
Μια ολόκληρη γενιά μεγάλωσε με το κίνητρο της «χρυσής» Ολυμπιακής ευκαιρίας, που θα έφερνε την μετεξέλιξη της Ελληνικής κοινωνίας και θα συμπαρέσυρε μαζί της παθογένειες του πολιτικοοικονομικού συστήματος. Αντ’ αυτού, η χώρα βίωσε την βίαιη ανακατανομή πλούτου μέσα από το άγουρο χρηματιστηριακό «ποντάρισμα». «Επένδυσε» στη συντήρηση των διαπλεκόμενων οικονομικών δομών και των ψηφοθηρικών πολιτικών διαδικασιών που διατηρούσαν υψηλά το δημόσιο χρέος (υπερκοστολογήσεις, προμήθειες, υπέρογκο και δυσλειτουργικό δημόσιο τομέα, αντιαναπτυξιακό νομικό και φορολογικό περιβάλλον).
Ανέδειξε σε υπέρτατο αγαθό τον άσκοπο καταναλωτισμό και την επίπλαστη ευδαιμονία. Συνέτεινε στην καταδυνάστευση των αξιών από την εικονική μιντιακή καταξίωση. Απέτυχε παταγωδώς να δημιουργήσει τις συνθήκες για εκμετάλλευση του ξεχωριστού αυτού γεγονότος, αφήνοντας απλά διάσπαρτα έργα υποδομών, εντελώς αναξιοποίητες αθλητικές εγκαταστάσεις κι ένα κλίμα αμφίβολων δυνατοτήτων για το μέλλον του τόπου.
Σήμερα θύτες και θύματα, ταγοί και ακόλουθοι ομονοούμε στην ανάγκη ανάδειξης των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας. Αναζητούμε το προσωπικό και τις δομές που θα φέρουν την επανεκκίνηση σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Άραγε δείχνουμε να έχουμε διδαχθεί οτιδήποτε από την εμπειρία της οργάνωσης των Ολυμπιακών αγώνων ή οι κατεστημένες νοοτροπίες και διαδικασίες παραμένουν ακόμα πιο ισχυρές από όσο θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε;
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος

0 σχόλια