Οι αγορές δεν
είναι παρά ένας τόπος αλληλοσυγκρουόμενων προβλέψεων για τις οικονομικές
εξελίξεις κι ως τέτοιος δεν μπορεί παρά να είναι ευμετάβλητος, επηρεαζόμενος
από την παραμικρή ανατροπή, όχι υποχρεωτικά αρνητική αλλά έστω και αμφίσημη.
Όσο γρήγορα προεξοφλούνται αναμενόμενα γεγονότα, άλλο τόσο ταχύτατα
αναιρούνται πιθανά αποτελέσματα με την αλλαγή μιας μεταβλητής. Ακριβώς αυτά τα
στοιχεία των αγορών έφεραν και τις μεγάλες μεταβολές στις τιμές των ελληνικών
ομολόγων, τόσο με την ραγδαία πτώση των επιτοκίων όλο το προηγούμενο διάστημα,
όσο και με τα σκαμπανεβάσματα των τελευταίων εβδομάδων.
Ο τρόπος με τον
οποίο η ελληνική κυβέρνηση επέδειξε τα τελευταία δυο χρόνια, με τις όποιες
επιμέρους καθυστερήσεις και τις δυσκολίες εκτέλεσης αποφάσεων από τις
αντιδράσεις συντεχνιακών μια μεταρρυθμιστική συνέπεια που δεν έχει
υπάρξει ξανά στη χώρα προωθώντας ρυθμίσεις βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος,
συμμαζέματος της κρατικής σπατάλης, αναδιάρθρωσης των δημοσίων δομών. Η επίτευξη
των δημοσιονομικών στόχων νωρίτερα του σχεδιασμένου, μέσα από δύσκολες ακόμα
και κοινωνικά άδικες αποφάσεις, άνοιξε στην Ελλάδα την πόρτα των αγορών πολύ νωρίτερα
από την οποιαδήποτε σχετική πρόβλεψη. Τα υψηλά διψήφια επιτόκια έγιναν
αποδεκτά μονοψήφια σε διάστημα λίγων μηνών.
Αρκούσε όμως μια διπλή
αμφιβολία για να ανεβάσει τα επιτόκια του δεκαετούς ομολόγου κατά 1,3% και
άλλη μια διπλή καθησυχαστική κίνηση για να τα επαναφέρει μισή μονάδα
χαμηλότερα. Η διπλή αμφιβολία αφορά, από τη μια, την αμφισβήτηση για συνέχιση
των διαρθρωτικών αλλαγών. Γι’ αυτό κι ο Σαμαράς δήλωσε ότι το τέλος του
μνημονίου μας δίνει επιτέλους τη δυνατότητα να εκπονήσουμε ένα εθνικό σχέδιο
μεταρρυθμίσεων. Αλλαγών που η πλειοψηφία αναγνωρίζει πλέον, έστω και με
καθυστέρηση δεκαετιών ως αναγκαίες για την βελτίωση της οικονομικής
ανταγωνιστικότητας και της κρατικής λειτουργικότητας.
Από την άλλη, το πολιτικό
ρίσκο που ανεβάζουν οι θρυλούμενες αναταραχές ενόψει της εκλογής Προέδρου
της Δημοκρατίας επισπεύδει τη θέληση κάποιων επενδυτών, ειδικά των funds που κινούνται αποκλειστικά με στόχο το
βραχυπρόθεσμο όφελος, να πουλήσουν ελληνικά ομόλογα αποκομίζοντας
σημαντικά κέρδη μέσα σε ελάχιστο διάστημα. Αυτό ακριβώς έκαναν λοιπόν
ρευστοποιώντας ελληνικά ομόλογα, οι τιμές των οποίων έπαιρναν την ανιούσα χωρίς
σταματημό.
Το απαραίτητο
αντίβαρο για να μην ξεφύγουν εντελώς τα ελληνικά επιτόκια ήρθε από τις κατάλληλες
θεσμικές πηγές. Ο Ντράγκι καθησύχασε τις αγορές ανοίγοντας δρόμο
ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες ελαστικοποιώντας τους όρους των
εγγυήσεων για χορήγηση δανείων και ο Σαμαράς έδωσε θεσμική απάντηση κλείνοντας
την όποια συζήτηση για πρόωρες εκλογές και επίσπευση της προεδρικής εκλογής, αποκαθιστώντας
έτσι την τάξη!
Όσο όμως γρήγορα
μπορούν να βελτιωθούν τα δεδομένα στις αγορές ως αντίδραση σε αποφάσεις που
σταθεροποιούν το πολιτικό περιβάλλον ή διευκολύνουν τη ροή χρήματος στην
οικονομία, άλλο τόσο γρήγορα μια πολιτική αστάθεια συνοδευόμενη από συγκρούσεις
και αδιέξοδα στις σχέσεις μας με την Ε.Ε. είναι ικανά να επαναφέρουν τα
ελληνικά επιτόκια ακόμα και σε διψήφια νούμερα. Προς «επαναστατική» γνώση
και συμμόρφωση.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος