Γράφει ο Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Κι αν οι προηγούμενες εκλογές πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ένα κλίμα στείρας αντιπαράθεσης για το σκίσιμο του μνημονίου με έναν νόμο, αυτές θα κυλήσουν με σχεδόν ολόκληρο το πολιτικό σύστημα συνειδητοποιημένο (;) για το ότι από τη στιγμή που εγκλωβιστήκαμε στο χρυσό κλουβί της αναγκαστικής χρηματοδότησης από διεθνείς οργανισμούς οφείλουμε να ολοκληρώσουμε μια σειρά από αναγκαίες μεταρρυθμίσεις ενώ ταυτόχρονα επιτυγχάνουμε και δημοσιονομική υγεία.
Το διακύβευμα λοιπόν αυτών των εκλογών δεν αφορά την αντιπαράθεση ενός ασαφώς προσδιορισμένου, χωρίς αρχές και προτάσεις δομικών θεσμικών αλλαγών, «νέου» απέναντι στο συλλήβδην δαιμονοποιημένο «παλαιό», αλλά την αξιοπιστία της εκτέλεσης μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που επί δεκαετίες τις αποφεύγαμε γιατί προσέκρουαν σε συντεχνιακά συμφέροντα και κυρίως την εντατικοποίηση της αναπτυξιακής στροφής που είχε ήδη αρχίσει αλλά διακόπηκε από το διαπραγματευτικό κυβερνητικό φρένο που τελικά με τους κεφαλαιακούς ελέγχους ακινητοποίησε πλήρως κάθε οικονομική δραστηριότητα.
Ποιος μπορεί να υποσχεθεί πειστικά ότι θέτει ως προτεραιότητα την ολοκλήρωση του ανασχεδιασμού του δημόσιου τομέα και την σε βάθος αξιολόγηση του; Ποιος μπορεί να προωθήσει ενέργειες που απελευθερώνουν τις δημιουργικές δυνάμεις της αγοράς και επιτρέπουν στη χώρα να προσελκύσει νέες επενδύσεις; Ποιος διαθέτει τα εχέγγυα για την προσήλωση στην δημοσιονομική εξυγίανση με τρόπο που δεν θα ξαναθέσει σε κίνδυνο εκτροχιασμού το τρενάκι των κρατικών οικονομικών;
Ο ΣΥΡΙΖΑ διακηρύσσει παντού ότι όχι μόνο διαφωνεί με την φιλοσοφία του νέου προγράμματος, ενός σκληρού και άδικου μνημονίου που ο ίδιος κατόρθωσε να επιβάλλει στη χώρα, αλλά κι ότι διαθέτει ένα εναλλακτικό, παράλληλο πρόγραμμα για να ακυρώνει τις αρνητικές επιπτώσεις των υφεσιακών μέτρων. Ένα πρόγραμμα που για μια ακόμα φορά δεν προκύπτουν από πουθενά οι πόροι του εκτός κι αν υποθέσουμε, δικαιολογημένα από την έως τώρα αριστερή εμπειρία, ότι κάποιοι θα επιβαρυνθούν φορολογικά ακόμη περισσότερο.
Επιπρόσθετα το ένα στέλεχος μετά το άλλο δηλώνουν την πρόθεση τους να ακυρώσουν ή να αντικαταστήσουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις ακόμα κι αν δεν προκύπτει πουθενά αυτή η δυνατότητα από την συμφωνία που έχουν υπογράψει. Πόσο καθησυχαστικό ακούγεται για το μέλλον της χώρας ότι ακόμα κι αυτή την ύστατη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να φυγομαχεί με τα προβλήματα και να παριστάνει ότι μπορεί να τα αγνοεί ή να τα στρεβλώνει ώστε να βολεύονται στις ανυπέρβλητες ιδεοληπτικές εμμονές του;
Είναι στο χέρι της ΝΔ να αποδείξει ότι δεν μένει στην δικαίωση όλων όσων προέβλεπε ότι θα συμβούν με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία αλλά προχωρά στην υιοθέτηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας που πάει πέρα από τις μνημονιακές επιταγές και συνδυάζεται με ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα, όπως αυτό που είχε ανακοινώσει τον Ιανουάριο, όπου προβλέπονταν σταδιακές φορολογικές ελαφρύνσεις στο επιχειρείν και ενίσχυση τομέων με πολλαπλασιαστικά θετικό αποτέλεσμα στην οικονομία αλλά και με στοχευμένες άρσεις αδικιών που θα χρηματοδοτούνται όμως από περικοπή κρατικής σπατάλης ή τα αυξημένα έσοδα από τους αναπτυξιακούς ρυθμούς.
Γράφει ο Κων/νος Μανίκας,
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
“Ηταν αναμενόμενο, μετά την πρόσκρουση Τσίπρα πάνω στην Ευρωπαϊκή πραγματικότητα την οποία αρνιόταν επί μήνες να δει και την υπογραφή της νέας σκληρής συμφωνίας, ότι ο λόγος του θα στρέφονταν προς πιο ηθικολογικά και προσωποκεντρικά πεδία. Η εξάντληση της συγκρουσιακής διάθεσης με τους εξωτερικούς «εχθρούς» έστρεψε σχεδόν υποχρεωτικά την προσοχή στο εσωτερικό της χώρας αναζητώντας τους επόμενους αντιπάλους στο κατεστημένο πολιτικό σύστημα και την ηλικιακή κομματική επετηρίδα.
Με όπλο την νεότητα και την έως τώρα μη διαχείριση κυβερνητικών καθηκόντων από την αριστερά, επιχειρεί ένα νοητικό άλμα που συνειδητά αγνοεί τις προϋποθέσεις και τους όρους που καθορίζουν το ουσιαστικά νέο και το βαθιά ηθικό. Περιορίζει μια ευρύτατης αντίληψης έννοια όπως η νεωτερικότητα στο σκέπτεσθαι και το πράττειν στα στενά όρια μιας ηλικιακής φρεσκάδας. Παραβλέπει το γεγονός ότι η σωματική ρώμη δεν συνδυάζεται πάντα με την διανοητική εγρήγορση, ούτε η απειρία, σε όλα τα επίπεδα, διασφαλίζει την ηθική καθαρότητα.
Είναι οι ιδέες που επιλέγεις να εκπροσωπήσεις, η ιστορική συνέπεια και η κοινωνική αποτελεσματικότητα, που χαρακτηρίζουν τελικά και το ηθικό υπόβαθρο τους. Είναι η αγνότητα των προσωπικών προθέσεων και η απαρέγκλιτη σταθερότητα στην υπηρέτηση ενός αξιακού συστήματος που μπορούν να σου δώσουν τα απαραίτητα διαπιστευτήρια αξιοπιστίας. Ο Τσίπρας παρά τις πομπώδεις αναφορές του δεν διαθέτει τίποτα από τα δυο.
Οι ιδέες του δεν έχουν καμιά σχέση με τον νεωτερισμό. Αναπαράγει την πιο σαθρή νοοτροπία αντιπαραγωγικού κρατισμού με εμμονές εναντίον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας. Βολεύεται σε έναν κυνήγι μαγισσών που δεν επιδιώκει την θέσπιση αξιοκρατικών κανόνων αλλά τον έλεγχο και την χειραγώγηση των δυνάμεων της αγοράς. Εξωστρακίζει λεκτικά την διαφρθορά ενώ ταυτόχρονα καθησυχάζει βασικούς παράγοντες δημιουργίας και συντήρησης της, όπως ο συντεχνιασμός.
Είναι δεδομένο ότι το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα έχει ανάγκη από δομικές αλλαγές στη λειτουργία των θεσμών (κυβέρνηση, κόμματα κλπ), από ανανέωση σε πρόσωπα και ιδέες με τρόπο που θα διασφαλίζει την αξοκρατία και την αποδοχή των νέων διαδικασιών από το σύνολο της κοινωνίας. Αυτά όμως δεν θα επιτευχθούν με επικοινωνιακές προεκλογικές στρακαστρούκες που ισοπεδώνουν το παρελθόν χωρίς να έχει υπάρξει καμιά πρόβλεψη για το πάνω σε ποια βάση θα οικοδομηθεί το μέλλον.
Αν για τον κ. Τσίπρα το μέλλον περνά μέσα από την νεκρανάσταση των χειρότερων αναμνήσεων της μεταπολίτευσης και των πιο αποτυχημένων πολιτικών και οικονομικών ιδεών, με την καθαγιαστική επικάλυψη της έως τώρα μη εμπλοκής με την εξουσία, θα προτιμήσουμε να κοιτάξουμε στα μάτια το παρελθόν, να αναγνωρίσουμε τα λάθη του και να αγωνιστούμε για να τα ξεπεράσουμε με ειλικρίνεια, προτάσεις και όραμα. Οι φωτοτυπίες μπορεί να είναι εμφανισιακά καινούριες δεν παύουν όμως να περιλαμβάνουν όλα τα λάθη και τις μουτζούρες του πρωτότυπου!