
Η ελλιπής ενημέρωση σε σχέση με το ποιος επιτρέπεται να εκπροσωπήσει τη χώρα σε Συνόδους βάσει της συνθήκης της Λισσαβόνας ήταν αποκαλυπτική της άγνοιας και της προχειρότητας κάποιων υπηρεσιακών παραγόντων, χαρακτηριστικό παράδειγμα της χαλαρής λειτουργίας του Ελληνικού κράτους. Η τιμωρία του συγκεκριμένου θα ήταν το «φωτεινό» παράδειγμα για το γενικό και το αναγκαίο, απ’ ότι φαίνεται, φόβητρο για τους υπολοίπους. Ταυτόχρονα εγείρεται θέμα για το κατά πόσο για θεσμικούς και τυπικούς λόγους θα ήταν χρήσιμη μια θέση Αντιπροέδρου στην κυβέρνηση.
Αντίστοιχης λογικής είναι και η άγνοια σχετικά με το νέο νομικό πλαίσιο μετά τις νόμιμες και ηθικές αιτιάσεις Βουλγαράκη. Άγνοια του ίδιου του Βερνίκου (λογικό!), του προτείνοντα, στενού φίλου και έγκριτου συνταγματολόγου, των αποδεχόμενων την πρόταση Βενιζέλου; Άλλωστε η ναυτιλία είναι ταυτισμένη με τις off-shore εταιρείες και προφανώς δεν υπάρχει τίποτα το παράνομο σε αυτό.
Πόσο θα στοιχίσει στη χώρα η απουσία του πρωθυπουργού και του υπ. Οικονομικών από την κρίσιμη Σύνοδο. Σε πρώτη ανάγνωση είναι εξαιρετικά δυσάρεστο τη στιγμή των μεγάλων αποφάσεων για το πολιτικό και οικονομικό μέλλον της Ευρώπης να λείπει από τις εξελίξεις η ηγεσία του τόπου. Από την άλλη η ρεαλιστική προσέγγιση αναγνωρίζει την αδυναμία της Ελλάδας να επιβάλλει αποφάσεις όταν η πίεση για την υπέρβαση των Γερμανικών μονομερειών δεν αποδίδει άμεσα ακόμα και μετά την πaρέμβαση των τριών αμέσως μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης!
Όταν μάλιστα η Τρόικα δεν έχει συντάξει την έκθεση της για την πρόοδο του προγράμματος (με δεδομένη την καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων) και η νέα κυβέρνηση δεν έχει προλάβει να δώσει δείγματα των προτεραιοτήτων της, πιθανότατα με κάποιες εντυπωσιακές κινήσεις στο επίπεδο των αποκρατικοποιήσεων (Ελληνικό, ΟΣΕ) και της περικοπής κρατικής σπατάλης, θα ήταν υπερφίαλο να περιμένει κανείς σημαντικές εξελίξεις σχετικά με την αναδιαπραγμάτευση όρων του μνημονίου.
Δεν δικαιολογείται λοιπόν η υπερβολική απογοήτευση και ο σκεπτικισμός. Προφανώς όσο ισχυρότερη ήταν η Ελληνική παρουσία στη Σύνοδο κι όσο περισσότερο έδινε ο πρωθυπουργός το συμβολικό στίγμα της αποφασιστικότητας για την ανασυγκρότηση του κράτους και της οικονομίας, τόσο θετικότερες θα ήταν οι εντυπώσεις και η αισιοδοξία για τη χώρα.
Η πολιτική όμως δεν εξαρτάται κυρίαρχα από την επικοινωνία και τους πρόσκαιρους συμβολισμούς αλλά από ρεαλιστικά κι αναπότρεπτα δεδομένα. Η επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής θα δοθεί ως αποκύημα της αναγνώρισης του υπερβολικού στόχου, με βάση τη διεθνή εμπειρία, για διψήφια μείωση ελλείμματος σε 3-4 χρόνια. Η ανάπτυξη έχει αποτελέσει πάνδημο Ευρωπαϊκό αίτημα ως αποτέλεσμα της γενικευμένης ύφεσης που κατακλύζει πλέον σύσσωμη την Ευρωζώνη. Αντίστοιχα η τραπεζική ενοποίηση επιβάλλεται από τις εξελίξεις ενός ανεξέλεγκτου χρηματοπιστωτικού συστήματος και της «φούσκας» που δημιούργησε.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος

0 σχόλια