Με όλη αυτή την αναταραχή στα Πανεπιστήμια, δεν μπόρεσα παρά να αναπολήσω προσωπικές εμπειρίες από μια άλλη αντίληψη για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Έριξα μια ματιά στην επιστολή από τις ΗΠΑ που έρχεται κάθε χρόνο σε όλους τους αποφοίτους, ζητώντας έστω και την ελάχιστη συνεισφορά μας στον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου, αναλύοντας τα αποτελέσματα της συλλογής πόρων (από αποφοίτους, ιδιώτες, καθηγητές κλπ) της προηγούμενης χρονιάς και τις δραστηριότητες οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από αυτά τα ποσά. Θυμήθηκα το πόση σημασία δίνεται στο accreditation στις ΗΠΑ και τη συνέπεια με την οποία γίνεται συνεχώς η αξιολόγηση των ιδρυμάτων.
Και μετά προσγειώνεσαι στην εγχώρια πραγματικότητα των πρυτάνεων – «ιδιοκτητών», των φοιτητών – συνδικαλιστών, των ερευνητών – φαντάσματα και των κλειστών σχολών ως συμπαράσταση στις διεκδικήσεις των διοικητικών υπαλλήλων που θεωρούν, όπως συνήθως συμβαίνει με τις εργατικές κινητοποιήσεις, ότι η δική τους διεκδίκηση περνά μέσα από την ταλαιπωρία της υπόλοιπης κοινωνίας ως μέσο πίεσης της εκάστοτε εξουσίας.
Διερωτάσαι διαρκώς γιατί δεν θα πρέπει να θεωρείτε αυτονόητη η ακατάπαυστη αξιολόγηση δομών και προσώπων, ώστε το δημόσιο προσωπικό να αξιοποιείται βέλτιστα με βάση τις νέες ανάγκες του κράτους, αφού θέλουμε να σεβόμαστε τα χρήματα των πολιτών; Γιατί επί 3,5 μνημονιακά χρόνια δυσκολευόμαστε να ολοκληρώσουμε αυτές τις διαδικασίες ή τουλάχιστον να τις αναθέσουμε σε έναν εξειδικευμένο ιδιώτη;
Απορείς γιατί η διοίκηση και η οικονομική διαχείριση των Πανεπιστημίων αφήνεται στα χέρια των εκπαιδευτικών καταλήγοντας απλά στην αδιάκριτη άσκηση πίεσης προς την εκάστοτε κυβέρνηση για παραπάνω πόρους, και δεν παραδίδεται σε ικανούς μάνατζερ; Γιατί η αυτονομία των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων μένει ένα κακέκτυπο των διεθνών πρακτικών και δεν αποκτά πλήρη υπόσταση με τα Πανεπιστήμια να απευθύνονται και σε ιδιώτες για συμπληρωματική χρηματοδότηση, ειδικά για έρευνα και καινοτομία, αποκτώντας έτσι και στενότερη διασύνδεση με τις παραγωγικές δομές.
Αυτά, και πολλά άλλα σχετικά ερωτήματα, δεν θα βρίσκουν απάντηση αν ο βαθιά ριζωμένος κρατισμός που διαπερνά οριζόντια το πολιτικό σύστημα ως μέσο συντήρησης κεκτημένων δεν χτυπηθεί στη ιδεολογική ρίζα του με συνέπεια και επιμονή ακόμα κι αν αυτό θα έχει πρόσκαιρο πολιτικό κόστος. Οι εποχές της σιωπής και της συνενοχής έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια