Είμαι από αυτούς που εξαρχής δεν διέκριναν κάποια ιδιαίτερη πολιτική σημαντικότητα στις επερχόμενες ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές κάλπες.
Όχι ως παράβλεψη της αξίας των τοπικών διοικήσεων στην καθημερινότητα του
πολίτη, ούτε πολύ περισσότερο στον κομβικό ρόλο του ευρωκοινοβουλίου στη χάραξη
πολιτικών που ρυθμίζουν το παρόν και το μέλλον μας. Ήταν μια απλή διάγνωση του χλιαρού
ενδιαφέροντος της κοινωνίας και κυρίως η αποτύπωση της αδυναμίας δημιουργίας μετέπειτα
καθοριστικών πολιτικών εξελίξεων (πχ αλλαγή κυβέρνησης όπως ονειρεύονται στο ΣΥΡΙΖΑ).
Μπορεί λοιπόν να μην προμηνύονται συνταρακτικά γεγονότα ως συνέπεια των
εκλογικών αποτελεσμάτων (άλλωστε ο ίδιος ο Τσίπρας κατέβασε πρόσφατα τον
πήχη των προσδοκιών του σε «νίκη έστω και με μια ψήφο» θυμίζοντας ηττοπαθή
αθλητικά σωματεία που προεξοφλώντας το αρνητικό αποτέλεσμα επιχειρούν να το
ξορκίσουν μιλώντας για νίκη με μισό γκολ), αλλά η ιδιαιτερότητα της διενέργειας
των ευρωεκλογών, της κάλπης που θα δώσει και τα πιο ασφαλή πολιτικά
συμπεράσματα, τη δεύτερη Κυριακή κρύβει μια ευκαιρία που μπορεί να
μετατραπεί σε παγίδα ειδικά για τη ΝΔ.
Η πρώτη αυτοδιοικητική Κυριακή θα φέρει μια αντιφατική και πολλαπλών
αναγνώσεων καταγραφή. Το δημοσκοπικά εξαϋλωμένο ΠΑΣΟΚ θα δείχνει σε ορισμένες
περιπτώσεις μια ζηλευτή δυναμική στις τοπικές κοινωνίες, με το ΣΥΡΙΖΑ να μην
μπορεί να κεφαλαιοποιήσει, σε αυτό το επίπεδο, την εκτόξευση των εθνικών
ποσοστών του από το 5% στο 27%.
Ο λόγος είναι διπλός. Από τη μια η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να εμπλουτίσει το
στελεχιακό του δυναμικό με προσωπικότητες που ξεπερνούν τον στενό ιστορικό
πυρήνα του κι είναι αναγνωρίσιμες κι αποδεκτές στα τοπικά πλαίσια κι από την
άλλη ο διανοητικός διαχωρισμός που κάνουν πολλοί πολίτες ανάμεσα στην
πίεση που αισθάνονται από τις οικονομικές συνέπειες της κρίσης (που κάποιοι την
εκφράζουν με εθνική ψήφο οργής και απαξίωσης για το πολιτικό σύστημα) και την ικανότητα
συγκεκριμένων προσώπων να διαχειριστούν αποτελεσματικά τα ζητήματα της
καθημερινότητας τους.
Η εικόνα για τη ΝΔ θα είναι πιθανότατα θολή ως προς την εξαγωγή
συμπερασμάτων κυρίως λόγω της αποφυγής χρισμάτων που έκανε πιο εύκολες
τις διπλές και τριπλές υποψηφιότητες. Βέβαια στο χώρο των περιφερειών,
που πέρα μιας περίπτωσης δεν συναντάται αυτό το φαινόμενο, είναι σχεδόν
δεδομένο ότι η καταγραφή της ΝΔ θα είναι πολύ πιο αξιοπρεπής από την
αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν αποκλείεται κάποιες φορές να είναι και
υποπολλαπλάσια των εθνικών της ποσοστών.
Η ευκαιρία και ταυτόχρονα δυνητική παγίδα που θα προκύψει έχει να κάνει με
την πολιτική διαχείριση αυτού του αποτελέσματος ενόψει ευρωεκλογών την
επόμενη εβδομάδα. Μια έντονα επιθετική στάση της ΝΔ, με επινίκια και απαξίωση
του αντιπάλου, μπορεί να αποβεί μοιραία για θετική αποτύπωση και στις
ευρωεκλογές δίνοντας πόντους συμπάθειας στο ΣΥΡΙΖΑ. Η έπαρση της
εξουσίας και η έλλειψη σύνεσης σε αυτή την περίοδο αποτελούν θανάσιμο πολιτικό
αμάρτημα.
Αυτό που επιβάλλεται να επικρατήσει στο ενδιάμεσο διάστημα είναι συναινετικό
πνεύμα, πρόταξη των τοπικών ζητημάτων, κατάδειξη των αδύναμων
αυτοδικοικητικών προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ που τον έφεραν σε δυσχερή εκλογική θέση
αλλά επ’ ουδενί προβολή και στρεβλή αξιοποίηση αυτής της πραγματικότητας
στο κεντρικό πολιτικό διακύβευμα.
Προφανώς και θα γίνεται αυτόματα σε μέρος των πολιτών ο συνειρμός της μη
πειστικότητας του ΣΥΡΙΖΑ σε τοπικό επίπεδο με την ασάφεια των γενικότερων
θέσεων του για τον στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας και την έξοδο από την
κρίση. Αν όμως η ένταση και το ύφος αυτής της επισήμανσης υπερβούν το
όριο της απλής καταγραφής των δεδομένων και εκληφθούν από την κοινωνία ως έμμεσος
τρόπος επιβράβευσης όλων των σκληρών αποφάσεων της τελευταίας τετραετίας,
ακόμη κι αυτών που η κυβέρνηση προσπαθεί σταδιακά να διορθώσει, δεν αποκλείεται
κάποιοι να το θεωρήσουν παραχάραξη της εκλογικής τους συμπεριφοράς και
να θελήσουν, ενώ δεν ήταν στις αρχικές προθέσεις τους, να τιμωρήσουν την
κυβέρνηση για την απρόσμενη αλαζονεία της.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος