Το τελευταίο διάστημα βιώνουμε ένα έντονο διεθνές παιχνίδι τακτικής που αφορά το μέλλον της Ευρωζώνης με πιόνι την Ελληνική οικονομία. Από την έμμεση ομολογία αποτυχίας της μνημονιακής συνταγής από το ΔΝΤ (χωρίς όμως διάθεση βελτίωσης της!), στις δημοψηφισματικές αναζητήσεις Παπανδρέου που έθεσαν σε αμφιβολία την Ευρωπαϊκή υπόσταση της χώρας και διατάραξαν ξανά την ισορροπία των αγορών εκτινάσσοντας τα σπρεντ, καταλήξαμε στην «μεγαλόψυχη» διάθεση του πρωθυπουργού για δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας. Όσο ασύνδετα κι αντιφατικά αν μοιάζουν όλα αυτά, αποκτούν ξεκάθαρο νόημα αν αναλογιστούμε το οργισμένο, απαξιωτικό ύφος της Μέρκελ στις Κάννες και ανακαλέσουμε από τη μνήμη μας τις δηλώσεις του Γερμανού υπ.Οικονομίας Ρέσλερ για το διαχωρισμό της Ευρωζώνης σε δυο πεδία.
Το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η Ευρωζώνη είναι δεδομένο ότι μπορεί να λυθεί μόνο με συγκροτημένες πολιτικές πρωτοβουλίες για μια ριζική διοικητική αναδόμηση, ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ και σταδιακά την έκδοση ευρωομολόγου. Παρά την παραπομπή της Ιταλίας σε εποπτεία από το ΔΝΤ και τη Γαλλία να δανείζεται πλέον με επιτόκια αντίστοιχα των Ελληνικών πριν τις εκλογές του 2009, ο πυρήνας της Ευρωζώνης μοιάζει να έχει αποφασίσει ότι είτε θα συνεχιστεί η πιστή εφαρμογή μιας απόλυτης δημοσιονομικής «ορθοδοξίας» ακόμα κι αν χρειαστεί κάποια αδύναμα μέλη της να αποβληθούν ή να μετατραπούν σε χώρους φτηνών επενδυτικών επιλογών (με αντίστοιχα περιορισμένα ασφαλιστικά κι εργασιακά δικαιώματα).
Αυτό το δίλημμα λοιπόν προσπαθούν να περάσουν με επίταση αυτές τις μέρες θέτοντας το όμως με πιο τραγικούς όρους (ευρώ ή δραχμή). Ταυτόχρονα συναρτούν την υπόσταση της χώρας όχι απλά με την συμφωνία στους κοινώς αποδεκτούς βασικούς στόχους της μείωσης του ελλείμματος και του χρέους αλλά με την πλήρη υποταγή στο σύνολο του πακέτου που αφορά τόσο τη δανειακή σύμβαση όσο και τις συγκεκριμένες πολιτικές που θα πρέπει να την συνοδεύουν.
Συνειδητοποιώντας ότι ο Παπανδρέου έχει απολέσει κάθε εσωκομματική και κοινωνική αποδοχή επιχειρούν να επιβάλλουν τη θέληση τους και στην αξιωματική αντιπολίτευση, ώστε να της στερήσουν κάθε δυνατότητα διαπραγμάτευσης πιο ανεξάρτητων αναπτυξιακών επιλογών, πιο συνεκτικών κοινωνικά πολιτικών.
Όσοι με ευκολία επιλέγουν την καταφυγή στη δραχμή προφανώς δεν αντιλαμβάνονται ότι μια χώρα με ανύπαρκτη παραγωγική βάση και περιορισμένα αποθεματικά σε δολάρια δεν θα μπορεί να λειτουργήσει ούτε στα βασικά, αφού η αδυναμία εισαγωγής πρώτων υλών, καυσίμων ακόμα και φαρμάκων θα διαλύσει κάθε κοινωνική και οικονομική ισορροπία. Δεν χρειάζεται καν να αναφερθούμε στην απομείωση άνω του 50% κάθε κινητής (εισοδήματα) κι ακίνητης αξίας.
Κάποιοι βιάστηκαν να κατηγορήσουν το Σαμαρά για ανεξήγητη απεμπόληση κάθε αντιμνημονιακής ρητορικής. Δεν θα σταθώ τόσο στην ηθελημένη παράκαμψη της διαφοράς ανάμεσα στην ψήφιση της δανειακής σύμβασης (διαδικασία και οικονομικούς όρους «κουρέματος» ομολόγων και χορήγησης νέων δανείων) με τη στήριξη των εφαρμοστικών νόμων που μπορούν να οδηγήσουν και σε εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και την οποία ξεκάθαρα αρνήθηκε εξαρχής.
Δεν θα επιμείνω καν στο ότι μπρος στην ανάγκη για κριτική οι θιασώτες της δραχμής δεν κατάλαβαν ότι η άρνηση του συγκεκριμένου δημοψηφίσματος και η επιμονή στην άμεση διενέργεια εκλογών δεν αποτελεί φίμωση της κοινωνίας αλλά απεμπλοκή της από ένα άτοπο δίλημμα (80% υπέρ της παραμονής στο ευρώ δίνουν όλες οι δημοσκοπήσεις) που εξυπηρετούσε απλά τους σχεδιασμούς του Παπανδρέου και τις επιταγές των δανειστών.
Για όσους εξαρχής θεώρησαν αδιέξοδη την εμπροσθοβαρή και χρονικά πιεστική δημοσιονομική λογική του μνημονίου αλλά και τη συνεχή υπεροφορολόγηση της κοινωνίας και της αγοράς, είναι κρίσιμη η προσπάθεια να διατηρηθεί η Ευρωπαϊκή πορεία της χώρας χωρίς να αναγκαστεί να παραχωρήσει κάθε δυνατότητα ουσιαστικής πολιτικής παρέμβασης αφήνοντας την πλήρη διαχείριση στους δανειστές. Σε αυτό το δίπολο εθνικής επιβίωσης και αξιοπρέπειας προσπαθεί να ισορροπήσει ο Σαμαράς και το έργο του υπό τις παρούσες συνθήκες είναι τουλάχιστον βαρύ.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια