Όταν δημιουργήθηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου την περιγράφαμε ως ένα σχήμα που δεν κατόρθωσε να είναι ούτε επιτελικό, ούτε τεχνοκρατικό όπως υποτίθεται ότι οι συνθήκες επέβαλλαν, αλλά ένα δυσλειτουργικό, κομματικό συνονθύλευμα που εξαρχής περιόριζε τις δυνατότητες αποδοτικότητας του («Επιτελικό» και «τεχνοκρατικό» σχήμα...). Πολλοί έχουν αρχίσει ήδη να αναζητούν τη σύσταση της μετεκλογικής κυβέρνησης εφόσον δεν προκύψει αυτοδυναμία, θεωρώντας ακόμα κι ότι θα ήταν επιθυμητή η συνέχιση ενός ανάλογου σκηνικού.
Το «πείραμα» Παπαδήμου αποδείχτηκε πολιτικά και τεχνοκρατικά αναποτελεσματικό. Πολιτικά χαμένο σε αλλεπάλληλες συσκέψεις για τη διαρκή επιβεβαίωση ακόμα και των πιο αυτονόητων και θεμιτές ή αθέμιτες κομματικές αντεγκλήσεις. Τεχνοκρατικά αδύναμο να προωθήσει οποιαδήποτε απόφαση αλλά και να αγωνιστεί για τη βελτίωση όρων και προτάσεων που αποδείχτηκαν στην πράξη μονοδιάστατα φορομπηχτικοί και υφεσιακοί, μένοντας σε ασφαλείς ρητορικές αναφορές περί ανάπτυξης.
Άλλωστε το «κούρεμα» του Ελληνικού χρέους, που αποτελούσε και την κύρια αποστολή της νέας κυβέρνησης, αποδεικνύεται ένα ατέλειωτο «παιχνίδι» επιβολής βούλησης ανάμεσα στην Τρόικα και τους τραπεζίτες, με τη χώρα μας ουσιαστικά σε ρόλο διαπραγματευτικού κομπάρσου!
Σε μια χώρα όπου οι κρατικές δομές είναι ήδη αρκετά δυσκίνητες και παρωχημένες, μια κυβέρνηση που συνεχώς αναζητεί πηγές έντασης, ισορροπίες και αποφεύγει τα ρίσκα, μπορεί τελικά να είναι τόσο καλή όσο το ελάχιστα προσδόκιμο ενός ουδέτερου και άνοστου μέσου όρου. Κάπως έτσι λοιπόν θα μοιάζει κι η επόμενη... θεωρητική κυβέρνηση συνεργασίας. Χωρίς καν την τεχνοκρατική αστερόσκονη της σημερινής!
Άλλωστε τα συστατικά μιας τέτοιας κυβέρνησης δεν θα διαφέρουν από τα σημερινά. Απλά η ποσόστωση θα έχει διαφοροποιηθεί! Είναι όμως εύλογο να διερωτάται κανείς σε τι θα βελτιώσει την απόδοση ενός σχήματος που κατά βάση θα αποτελείτο από στελέχη της ΝΔ, η μειοψηφική συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ όταν οι επίδοξοι ηγέτες του αποδομούν την κυβερνητική τους παρουσία αναζητώντας στη δικαιωμένη ρητορική Σαμαρά, όψιμο αντιμνημονιακό καταφύγιο.
Πως θα ενισχυθεί άραγε η αποτελεσματικότητα ή η διαπραγματευτική ισχύ της, από την παρουσία Καρατζαφέρη που μας έχει συνηθίσει να αναπροσαρμόζει ταχύτατα την πολιτική του, μετακινούμενος από τη ένα άκρο στο άλλο, με βάση τις συγκυρίες και τα δημοσκοπικά αποτελέσματα;
Το δίλημμα αν ένα σχήμα με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών καλύτερα από μια σταθερή μονοκομματική κυβέρνηση είναι προφανές. Κι αυτό θα κληθούμε να αποφασίσουμε όλοι μας, τη στιγμή της κάλπης με βάση, έχοντας ως γνώμονα και τη διδακτική εμπειρία των τελευταίων μηνών.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια