Η υπερμετρωπία είναι μια ανατομική πάθηση του ματιού που δυσκολεύει την
όραση σε κοντινές αποστάσεις και φέρνει θολούρα! Πάνω, κάτω ότι έχει πάθει
κι ο ΣΤΡΙΖΑ προσπαθώντας να ερμηνεύσει ορισμένες δημοσκοπήσεις κοντόφθαλμα και
μέσα στην παραζάλη της απρόσμενης ματαιοδοξίας. Η πρόσφατη έρευνα της
GPO για τρεις εκλογικές περιφέρειες της
Αττικής, ακριβώς επειδή στηριζόταν σε δείγματα για κάθε περιοχή αντίστοιχα
αυτών που χρησιμοποιούνται συνήθως για όλη την επικράτεια (από 1000 έως και
1600 άτομα), διέθετε επιπρόσθετη αξιοπιστία και θα μπορούσε αν γίνονταν
η κατάλληλη διαχείριση των δεδομένων να εξαχθούν εξαιρετικά χρήσιμα
συμπεράσματα σε πανελλαδικό επίπεδο.
Η προβολή της δημοσκόπησης έγινε με τρόπο που έδειχνε μια τεράστια
απόσταση ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, με την αναφορά του υπευθύνου της GPO, κ. Θεοδωρικάκου, ότι από τις προηγούμενες
εθνικές εκλογές η διαφορά υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ στις δυο από τις τρεις
περιφέρειες ήταν ήδη σημαντική και στην τρίτη η πρωτοπορία της ΝΔ ήταν ανάλογη
της πανελλαδικής, να περνά στα ψιλά.
Τα πραγματικά συμπεράσματα της έρευνας συνοψίζονται στον πίνακα που
παρατίθεται στο τέλος του κειμένου. Συνοπτικά αναφέρουμε ότι στις εθνικές
εκλογές του 2012 στην Α Αθηνών προηγούνταν η ΝΔ με 3,9%, στη Β Αθνηνών ο
ΣΥΡΙΖΑ με 5,2% όπως και στην Αττικής με 3,7%. Συνολικά και στις τρεις
περιφέρειες (λαμβάνοντας υπόψη τις ψήφους καθεμιάς) η διαφορά ήταν 3,3% υπέρ
του ΣΥΡΙΖΑ, όταν πανελλαδικά υπολείπονταν 2,8%. Αυτή η απόσταση (στις
συγκεκριμένες περιφέρειες που αποτελούσαν το 26% των ψήφων) για να ανατραπεί
τόσο εντυπωσιακά χρειάστηκε ένα προβάδισμα της ΝΔ με 6% στο υπόλοιπο 74% της
επικράτειας.
Ποια δείχνει να είναι λοιπόν η τωρινή αποτύπωση δυνάμεων για τις
ευρωεκλογές; Το προβάδισμα της ΝΔ στην Α Αθηνών να έχει γίνει προσπέρασμα
του ΣΥΡΙΖΑ με λίγα δεκαδικά της μονάδας, στη Β να υπάρχει αύξηση μιας μονάδας
(στο 6,1%) και μια σημαντικότερη διεύρυνση της απόστασης στην περιφέρεια
Αττικής φτάνοντας στο 6,5%. Συνολικά και για τις τρεις περιφέρειες η διαφορά
υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ από το 3,3% βρίσκεται στο 5,2%.
Ακόμα κι αν κάποιος επιχειρήσει την πιο απλή και αφελή προσέγγιση αναγωγής
αναποφάσιστων εξάγοντας απλά ποσοστά επί των εγκύρων (χωρίς να λαμβάνει
υπόψη ότι περισσότεροι αναποφάσιστοι προέρχονται από τη ΝΔ, οι οποίοι αν
μέσα σε αυτό το δύσκολο κλίμα δεν επιχείρησαν ήδη το άλμα εκτός της παράταξης
είναι πολύ πιο πιθανό να επανακάμψουν) η διαφορά για το ΣΥΡΙΖΑ στις τρεις
περιφέρειες της Αττικής ανεβαίνει στο 7,3%.
Η προβολή αυτών των στοιχείων σε πανελλαδικό επίπεδο με τη χρήση
διπλής τεχνικής, για την εξαγωγή σχετικού συμπεράσματος για το υπόλοιπο 74% της
επικράτειας, είτε με απευθείας προσαρμογή των εκεί διαφορών με βάση το
αποτέλεσμα των συγκεκριμένων περιφερειών, είτε με προσαρμογή της
ποσοστικοποιημένης απόκλισης ανάμεσα στα αποτελέσματα της Αττικής και της
υπόλοιπης χώρας, στα νέα δεδομένα, μας δίνει μια πανελλαδική διαφορά που
κινείται μεταξύ 0,9% και 1,2%. Αντίστοιχα για τις εθνικές εκλογές η διαφορά
κινείται από 1,9% έως 2,4%.
Προς τι λοιπόν η βιασύνη του ΣΥΡΙΖΑ να αυτοανακηρυχθεί όχι μόνο σε νικητή
των ευρωεκλογών αλλά όπως είπε κι ο πρόεδρος του «σε κάτι παραπάνω από βέβαιη
κυβέρνηση» (η αβάσταχτη ελαφρότητα της επαναστατικής υπερβολής). Σε ποια
ανάλυση ποιοτικών στοιχείων στηρίζει την αισιοδοξία όταν η προβολή των
στοιχείων της δημοσκόπησης της GPO δεν δείχνει παρά ελάχιστο
εθνικό προβάδισμα και η σύσταση των αναποφάσιστων μόνο ευνοϊκή δεν είναι
για το ΣΥΡΙΖΑ.
Έτσι κι αλλιώς είναι πολύ πρόωρο να υπάρξουν αξιόπιστες προβλέψεις τελικού
αποτελέσματος όταν μπροστά μας υπάρχουν τέσσερις μήνες πυκνότατων πολιτικών
εξελίξεων τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο. Κανείς δεν
δικαιούται να υπεραισιοδοξεί, ούτε και να μεμψιμοιρεί. Η θολούρα της
δημοσκοπικής υπερμετρωπίας καραδοκεί και «καταδικάζει» σε συχνά ατυχήματα
όποιον την παραβλέπει προσποιούμενος τον αετομάτη.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος