Το βράδυ της Πέμπτης, τη στιγμή που ο Παπανδρέου και οι λοιποί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ανακοίνωναν τη συμφωνία για τον τρόπο διαχείρισης του Ελληνικού χρέους, ως πρώτιστη απορία αναδεικνύονταν αν αυτή η ρύθμιση προσφέρει άμεσα βιωσιμότητα στο πιστωτικό ζήτημα της χώρας. Η απάντηση είναι συγκεκριμένη για όσους θέλουν να μην παρασύρονται από πολιτικάντικα επικοινωνιακά κόλπα. Ένα χρέος στο ύψος του 148% του ΑΕΠ δεν είναι ιδιαίτερα διαφορετικής δυναμικής από ένα χρέος στο 160%! Αυτό από το οποίο καλούμαστε να επωφεληθούμε, το συντομότερο δυνατό, είναι το παροδικά θετικό κλίμα, που δημιουργεί αυτή η μικρή χαλάρωση της "θηλιάς" (κυρίως λόγω του περιορισμού της ετήσιας επιβάρυνσης για τόκους).
Όταν τρεις μήνες πριν περιγράφαμε με σχετική ακρίβεια τη μέθοδο ήπιας αναδιάρθρωσης του Ελληνικού χρέους «Η "αλήθεια" για την αναδιάρθρωση χρέους», δεν είχαμε προβλέψει την ταχύτατη μετάδοση της κρίσης προς Ευρωπαϊκούς πυλώνες, όπως η Ιταλία και η Γαλλία. Όταν η Ε.Ε. αισθάνθηκε να πλησιάζει το καίριο χτύπημα στο υπογάστριο της, αποφάσισε να πράξει μέρος των αυτονόητων κινήσεων, που αν είχαν προχωρήσει εξαρχής θα είχαν θέσει την Ελλάδα σε άμεση τροχιά επανόδου στις αγορές και θα είχαν δημιουργήσει ένα στέρεο υπόβαθρο για τη συνοχή του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η διοικητική μεταρρύθμιση με τη δημιουργία υπ. Οικονομικών και την παροχή διευρυμένων αρμοδιοτήτων στην ΕΚΤ αποτελεί το επόμενο απαραίτητο βήμα.
Όσο αμέτοχη υπήρξε η Ελληνική κυβέρνηση στην αρχική διαπραγμάτευση, ενάμιση χρόνο πριν, αδυνατώντας να θέσει καν τα αντίστοιχα επιχειρήματα με πειστικό τρόπο που θα απέτρεπε την υπογραφή ενός ετεροβαρούς κι αδιέξοδου μνημονίου, τόσο αμέτοχη αποδείχτηκε και στην επιλογή του χρόνου και του τρόπου διευθέτησης του χρέους μας. Αν δεν είχε προκύψει η συγκεκριμένη συγκυρία γενικότερου Ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, το πιθανότερο είναι η όποια παρέμβαση να συνέβαινε το 2013 με την υπαγωγή μας στο μόνιμο μηχανισμό στήριξης.
Με βάση τον πρότερο «έντιμο» βίο της, ποιος μπορεί λοιπόν να στηριχθεί στις δυνατότητες αυτές της κυβέρνησης να εκμεταλλευτεί πλήρως την πρακτική και την επικοινωνιακή ανάσα που μας έδωσε η απόφαση της προηγούμενης Πέμπτης;
· Να προωθήσει μεταρρυθμίσεις, όταν το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων περιορίζεται ακόμα στη «μάχη» με ταξί και φορτηγά (βυτία) αφήνοντας στο απυρόβλητο όλους τους βασικούς φορείς στρεβλώσεων.
· Να προχωρήσει σε επωφελείς ιδιωτικοποιήσεις όταν ακόμα αναζητούνται οι εταιρείες - «σύμβουλοι» και οι καθυστερήσεις οδηγούν σε ακόμα πιο πιεστικές τελικές αποφάσεις με πιθανές τις συνηθισμένες «παρακάμψεις» της τελευταίας στιγμής.
· Να αξιοποιήσει το ΕΣΠΑ και το υπόλοιπα επενδυτικά εργαλεία, όταν επί δυο χρόνια περισσότερο ασχολήθηκαν με τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων, τη μετονομασία του ΤΕΜΠΜΕ και την κατάργηση προγραμμάτων που ήδη έτρεχαν από την προηγούμενη κυβέρνηση, παρά με την ανασύσταση του παραγωγικού μοντέλου με βάση το φυσικό κι ανθρώπινο πλούτο μας.
Κυρίως όμως μια κυβέρνηση που έχει χάσει τον δημοσιονομικό έλεγχο, έχοντας τεράστιες αποκλίσεις από τα προβλεπόμενα στα μισά της χρονιάς, μπορεί να μας πείσει ότι θα βελτιώσει τα τελικά αποτελέσματα, όταν από τη μια η φοροκαταιγίδα του Σεπτέμβρη θα βαθύνει περαιτέρω την ύφεση κι από την άλλη άρχισαν κιόλας να ακούγονται οι πρώτες ένδοξες φωνές «λαϊκισμού» για χαλάρωση. Ήδη ο ουσιαστικός περιορισμός των βαρέων κι ανθυγιεινών έμεινε μια μεγαλεπήβολη ανακοίνωση!!
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος
0 σχόλια