Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Όσο τα νταούλια χορεύουν τους πολίτες σε νέους υφεσιακούς ρυθμούς και τα ταμ ταμ κρατούν τον αυτοσχεδιαστικό τόνο της δημιουργικής ασάφειας, τα γατάκια της κυβερνητικής διαπλοκής χαϊδεύονται στα αναπαυτικά μαξιλάρια των εκδοτικών συμφερόντων. Τα νιαουρίσματα μάλιστα είχαν αρχίσει πολύ πριν την ανάληψη της εξουσίας με αλλεπάλληλες επαφές… τετάρτου τύπου στις οποίες προφανώς διερευνήθηκαν οι δυνατότητες αμοιβαίου οφέλους από την ανάληψη της εξουσίας από την αριστερά.
Δεν είναι πρωτόγνωρο, ούτε υποχρεωτικά επιλήψιμο το να συναντιούνται οι εκδότες με τους πολιτικούς. Όσο αυτό παραμένει μια διαδικασία λουσμένη στο φως της διαφάνειας, με σαφείς όρους και στόχους, κανείς δεν δικαιούται να αναζητεί ύποπτες συναλλαγές και μυστικές συμφωνίες από πίσω τους. Όταν όμως όλα σκεπάζονται από ένα πέπλο μυστικοπάθειας και κρυψίνοιας, τότε καθένας μπορεί να οδηγείται σε αντανακλαστικά συμπεράσματα για την θεματολογία, τα προαπαιτούμενα και τα εκατέρωθεν ζητούμενα.
Αν επιθυμείς να εκθέσεις εμφαντικά, στο δημόσιο διάλογο, τις απόψεις σου για το μιντιακό τοπίο, το κάνεις με ξεκάθαρες τοποθετήσεις που θα κριθούν στην πορεία για την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα τους. Οι τακτικές, κρυφές συνομιλίες με ισχυρούς εκδοτικούς παράγοντες το μόνο που αποκαλύπτουν είναι την διάθεση των εν δυνάμει κυβερνώντων να διαπραγματευτούν με σαφήνεια τον τρόπο διαμόρφωσης του νέου περιβάλλοντος στο χώρο των ΜΜΕ.
Ο έλεγχος του αριθμού των τηλεοπτικών αδειών και η πρόθεση για αντίστοιχες παρεμβάσεις στον ραδιοφωνικό και το διαδικτυακό κόσμο δεν αποτελούσαν απλώς ιδεοληπτικές εμμονές. Όπως αντιλαμβανόμαστε, μετά τις τελευταίες αποκαλύψεις, αυτές οι εξαγγελίες αποτελούσαν ένα προεκλογικό εργαλείο πίεσης για την διαμόρφωση των συνθηκών για μια πιο θετική αντιμετώπιση προς τον ΣΥΡΙΖΑ από τα ΜΜΕ. Ένας μηχανισμός πειθαναγκασμού εξαπλώνονταν με σκοπό την εξασφάλιση επιδοκιμαστικών αντιδράσεων και αντάλλαγμα την σωτηρία της θέσης στο υπό αναδιαμόρφωση μιντιακό στάτους.
Αν η κυβέρνηση και προσωπικά ο Τσίπρας επιθυμούσαν να καθαρίσουν τον κόπρο του Αυγεία της επιχειρηματικο-πολιτικής διαπλοκής θα έθετε κανόνες υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά που θα απέτρεπαν και την προνομιακή ανάληψη συμβάσεων σε παράπλευρα έργα από μιντιάρχες, θα εξασφάλιζε την ελευθερία του λόγου και την ισονομία στην προβολή μακριά από προνομιακές σχέσεις και επιλεκτικές θεοποιήσεις ή φαιδροποιήσεις προσώπων.
Η τακτική των υπογείων συναλλαγών είναι ίδιον ανελεύθερων, υποταγμένων καθεστώτων που στηρίζουν την υπόσταση τους στη νομή της εξουσίας με αντιπαροχή μια ειδική σχέση καθαγιασμού της εικόνας τους. Η “ευλογημένη” αριστερά δεν είναι τελικά τίποτε άλλο παρά η άλλη όψη του ίδιου ξεπερασμένου νομίσματος. Η πιο σκοτεινή όψη του διαπλεκόμενου νιαουρίσματος!
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας,
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Χρειάστηκε ένα πολύωρο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και ατέρμονες προσπάθειες εύρεσης των αποδεκτών, από όλους, διατυπώσεων ώστε να αποκτήσει η χώρα ένα ελάχιστο εθνικό στόχο σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα. Ένα κείμενο γεμάτο με προφανείς διαπιστώσεις και προτάσεις που αφορούν πρωτοβουλίες που είτε είχαν ήδη ακολουθηθεί από προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε με ευχολόγια προς την Ε.Ε., η ισχύς των οποίων θα αποδειχτεί τις αμέσως επόμενες ημέρες. Αναρωτιέται κανείς ποια ακριβώς ήταν τελικά η χρησιμότητα αυτού του συμβουλίου.
Η κυβέρνηση ούτε καν διανοήθηκε να αποδεχτεί κάποιο συγκεκριμένο δικό της πολιτικό σφάλμα, ούτε ανέλαβε κάποιο μερίδιο ευθύνης για την συμμετοχή της στις εξελίξεις που οδήγησαν στα σημερινά αδιέξοδα, την ευρωπαϊκή απομόνωση και την μετατροπή μας σε ένα τεράστιο στρατόπεδο υποχρεωτικής παραμονής μεταναστών και προσφύγων. Όλα καλά καμωμένα και η δημιουργική ασάφεια συνεχίζει να λιάζεται στα κυβερνητικά παράλια.
Από την άλλη, ένα μέρος της αντιπολίτευσης ξοδεύτηκε περισσότερο στην αναζήτηση μιας οικουμενικής, εθνικής, ή όπως αλλιώς την χαρακτηρίζουν, λύσης είτε για να περισώσουν την εκλογική υπόσταση τους, είτε με την ελπίδα να σπρώξουν την κυβέρνηση στην παραδοχή της διαχειριστικής αδυναμίας, θεωρώντας ότι έτσι αφομοιώνεται πλήρως με το πολιτικό σύστημα, χάνοντας και τα τελευταία ψήγματα κοινωνικής ψευδοευαισθησίας με τα οποία συντηρούσε μια επίπλαση εικόνα αντισυμβατικότητας.
Σε αυτή την διπλή “παγίδα” ο Τσίπρας επιχείρησε να στήσει το δικό του αντίστοιχο δόκανο. Το συμβούλιο αρχηγών δεν ήταν παρά ή δεύτερη, μετά την περσινή, κοινή υπερψήφιση του 3ου μνημονίου, προσπάθεια εγκλωβισμού της αντιπολίτευσης σε μια προσωπική εικόνα του ως εθνικού ηγέτη που χαίρει ευρύτερης στήριξης (μια μυθοπλασία που γίνεται αποδεκτή από μεγάλο μέρος του κοινού του) και το γεμάτο κοινοτοπίες ανακοινωθέν δεν ήταν παρά ένα επιπρόσθετο εργαλείο στα χέρια του ώστε να διεκδικήσει τα ελάχιστα στο θέμα του μεταναστευτικού, τα οποία ήδη μοιάζουν να έχουν αποδεχτεί οι ισχυροί της Ε.Ε., εμφανιζόμενος ως νικητής σε μια ήδη χαμένη, από δικά του λάθη, μάχη.
Όλη αυτή η σύγκρουση κομματικών συμφερόντων με πέπλο ένα σημαντικό εθνικό θέμα, ελάχιστα αφορά την κοινωνία και ειδικά όσους αντιμετωπίζουν καθημερινά τις επιπτώσεις των ασταμάτητων μεταναστευτικών ρευμάτων. Αυτοί φοβούνται την πραγματική διπλή παγίδα αυτής της υπόθεσης. Από την μια τις άμεσες συνέπειες (κοινωνικές, υγειονομικές) από το στοίβαγμα χιλιάδων ανθρώπων σε αυτοσχέδιους και χωρίς υποδομή χώρους κι από την άλλη τις μεσοπρόθεσμες και ακόμα πιο σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις που δημιουργεί η εικόνα μιας χώρας σε διαρκή αστάθεια σε όλα τα επίπεδα.
Σε αυτούς οφείλεται μια καθησυχαστική απάντηση που θα τους επιτρέπει να ανακτήσουν μέρος της καθημερινής ηρεμίας τους και θα διασφαλίζει ένα οικονομικό περιβάλλον απρόσκοπτης δημιουργίας. Αλλιώς η διπλή παγίδα θα αφορά συνολικά την χώρα και το μέλλον της. Ο εκρηκτικός συνδυασμός οικονομικών και μεταναστευτικών εντάσεων αρκεί για να τινάξει ολοκληρωτικά στον αέρα τις τελευταίες ελπίδες επανόδου μας σε κάποιας τάξης ομαλότητα.