Τέτοιες μέρες κι εν όψει της επετείου του Πολυτεχνείου μας κατακλύζουν αναλύσεις για το αρχικό μήνυμα δημοκρατίας που ευτελίστηκε από το ξεπούλημα αρκετών εκ των τότε πρωτεργατών και την αξιακή αποχαύνωση της μεταπολίτευσης που αναλώθηκε στον κρατικοδίαιτο κομματισμό και τον καταναλωτικό ευδαιμονισμό. Συνήθως η κριτική διανθίζεται με γενικόλογες προτροπές για εκδημοκρατισμό των θεσμών και ριζοσπαστισμό της νεολαίας που στερούνται προτάσεων και πλάνου δράσης. 40 χρόνια μετά, αν υπάρχει κάτι που πρωτίστως αξίζει να προσεγγιστεί είναι η κόκκινη γραμμή ανάμεσα στην ιδεολογικοποίηση που μένει κενό γράμμα και την πρακτική που καταλήγει συντήρηση του παρελθόντος με ισορροπιστικές κινήσεις.
Η χρυσή τομή μεταξύ θεωρητικής προσέγγισης και πρωτοβουλιών που αντιστοιχούν σε ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό υπόβαθρο μοιάζει να μη βρέθηκε ποτέ. Η μεταπολιτευτική αριστερά, κυρίως μέσω της κυβερνητικής της έκφρασης του ΠΑΣΟΚ. εκμεταλλεύτηκε το συναισθηματισμό, την οικονομική ανέχεια και την καταπίεση μέρους της κοινωνίας για να διαμορφώσει ένα μέτωπο λαϊκισμού και αντεκδίκησης που συνδύασε την ταύτιση κόμματος – κράτους με τη διαπλοκή με το κατεστημένο και τις εθνικοπατριωτικές κορώνες με τη διεθνιστική πολιτική και την ανοχή στον εξτρεμισμό. Εξουσιομανής ιδεολογική σύγχυση!
Το παιχνίδι κατάκτησης της εξουσίας συνεπήρε και την κεντροδεξιά παράταξη που συχνά βρέθηκε να μιμείται τις εκλογικά «επιτυχημένες» συνταγές της άλλης πλευράς, και είτε να χαλκεύει τις ιδεολογικές της σταθερές, είτε να οπισθοχωρεί σε κρίσιμες επιλογές υπό το βάρος της κοινωνικής πίεσης δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση στους πολίτες που την στήριζαν τους οποίους όμως η ίδια είχε αποφύγει να εκπαιδεύει ιδεολογικά επί δεκαετίες αφήνοντας τα μυθεύματα και τις δοξασίες της αριστεράς να φαντάζουν ως θέσφατο. Συσσωρευμένη ιδεολογική ενοχή!
Τα τελευταία χρόνια είναι πολύ κοινή η χρήση απο-ιδεολογικοποιημένων όρων που προκρίνουν την πρακτική αντιμετώπιση ζητημάτων πέρα από θεωρίες. Όσο κι αν κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ορισμένες φορές υπάρχουν λύσεις σε επιμέρους προβλήματα που δεν απαιτούν τίποτα παραπάνω από την απλή λογική, είναι υποκριτικό και τελικά διαβρωτικό της συνεκτικής ανθρώπινης σκέψης και δράσης να πιστεύουμε ότι η αποτελεσματική διαχείριση δεν προϋποθέτει την ιδεολογική αποσαφήνιση.
Κανείς δεν αναφέρεται σε απόλυτες ιδεολογικές αγκυλώσεις διαμορφωτές ιδεοληπτικών εμμονών που δεν αφήνουν περιθώρια αναγκαίων πολιτικών ελιγμών και επιλεκτικής ή πρόσκαιρης αξιοποίησης εναλλακτικών εργαλείων. Αυτό που αναζητείται απεγνωσμένα είναι η συνειδητή και αταλάντευτη ταύτιση της κοινωνίας με ένα βασικό πλαίσιο αξιών πάνω στο οποίο δομεί επιμέρους σκέψεις και τελικά τη στάση ζωής.
Συχνά αναφέρω ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, χωρίς καμιά πρόθεση ταύτισης ή αποδοχής, την περίπτωση των Αμερικανών Ρεπουμπλικάνων. Δεν νοείται κάποιος να δηλώνει ότι ανήκει σε αυτό τον πολιτικό χώρο και δεν στηρίζει με πάθος την οπλοκατοχή, δεν αντιτίθεται στις εκτρώσεις, δεν πιστεύει στο μικρό κράτος και τους χαμηλούς φόρους. Στη χώρα μας με την ίδια ευκολία κάποιοι τη μια στιγμή δηλώνουν συντηρητικοί και την άλλη αναζητούν απαντήσεις στις διδαχές του Καζάκη και κάθε διεθνούς αριστερού διανοητή ακόμα και σε θεωρίες που έρχονται από τα βάθη των επαναστατικών ετών!
Έστω και καθυστερημένα, έστω κι αν η διαδικασία θα είναι επίπονη και πολύχρονη, έστω κι αν μια τέτοια προσπάθεια θα έχει πρόσκαιρα αρνητικές εκλογικές συνέπειες, η επαναφορά των ιδεών ως προϋπόθεση για την παραγωγή πρακτικών προτάσεων, αποτελεί το απαραίτητο πρώτο βήμα για την συγκρότηση ιδεολογικών πόλων που θα αποδίδουν στην κοινωνία πολιτικές (για τη διάρθρωση του κράτους, τους στόχους της οικονομίας, τη λειτουργία των θεσμών) με θεωρητική αρχή, συμβατό ιδεολογικό μέσον και συνεκτικό πρακτικό αποτέλεσμα. Μια ολοκληρωμένη νοητική και εκτελεστική διαδρομή που θα επιτυγχάνει την ουσιαστική ταύτιση του πολίτη με την παράταξη του.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος