Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Το συνηθισμένο είναι τα κομματικά συνέδρια να μην προσφέρουν κάτι παραπάνω από στομφώδεις αρχηγικές ομιλίες, ζητωκραυγές και χειροκροτήματα για τον ηγέτη και εσωκομματικές, οργανωτικές… τακτοποιήσεις. Σπανιότερα χρησιμεύουν κι ως κομβικά σημεία που σηματοδοτούν θεμελιώδεις αλλαγές στη δομή, τον ιδεολογικό προσανατολισμό και τις κεντρικές πολιτικές επιλογές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε υπερβολικές προσδοκίες για αυτό το συνέδριο του που πολλοί βιάστηκαν να το χαρακτηρίσουν ως ιδρυτικό. Ακόμη μεγαλύτερη ομογενοποίηση, ενσωμάτωση των ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων που τον στήριξαν και ξεπερνούσαν κατά πολύ τον ιστορικό πυρήνα του 3-6%, ανάδειξη ενός εφικτού θετικού οράματος που θα προσέλκυε τους απογοητευμένους έως και οργισμένους ψηφοφόρους του.
Τίποτε από όλα αυτά δεν επιβεβαιώθηκε στην πράξη. Οι τόνοι από χαμηλοί έως χλιαροί, τα επιχειρήματα αντιφατικά και ανίσχυρα, οι εσωκομματικές φατρίες παρά την περσινή εκκαθάριση συνέχισαν να θέτουν προσχώματα κάνοντας αισθητή την παρουσία τους. Η αρχική καταψήφιση της πρότασης Τσίπρα για μη ποσόστωση στην συμμετοχή των βουλευτών στην Κ.Ε. ήταν μια ελάχιστη υπενθύμιση των δυνατοτήτων όσων συνεχίζουν να αμφισβητούν την μονοκρατορία του αρχηγού.
Το αναμενόμενο άνοιγμα στην κοινωνία περιορίστηκε στην σημειολογική έως γραφική παρουσία ορισμένων στελεχών του ιστορικού ΠΑΣΟΚ και του Φώτη Κουβέλη που αναμένει επί σχεδόν δυο χρόνια να εξαργυρώσει την καταψήφιση του Σταύρου Δήμα που άνοιξε πρόωρα τον δρόμο προς την κατάκτηση της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η σοσιαλδημοκρατική στροφή του κόμματος αποδείχτηκε ένα ανεπαίσθητο ταρακούνημα που ίσως να έφερε περισσότερο γέλιο παρά περισυλλογή στους εκλογικούς αντιπάλους του.
Το μεγάλο ερώτημα λοιπόν είναι αν υπάρχει ζωή για τον ΣΥΡΙΖΑ μετά το συνέδριο του. Αν αυτό το γεγονός αποτέλεσε ένα χρονικό όριο που θα σημάνει την επάνοδο του κόμματος σε θετική εκλογική πορεία. Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική. Οι πληγές από την εξάμηνη διαπραγμάτευση του νέου μνημονίου, την ανάσχεση της ανάπτυξης, την διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα, τις εισοδηματικές περικοπές,την προσφυγική και μεταναστευτική χιονοστιβάδα, παραμένουν βαθιές κι ο “ασθενής” βρίσκεται σταθερά σε ημιθανή κατάσταση.
Το συνέδριο δεν αποτέλεσε φρέσκια εκκίνηση αλλά βύθισμα στο βάλτο των εγγενών αντιθέσεων. Ένα κόμμα μοιρασμένο ανάμεσα στην κυβερνησιμότητα και την ιδεολογική καθαρότητα. Μια εν τη γενέσει παράταξη που επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο επαναστατικό παρελθόν και την λαφυραγώγηση της εξουσίας με όρους επιβαλλόμενους από τις διεθνείς συνθήκες.
Αν θα επιβιώσει, θα δυναμώσει ή θα καταρρεύσει περνώντας μέσα από τον κυκεώνα του επαναπροσδιορισμού του είναι κάτι που μόνο στην πράξη θα αποδειχτεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα αποκτήσει τα απαραίτητα στοιχεία για να εκφράσει ευρύτερες λαϊκές μάζες ή σταδιακά θα επανέλθει στην παλαιά δευτεραγωνιστική θέση του στο πολιτικό σκηνικό. Όλα θα εξαρτηθούν τόσο από την δική του δυνατότητα να αρθρώσει ένα καινούριο, πειστικό (;) όραμα για την μεταμνημονιακή εποχή όσο κι από την διάθεση της λεγόμενης κεντροαριστεράς να αποκτήσει συγκροτημένη, δυνατή φωνή που να πείθει ότι μπορεί να αποτελέσει εναλλακτικό πόλο εξουσίας.