Σε αυτή τη χώρα κατορθώσαμε να μετατρέψουμε σε κεντρικό
πολιτικό πόλο την Αριστερά και μάλιστα ούτε καν την παραδοσιακή και αυθεντική
έκφραση της το ΚΚΕ, αλλά την πιο καιροσκοπική και αντιφατική έκφραση της
που συναποτελείται από αυτά που κάποιοι χαρακτήριζαν ως ρετάλια της αριστεράς,
από ομαδούλες συμπαθούντων μέχρι και την τρομοκρατία ή την άκρατη
λαθρομετανάστευση, έως πλέον τα συνδικαλιστικά στελέχη του πιο βαθέως ΠΑΣΟΚ και
εσχάτως όσους έχουν ως μοναδική ασχολία τους την απομύζηση της εξουσίας
και βιάζονται να δηλώσουν έτοιμοι για κυβερνητική συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ.
Τόσο η Κεντροδεξιά όσο και η Κεντροαριστερά μετά τις
τεκτονικές δονήσεις που έφερε η κρίση, οφείλουν να ενδοσκοπηθούν ταχύτατα
και να προχωρήσουν στην ανασυγκρότηση τους άμεσα. Για την Κεντροδεξιά ίσως
μοιάζει κάπως πιο εύκολο γιατί κυρίαρχος παράγοντας στο χώρο παραμένει η ΝΔ
από τις πρωτοβουλίες της οποίας εξαρτώνται κι οι εξελίξεις.
Από την άλλη η Κεντροαριστερά έχει υποστεί έναν τέτοιο κατακερματισμό
που δεν της επιτρέπει την γρήγορη ανάκαμψη αν δεν παρακαμφθούν πάραυτα οι προσωπικές
στρατηγικές και τα άσκοπα παιχνίδια εξουσίας, τη στιγμή μάλιστα που σε μια κοινωνία
συνηθισμένη στα δίπολα έρχεται με φόρα ο ΣΥΡΙΖΑ να καλύψει, παρά τις
ασάφειες και τις αντιθέσεις του, αυτό το κενό.
Γι’ αυτό πριν φτάσει να ασχοληθεί με τα ζητήματα που θα
αναπτύξουμε παρακάτω, θα περάσει από μια μακρά διαδικασία εσωστρέφειας
όπου θα αναζητεί το διακριτό στίγμα, την υπέρβαση της αρχομανίας και των προσωπικών
στρατηγικών, τις νέες δομές και τις προτάσεις που θα ξανακάνουν την
κεντροαριστερά προνομιακό συνομιλητή με τα κοινωνικά στρώματα που της
γύρισαν την πλάτη την περίοδο της κρίσης.
Κάποιοι στην Κεντροδεξιά θεώρησαν ότι η λύση βρίσκονταν
σε μια γενικόλογη παλλαϊκή συμμαχία κάτω από κάποιες γενικές αρχές, τις
οποίες όμως με τη δική τους ερμηνεία χρησιμοποιούν όλες οι παρατάξεις κι είναι
αμφίβολο αν αρκούν για να δημιουργήσουν ένα στέρεο και συνεκτικό κομματικό
μόρφωμα. Λησμονούμε ότι οι παρατάξεις του 47% δεν απέκτησαν αυτά τα
μεγέθη, ούτε γιατί απο-ιδελογικοποιήθηκαν, ούτε επειδή προτίμησαν την ασάφεια.
Η ψήφος των Ελλήνων ήταν διαχρονικά κυρίως τιμωρητική
και σε ένα σημαντικό βαθμό κινούνταν και μέσα στο πλέγμα των πελατειακών
σχέσεων. Όσο αυτές περιορίζονται από τα δεδομένα της σημερινής εποχής τόσο
γίνεται πιο επιτακτική, η ιδεολογική αποσαφήνιση που χτίζει μόνιμους
παραταξιακούς χώρους και χαλυβδώνει συνειδήσεις που μπορούν να διαδίδουν με
επίγνωση το λόγο και το στίγμα της Κεντροδεξιάς.
Δυσκολευόμαστε να παραδεχτούμε ότι παρά τις δεδομένες
βασικές αρχές, όπως αυτές τέθηκαν το 1974 από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή,
στην πορεία και μέσα στο γαϊτανάκι ανάληψης της εξουσίας ακολουθήσαμε κατά
καιρούς τακτικές του ΠΑΣΟΚ (λαϊκισμό, ρουσφετολογία κλπ) και αφήσαμε να
περιφέρεται μια σχετική θολούρα και αρκετές αντιφάσεις σε βασικές οικονομικές
και πολιτικές θέσεις που δικαιολογούν την ευκολία με την οποία στις μέρες μας
κάποιοι δηλώνουν «δεξιοί» αλλά ενστερνίζονται αριστερές προσεγγίσεις σε
σχέση με την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις ή το ρόλο του δημοσίου τομέα.
Η ανασυγκρότηση της Κεντροδεξιάς απαιτεί δυο βασικές
κινήσεις. Την συνέχιση της αναδόμησης των κομματικών μηχανισμών με
διαδικασίες που θα λειτουργούν αμφίδρομα και διαδραστικά με την κοινωνία. Ήδη
έγινε μια μεγάλη προσπάθεια με την πιο σφιχτή δομή του κομματικού μηχανισμού
και την ανάδειξη τοπικών στελεχών με συγκεκριμένο αντικείμενο δράσης.
Αυτό μπορεί να ολοκληρωθεί με έναν ανασχεδιασμό και των πιο κεντρικών δομών με
τρόπο που να βρίσκονται σε διαρκή λειτουργία ως αποσυμπιεστή ανάμεσα στη
βάση και την κυβέρνηση και προσφέρει τη δυνατότητα συνεχούς επιμόρφωσης και
επεξήγησης των πολιτικών επιλογών στα μέλη.
Ταυτόχρονα χρειάζεται αποσαφήνιση του σχεδίου της
επόμενης μέρας για τη χώρα. Της μεταμνημονιακής εποχής που επικεντρώνεται
στον παραγωγικό ζήτημα με προτάσεις που ενισχύουν την επιχειρηματικότητα
δεν την ενοχοποιούν, που δίνουν ευκαιρίες στους νέους να δημιουργήσουν, δεν
τους κάνουν υποχείρια των κομματικών γραφείων, που εκμεταλλεύονται ανά
περιφέρεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες κάθε περιοχής.
Φυσικά είναι δεδομένο ότι ένα τέτοιο πλάνο δεν είναι δυνατόν να θεωρείται
ολοκληρωμένο αν δεν προωθηθεί και εκφραστεί στην κοινωνία από φωνές που
διαθέτουν τα εχέγγυα ότι μπορούν να αποτελέσουν το αξιόπιστο πρόσωπο της
μεγάλης αλλαγής. Κι αυτές οι φωνές βρίσκονται γύρω μας, βιώνουν καθημερινά τις
αγωνίες και τα προβλήματα της κοινωνίας, μπορούν να συνομιλούν και να
ταυτίζονται οι πολίτες μαζί τους και να αναζητούν λύσεις ρεαλιστικές και
αποτελεσματικές.
Θα μπορούσε κανείς να συμπυκνώσει αυτό το όραμα σε πέντε λέξεις. Νέα
Μεταπολίτευση, Νέα Ελλάδα, τώρα! Χωρίς αναβολές, καθυστερήσεις, χάσιμο
χρόνου με κομματικές ισορροπίες.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος