κατανάλωσης στις περιφερειακές χώρες της Ε.Ε. αρχίζουν να περιορίζονται. Όπως αναφέρουμε συχνά, η Ε.Ε. οφείλει να κατανοήσει ότι η ανάλωση σε έναν ανούσιο εσωτερικό ανταγωνισμό την απομακρύνει από την διαχείριση των ζητημάτων που προκύπτουν από την ενίσχυση των αναδυόμενων αγορών λόγω χαμηλού εργασιακού κόστους και τεράστιων αποθεματικών (Κίνα), επένδυσης σε τεχνολογία και γνώση (Ινδία), πλουτοπαραγωγικών πηγών (Βραζιλία).
Η παρούσα Ελληνική ηγεσία είναι κατώτερη των περιστάσεων γιατί επένδυσε στη συναισθηματική διαχείριση της πραγματικότητας (μέσω αναφορών στο «ένδοξο» παρελθόν του κινήματος και στρεβλών «πατριωτικών» κορόνων) και την εν μια νυκτί μεταμόρφωση σε μεταρρυθμιστική δύναμη (όταν οι έως τώρα επιλογές της ήταν απέναντι σε κάθε νεωτερισμό). Όσο κι αν η κυβέρνηση προσπαθεί με τη σύμπραξη των ΜΜΕ να μετασχηματιστεί επικοινωνιακά σε αναμορφωτή της κοινωνίας, δεν πείθει προπαντός τα στελέχη και τους οπαδούς της, που αναγνωρίζουν σε αυτή την προσχηματική κίνηση την πίεση των εξωγενών παραγόντων και των πιστωτών μας.
Όλος αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να αποδεχτεί ότι ο «σοσιαλισμός» που επί δεκαετίες πρέσβευε δεν διαθέτει απαντήσεις σε καιρούς κρίσης και αναγκάζεται να «δανείζεται» συχνά με στρεβλό και ακραίο τρόπο πολιτικές που χαρακτήριζε ως νεοφιλελεύθερες και κοινωνικά άδικες. Ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να αποδεχτεί ότι οι διαπραγματευτικές ικανότητες της χώρας από το «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», πέρασε στην πλήρη αδυναμία προώθησης έστω ενός καλύτερου χρονοδιαγράμματος και πιο συμβατών με την Ελληνική πραγματικότητα όρων στο μνημόνιο.
Όσο το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αντικρίσει κατάματα την ιδεολογική του μετάλλαξη, και να ξεπεράσει τα ενοχικά σύνδρομα για την αποδοχή των ευθυνών του παρελθόντος, κρύβοντας τα κάτω από το χάλι με δήθεν περίτεχνη επικοινωνιακή διαχείριση, τόσο η απόσταση του από το παραδοσιακό ακροατήριο του θα διευρύνεται, περιορίζοντας την απήχηση του στα όρια ενός ακραιφνούς «πελατειακού» χώρου.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια