Όταν το 2009 η ΝΔ
επέλεξε να κάνει μια ιστορική στροφή προς τις ανοικτές δημοκρατικές
διαδικασίες καθιστώντας την κοινωνία τον υπέρτατο κριτή, όπως θα έπρεπε να
συμβαίνει σε κάθε κομματικό οργανισμό, άνοιξε μια πύλη για τον μετασχηματισμό
της παράταξης με βάση τη συμμετοχικότητα και την πολυσυλλεκτικότητα. Οι υπολογισμοί,
οι τακτικισμοί, οι εσωστρεφείς αντιλήψεις αφέθηκαν οριστικά στο παρελθόν
δημιουργώντας τις αρχικές προϋποθέσεις για την απαγκίστρωση από ξεπερασμένες
εξουσιαστικές αντιλήψεις και την μετάβαση στην εποχή της διαρκούς διαδραστικότητας
και της κοινωνικής αναζωογόνησης.
Οι πρωτόγνωρες
πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες δεν επέτρεψαν την πλήρη ανάπτυξη
εκείνης της προοπτικής αφού οι πιεστικές μνημονιακές προτεραιότητες δεν
άφηναν και πολύ χώρο για οργανωτικές και άλλες κομματικές καινοτομίες. Σήμερα
όμως η ανάγκη για την συγκροτημένη άρθρωση της Νέας Μεταπολίτευσης
επιστρέφει πιο επιτακτική από ποτέ. Μια ακόμα αλλαγή ηγεσίας χωρίς την συνοδεία
ενός ιδεολογικού, οργανωτικού και στελεχιακού επαναπροσδιορισμού,
προσαρμόζοντας τις διαχρονικές αξίες, τις δομές και το πολιτικό προσωπικό στις
απαιτήσεις που θέτει η ανάγκη για ένα μεταμνημονιακό όραμα, θα μπορούσε
να αποτελέσει την απλή διεκπεραίωση μιας τυπικότητας στα πλαίσια των προσωπικών
φιλοδοξιών.
Η ΝΔ καθορίστηκε
από τον ιδρυτή της ως μια παράταξη που καλύπτει ολόκληρο τον χώρο από την
παραδοσιακή δεξιά μέχρι το μεταρρυθμιστικό κέντρο. Η ετεροβαρής μετακίνηση
προς τη μια ή την άλλη πλευρά διχάζει την βάση και αφήνει πάντα περιθώριο για
την δημιουργία νέων σχηματισμών. Η αξιακή συνεκτικότητα αυτού του χώρου
είναι δεδομένη γιατί διέπεται από τον πυρήνα των αστικών ιδανικών για
ελευθερία, δημοκρατία, ασφάλεια, αλληλεγγύη.
Η επικαιροποίηση
των επιμέρους θέσεων και η προσαρμογή των πρακτικών στα σημερινά και
μελλοντικά δεδομένα δεν διαφοροποιεί την ουσία των βασικών ιδεών. Η φιλελεύθερη
οικονομία και το λειτουργικό, επιτελικό κράτος είναι πλέον παγκόσμιο
κεκτημένο. Η δημοκρατικότητα και η αξιοσύνη δεν μπορούν να μένουν κενό
γράμμα αλλά οφείλουν να αποτελούν καθοδηγητή κάθε κομματικής και πολιτικής
επιλογής. Η εθνική συνείδηση και η διασφάλιση της τάξης είναι
προαπαιτούμενο κάθε ομαλής πολιτικοοικονομικής εξέλιξης. Η αλληλεγγύη
δεν είναι μέσο μικροκομματικής συναλλαγής με τον πολίτη αλλά εργαλείο
εξασφάλισης της αξιοπρέπειας και παροχής ευκαιριών προσωπικής ανάπτυξης.
Η αναδόμηση
της παράταξης δεν μπορεί να γίνει με μεταπολιτευτικούς όρους ισόρροπης
«εξυπηρέτησης» ομάδων ή μέσω μιας τυφλής ηλικιακής υπέρβασης που δεν θα
ανταποκρίνεται σε ένα αντίστοιχο υπόβαθρο, ούτε θα προκύπτει ως το επιστέγασμα
ενός σύγχρονου οικοδομήματος. Το πραγματικό ζητούμενο είναι μια παράταξη με
σαφές στίγμα, που καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της κεντροδεξιάς με σεβασμό στις
αξιακές παρακαταθήκες και αναγκαίες πινελιές εκσυγχρονισμού στο λόγο και το
ύφος, και δεν παρασύρεται από προεκλογικές απαιτήσεις και πρόσκαιρα
ιδεολογήματα.
Το όποιο πρόσωπο
κληθεί να ηγηθεί αυτής της νέας προσπάθειας, ανεξάρτητα από το αν συμβολικά θα
ολοκληρωθεί με αλλαγή ονόματος και συμβόλων, θα πρέπει να αποτελεί τον υπηρέτη
αλλά και τον μπροστάρη μιας νέας συλλογικότητας γύρω από αυθύπαρκτες
κοινωνικές δυνάμεις και προσωπικότητες με αυτόνομη σκέψη. Μιας συλλογικότητας
που θα σέβεται και θα εκτιμά αξιοκρατικά την προσφορά των μελών και των
στελεχών της ανοίγοντας το δρόμο για την πραγματική ανανέωση της πολιτικής
ζωής.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος