Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος - Ψυχολόγος, Σύμβουλος Επενδύσεων
Σημειολογικά δεν θα
μπορούσε να υπάρξει άλλη ημέρα, που να
αποτυπώνει ταυτόχρονα και με τόση
πιστότητα τις δυο διαφορετικές εικόνες
της Ε.Ε. όπως αυτές καταγράφονται τα
τελευταία χρόνια, όπως η προηγούμενη
Κυριακή. Από την μια η Αυστριακή Προεδρική
εκλογή κι από την άλλη το Ιταλικό
δημοψήφισμα αποκάλυψαν σε όλο τους το
εύρος τις δυο αντίθετες πορείες που
έχει να διαλέξει η Ευρώπη και τα
επιχειρήματα που χρησιμοποιεί κάθε
πλευρά.
Οι Αυστριακοί μπρος
στο φάσμα της εκλογικής ενός ακραία
απομονωτικού σωβινιστή υποψηφίου (μην
τον συγχέουμε με το προφίλ ενός τυπικού
συντηρητικού πολιτικού) επέλεξαν να
στηρίξουν τον εκλεκτό των Πρασίνων
θεωρώντας ότι μπορεί να υπερασπιστεί
καλύτερα το Ευρωπαϊκό κεκτημένο ακόμη
κι αν η οπτική, που κατά πιθανότητα
διαθέτει για το μέλλον της Ε.Ε., κινείται
στα πλαίσια μιας σφιχτής ομοσπονδιοποίησης
την οποία πολλοί φοβούνται ως το έσχατο
μέσο καταπίεσης των εθνικών συνειδήσεων.
Την ίδια ώρα οι Ιταλοί
έστειλαν το ακριβώς αντίθετο μήνυμα
αντικρούοντας το κυβερνητικό σκεπτικό
που επιθυμούσε την συγκέντρωση των
εξουσιών με άλλοθι την μείωση του κόστους
λειτουργίας του κράτους. Με ένα συντριπτικό
ποσοστό έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου
προς όσους θεωρούν ότι ο περιορισμός
των παρεμβατικών δυνατοτήτων του πολίτη
γίνεται εύκολα ανεκτός ακόμη κι αν
διέπεται από μια ορθολογική αντίληψη
για την δομή των νομοθετικών και
εκτελεστικών μηχανισμών.
Υπάρχει χρυσή τομή
ανάμεσα στις δυο θεωρητικές προσεγγίσεις;
Υπάρχουν ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες
με διορατικότητα και θέληση ώστε να
αναλάβουν την ευθύνη του διοικητικού
ανασχεδιασμού της Ε.Ε. με τρόπο που να
εξυπηρετεί και την αποδοτικότητα των
θεσμικών οργάνων αλλά και να επιτρέπει
την διατήρηση ενός σημαντικού βαθμού
αυτονομίας τέτοιου που θα της προσδίδει
το αντίστοιχο κύρος αλλά πάνω από όλα
και την αναγκαία δημοκρατική νομιμοποίηση;
Σε μια περίοδο οικονομικών
και κοινωνικών πιέσεων αυτοί που
αναδεικνύονται στο προσκήνιο είναι οι
πιο σκληροί και άτεγκτοι, συχνά και οι
πιο φαιδροί, εκπρόσωποι της κάθε μιας
σχολής σκέψης. Λείπει η ψυχραιμία, η
ψυχρή ανάλυση των θετικών αποτελεσμάτων
αλλά και των αρνητικών επιπτώσεων κάθε
εναλλακτικού δρόμου έτσι ώστε τελικά
να χαραχθεί μια πορεία που θα εκμεταλλεύεται
στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις πιο
αποδοτικές πλευρές κάθε στάσης.
Λείπουν οι συνετές
φωνές που θα αναζητήσουν την χρήση
ομοσπονδιακών επιλογών εκεί όπου δύναται
να συνεισφέρουν σε δράσεις υψηλού κύρους
και τεράστιου εύρους, ικανές να προσφέρουν
οφέλη για τον κάθε Ευρωπαίο πολίτη που
δεν είναι ικανές να πετύχουν οι
μεμονωμένες, αποσπασματικές και συχνά
αντικρουόμενες εθνικές πολιτικές. Όπως
πχ στη λειτουργία της ΕΚΤ, στην κοινή
φύλαξη των συνόρων, την ενιαία αμυντική
πολιτική, τα αναπτυξιακά εργαλεία και
την στήριξη της απασχόλησης.
Λείπουν οι σύγχρονες
εθνικές φωνές που δεν καπηλεύονται
πρόσκαιρα τις αναφορές σε παραδοσιακές
αξίες και συμβολισμούς τους παρελθόντος
αλλά αναδεικνύουν εκείνες της πτυχές
της ιστορίας που ενισχύουν την ατομική
και συλλογική δράση των πολιτών με τρόπο
που τους καθιστά όσο πιο συνειδητά
συμμέτοχους στις αποφάσεις και τους
δίνει το περιθώριο να ακολουθούν εθνικές
πολιτικές σε ζητήματα όπως πχ τα
φορολογικά, ο παραγωγικός σχεδιασμός,
η παιδεία συντηρώντας τα αναντίρρητα
στοιχεία διαφορετικότητας που
χαρακτηρίζουν κάθε λαό.
Όπως στα περισσότερα
ζητήματα η λύση βρίσκεται στη δημιουργική
σύνθεση, στη συνδυαστική σκέψη, στην
οραματική πολυπλοκότητα κι όχι στην
στρυφνή, συγκρουσιακή απόρριψη κάθε
αντίθετης άποψης με μια μεγάλη δόση
στρουθοκαμηλισμού για τις διεθνείς
εξελίξεις που συνεχίζουν να απωθούν
την Ευρώπη, σε οικονομικό και διπλωματικό
επίπεδο, στην άκρη των εξελίξεων.