Οι πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις κατέγραψαν μια
σημαντικά διαφοροποιημένη κοινωνική δυναμική με σαφή δημογρφικά
χαρακτηριστικά. Τα κόμματα της μεταπλίτευσης με τις δομές και σε σημαντικό βαθμό
και τα πρόσωπα, να μην έχουν ανανεωθεί και προσαρμσοτεί στα νέα δεδομένα
έρχονται να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά τους. Η
ΝΔ να εκφράσει τη συνεκτικότητα του αστικού τόξου, το ΠΑΣΟΚ να αποκτήσει νέες
κοινωνικές αναφορές και σαφές ιδεολογικό στίγμα, η ΔΗΜ.ΑΡ. να αναζητήσει τη
χρυσή τομή ανάμεσα στο ριζοσπαστισμό και τη σοσιαλδημοκρατία.
Από την άλλη, οι αντιπολιτευόμενες παρατάξεις
αντιμετωπίζουν τα δικά τους διλήμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ την οργανωτική μετεξέλιξη και την
προγραμματική αποσαφήνιση και οι δεξιόθεν δυνάμεις να διαμορφώσουν μια πειστική
και διακριτή ατζέντα θεμάτων. Όλοι μοιάζουν να βρίσκονται σε ένα δικό τους
σταυροδρόμι που μπορεί υπό συνθήκες να οδηγήσει στη κυριαρχία στο νέο
μεταπολιτευτικό σκηνικό έως τον πολιτικό αφανισμό.
Έχουμε αναφερθεί στην παραταξιακή νίκη που
κατήγαγε η ΝΔ εκπροσωπώντας την αστική λύση απέναντι στο πολυπολιτισμικό και
διεθνιστικό συνονθύλευμα του ΣΥΡΙΖΑ. Μια νίκη που της δίνει το περιθώριο να
ανακτήσει, υπό προϋποθέσεις, τον κεντρικό της ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις.
Απαιτείται όμως θετικός απολογισμός στην ανασυγκρότηση του κράτους και της
οικονομίας και δημιουργία αξιόπιστων δομών στην κοινοβουλευτική και
κομματική λειτουργία.
Το ΠΑΣΟΚ κινείται στα θολά νερά της μνημονιακής
αποσάθρωσης του. Διέρρηξε πλήρως τις σχέσεις με τον κοινωνικό ιστό που το
στήριξε και βρίσκεται στη διαδικασία ανίχευσης νέου ύφους και λόγου.
Συμπιέζεται όμως τόσο από την αστική ηγεμονία της ΝΔ, που καλύπτει και τις
εκσυγχρονιστικές πτέρυγες του κινήματος, αλλά και τη σοσιαλδημοκρατική μετριοπάθεια
της ΔΗΜ.ΑΡ. Η προσπάθεια εύσχημης αποστασιοποίησης του ΠΑΣΟΚ από τα
κυβερνητικά τεκταινόμενα ενέχει έναν θεμελιώδη κίνδυνο.
Το ρίσκο είναι να πιστωθούν οι δυο κυβερνητικοί
εταίροι του ότι θετικό προκύψει από αυτή τη διακυβέρνηση (η ΝΔ ως
κυρίαρχος πόλος και η ΔΗΜ.ΑΡ ως η αριστερή ισορροπιστική παρέμβαση) και το
κίνημα να βρεθεί παραγκωνισμένο και παροπλισμένο χωρίς διακριτό πολιτικό
και κοινωνικό ρόλο.
Το μεγαλύτερο στοίχημα του κομματικού μας
συστήματος είναι η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Η υπέρβαση των δομών ενός μικρού
σχήματος, ώστε να προσαρμοστεί στις διευρυμένες κοινωνικές δυνάμεις που
επιχειρεί να εκφράσει είναι μια εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία, όταν οι αντιφάσεις
που προκύπτουν από το εύρος αυτών των φωνών είναι πλέον ακόμα πιο έντονες,
απ’ ότι ήταν την περίοδο των περιθωριακών συνιστωσών.
Οι λαϊκιστικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ που
ζητούν καταφύγιο στο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ περισσότερες από τις παραδοσιακές
δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και κυρίως έμπειρες στη διαχείριση της
εξουσίας και των κομματικών δομών. Δεν αποκλείεται λοιπόν η λεηλασία της
ιεραρχίας να δημιουργήσει εσωτερικές εντάσεις και διασπαστικές τάσεις
απομακρύνοντας τον πυρήνα των ψηφοφόρων του χώρου.
Πολιτικά τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και οι δεξιές αντιμνημονιακές φωνές στηρίζουν την επιβίωση τους στη μονοδιάστατη ατζέντα της αποτύπωσης της μη λειτουργικότητας του προγράμματος, αποφεύγοντας όμως να στηρίξουν μεταρρυθμίσεις και υποθάλποντας παθογένειες του κρατικίστικου παρελθόντος.
Σε περίπτωση βελτιώσεων στις δημοσιονομικές
απαιτήσεις του μνημονίου και απόδοσης των διαρθρωτικών αλλαγών, θα
υπάρξει εμφανής πίεση στη ρητορική των συγκεκριμένων χώρων και ανάγκη
διακριτών θέσεων για το παραγωγικό και διοικητικό μέλλον, τόσο της Ελλάδας
όσο και της Ευρωζώνης. Κι αυτές σε ιδεολογικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο
θα είναι δύσκολο να αποκτήσουν ξεκάθαρη κι εφικτή επιχειρηματολογία.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια