Μετά και τις τελευταίες κοινές δηλώσεις Μέρκελ – Παπανδρέου αλλά και τις τοποθετήσεις του προέδρου της ΕΚΤ κ.Τρισέ, έγινε ξεκάθαρο ότι όσο κι αν υπάρχουν καλές προθέσεις για συνεργασία στην καταπολέμηση των κερδοσκοπικών πιέσεων σε χώρες της Ε.Ε., οι συγκεκριμένες δράσεις αργούν να πραγματοποιηθούν και πιθανότατα θα ακολουθηθούν μόνο στην περίπτωση που παρόλη τη λήψη σκληρών δημοσιονομικών μέτρων δεν υπάρξει σταδιακή, ουσιαστική αποκλιμάκωση των όρων δανεισμού από τις διεθνείς αγορές.
Η πλήρης ανατροπή των προεκλογικών υποσχέσεων του ΠΑΣΟΚ απέδειξε περίτρανα για πολλοστή φορά, την αναξιοπιστία των δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν τα κόμματα προεκλογικά. Ιδιαίτερα οι αντιπολιτεύσεις που προσβλέπουν υπερκεράζοντας τις κυβερνητικές θέσεις στην κατάκτηση της εξουσίας, με περισσή ευκολία προσφέρουν δώρα και καθρεφτάκια στους ιθαγενείς, και εκμεταλλεύονται είτε την ευκολοπιστία κάποιων κοινωνικών και ηλιακών ομάδων είτε την σύμφυτη με την ανθρώπινη φύση ανάγκη ενός οράματος για μια καλύτερη ποιότητα ζωής, ακόμα κι όταν αυτό είναι προδήλως προσχηματικό και εφήμερο.
Ενόψει της ανακοίνωσης του νέου επώδυνου πακέτου, φορολόγησης και μισθοδοτικών περικοπών αναφύεται και πάλι η σύγκρουση δυο αντίθετων πόλων αντίληψης της οικονομίας και της κοινωνίας. Η μονεταριστική, νεοφιλελεύθερη προσέγγιση αποζητά το όσο το δυνατόν αμεσότερο «συμμάζεμα» των δημοσιονομικών μεγεθών θεωρώντας τους μισθούς ως μια ελαστική κρατική δαπάνη που μπορεί εύκολα να συρρικνωθεί, και την έμμεση φορολόγηση υπηρεσιών και προϊόντων την πιο σίγουρη πηγή εσόδων, αφού αφορά την ευρεία κατανάλωση. Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν πχ την αύξηση του ΦΠΑ ως μέσω μεσοπρόθεσμης ανάκαμψης της οικονομίας. Η λογική είναι ότι η μειωμένη κατανάλωση και ο φόβος για το αβέβαιο μέλλον θα αυξήσει την τάση για αποταμίευση. Θεωρούν ότι ενώ πρόσκαιρα θα μειωθεί η κατανάλωση επιτείνοντας την ύφεση, θα δοθεί η δυνατότητα φθηνού δανεισμού για τις τράπεζες από τους πολίτες (τα επιτόκια καταθέσεων όσο κι αν αυξηθούν δεν θα αγγίξουν το σχεδόν 8- 9% που δανείζονται από τις αγορές), κι έτσι θα μπορέσουν να δανείσουν φθηνότερα τις επιχειρήσεις δημιουργώντας ανάπτυξη.
Μετά τη συνάντηση Σαμαρά – Μπαρόζο και τις προτάσεις του πρώτου γα μορφές άμεσης τόνωσης της ρευστότητας της Ελληνικής αγοράς αλλά και την αναμενόμενη, παρά τις συνεχείς διαψεύσεις, χορήγηση πίστωσης στη χώρα μας μέσω αγοράς ομολόγων από μεγάλα Ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα με εγγύηση των εταίρων μας στην Ε.Ε., γίνεται και πάλι επίκαιρη η κατάθεση των 23 μέτρων – ανάσα για την τόνωση, της συρρικνούμενης (πιθανότατα και πάνω από 2%) Ελληνικής οικονομίας, από τη ΝΔ. Θεωρώ ιδιαίτερα χρήσιμη σε αυτή τη συγκυρία την αναλυτικότερη επεξήγηση τους, την εμβάθυνση της αναζωογονητικής επίδρασης τους στην αναθέρμανση θεμελιωδών τομέων της αγοράς και τις συνολικότερες θετικές συνέπειες για την καθημερινότητα πολιτών και επαγγελματιών.
Πριν την οποιαδήποτε εξειδίκευση των συγκεκριμένων προτάσεων, είναι βασικό για μια ακόμα φορά να τονίσουμε ότι, όσο κι αν κάποιοι μονεταριστές θεωρούν την οικονομία, ασκήσεις οικονομετρίας και μαθηματικών αναλύσεων, η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι οι πολίτες όπως και οι αγορές δεν είναι ορθολογιστικές μηχανές συνεχούς αναζήτησης του ιδανικού. Οι πολίτες ζουν μέσα σε ένα σύστημα αποχαυνωτικού, μιντιοκρατικού μάρκετινγκ που τους ωθεί στη συναισθηματική εξάρτηση από την προσπάθεια επίτευξης μιας πλασματικής εικόνας, και οι αγορές λειτουργούν ανάμεσα στις αυτοεκπληρούμενες προφητείες κερδοσκοπικών κύκλων και τις διπλωματικές στοχεύσεις των κυβερνήσεων. Όταν η πίστη και η εμπιστοσύνη, στις διαδικασίες και τους κανόνες της πολιτικής, της κοινωνίας και της αγοράς, κλονίζεται οι συνέπειες είναι πολλαπλασιαστικά αρνητικές. Η Συμπεριφορική οικονομική θεωρία έδωσε διέξοδο στην αφυδατωμένη νεοφιλελεύθερη θεωρητικολογία, όπως πολύ παραστατικά περιγράφει και το ακόλουθο παλαιό αλλά εξαιρετικά επίκαιρο άρθρο «Η οικονομία θέλει και τον ψυχολόγο της» http://archive.enet.gr/online/online_issues?pid=61&dt=12/02/2002&id=99666140