Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Κλείνει λοιπόν (γιατί παραμένουν ακόμη σημεία που πρέπει να διευκρινιστούν κυρίως σχετικά με το συμπληρωματικό μνημόνιο, την απεριόριστη πώληση δανείων σε funds και την διαχείριση του χρέους που κατά βάση έμεινε σε θεωρητικές αναφορές για τόκους κάτω του 15% του ΑΕΠ), η πολύ καθυστερημένη αξιολόγηση και αφήνει πίσω της συντρίμμια (σε φορολογικό και ασφαλιστικό επίπεδο), “αρρωστημένους” πολίτες (από τις υποχρεώσεις που θα κληθούν να επωμιστούν) και ενδοκυβερνητικά… αγρίμια που κατανοούν την υποκρισία και την ψευδολογία τους αλλά την ανέχονται προς δόξαν της εξουσίας.
Και μόνο η αίσθηση μιας πιθανής σταθερότητας μέσα στην εντροπία του τελευταίου ενάμιση χρόνου λειτουργεί ανακουφιστικά για τις αγορές και την εγχώρια οικονομία. Η αποφυγή μιας νέας καταστροφής καθησυχάζει ακόμη κι αν προαπαιτεί βαρύ φόρο σε θυσίες. Όσο όμως πηγαίνεις πέρα από την πρώτη βαθιά ανάσα σου κόβονται οι αναπνοές από την οικονομική ανηφόρα που ξεκινά.
Δεν αποκλείεται η χρονιά να κλείσει με θετικό αναπτυξιακό πρόσημο όχι επειδή θα έχει επανέλθει η αισιοδοξία και η δημιουργικότητα στην αγορά αλλά γιατί η βαθιά ύφεση του δεύτερου μισού του 2015 αφήνει περιθώρια για καλύτερα αποτελέσματα, σε ένα περιβάλλον ελαστικότερων κεφαλαιακών ελέγχων και τουριστικής άνθισης. Στην καλύτερη των περιπτώσεων το ΑΕΠ θα επανέλθει στο επίπεδο του τέλους του 2014 κάπου γύρω στα μέσα του… 2017. Δυόμιση χαμένα χρόνια στην δίνη της “σκληρής” διαπραγμάτευσης και με την προσπάθεια για ανάκαμψη να γίνεται πλέον υπό πολύ δυσμενέστερους φορολογικούς όρους.
Πέρα όμως από το οικονομικό μέρος, η ολοκλήρωση της συμφωνίας αλλάζει και τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού τόσο για την κυβέρνηση όσο και για την αντιπολίτευση. Η αριστερή παρένθεση μετατρέπεται σε… αγκύλη και σχεδιάζει την μετεξέλιξη της για να διευρύνει το ακροατήριο της στα εναπομείναντα τιμάρια της κεντροαριστεράς όπως είχα περιγράψει από τον περασμένο Ιούλιο στο
“Μπορεί ο Τσίπρας να γίνει σοσιαλδημοκράτης ηγέτης;”. Πέρα από την συνεδριακή ενίσχυση της Πασοκικής… συνιστώσας έρχεται και η υπουργοποίηση… αδέσποτων του χώρου.
Ο στόχος ήταν εξαρχής προφανής σε όσους διάβαζαν από την πρώτη στιγμή σωστά την ακόρεστη διάθεση των Συριζαίων για την, με κάθε τρόπο, διατήρηση της εξουσίας ως απαραίτητο μέσο σταδιακής άλωσης του κράτους και εφαρμογής των ιδεολογικών αρχών τους. Οι αχνές και καθυστερημένες αναπτυξιακές ανάσες από τον τουρισμό, συγκεκριμένους εξαγωγικούς τομείς και το μπουσούλημα του ΕΣΠΑ και του πακέτου Γιουνκέρ μαζί με την ταξικότητα των μέτρων και την ανάδειξη μιας σειράς θεμάτων με σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό απομακρύνουν οριστικά το ενδεχόμενο άμεσων εκλογών και τους δίνουν την ελπίδα επανάκτησης επαφής με ένα μέρος του απογοητευμένου και απαθούς ακροατηρίου τους.
Αν η αντιπολίτευση είχε επενδύσει αποκλειστικά στην θεωρία της σύντομης παρένθεσης θα πρέπει να αναθεωρήσει την στρατηγική και την τακτική της. Αν πάλι, η επιμονή σε αυτή την προσέγγιση είχε να κάνει με την χρήσιμη επικοινωνιακή κατάδειξη του κυβερνητικού τέλματος, τότε ήρθε η ώρα της ανάπτυξης του ευρύτερου σχεδίου της μέσα από ένα καινούριο αφήγημα. Ενός εθνικού πλάνου που θα περιλαμβάνει την ανασυγκρότηση ολόκληρης της παράταξης και της χώρας με μεταμνημονιακούς όρους που δεν θα προτάσσουν αποκλειστικά ξεπερασμένους ενδομνημονιακούς διαχωρισμούς.
Οι αστικές αξίες, τα εθνικά διακυβεύματα, η ουσιώδης κοινωνική πολιτική, η στήριξη της επιχειρηματικότητας αποτελούν ένα ελάχιστο, βασικό περίγραμμα που πρέπει να αποτυπώνεται σε απτές προτάσεις που θα φωτίζουν την ισχυρή κόκκινη γραμμή ανάμεσα στην κεντροδεξιά και την κεντροαριστερά. Το ζητούμενο της εποχής δεν είναι ο συνωστισμός όλων των πολιτικών πλευρών σε διαφορετικά χρωματισμένες εκδοχές του new labour κινήματος, αλλά η όσο το δυνατόν γρηγορότερη επαναφορά της συζήτησης στις ουσιαστικές ιδεολογικές διαφορές των δυο πλευρών που θόλωσαν μέσα στις οριζόντιες ανακατατάξεις λόγω κρίσης.