Ξεκινήσαμε να
συζητάμε το προφανές της φύλαξης των δημοσίων Πανεπιστημιακών χώρων και
καταλήξαμε να ανανωλόμαστε σε επαναστατικές μεθόδους έκφρασης του λόγου με αλλοπρόσαλλες
αντιλήψεις για τη δημοκρατία, την ελευθερία του λόγου, τη γενικότερη
διαφοροποίηση της χρήσης των δημοσίων χώρων και τα όρια της φοιτητικής
συνδικαλιστικής παρεμβατικότητας στη λειτουργία και τη διοίκηση των
Πανεπιστημίων.
Οι γνωστές και μη
εξαιρετέες μειοψηφίες αναπτύσσουν ένα ευφάνταστο σενάριο όπου οι δημόσιοι
χώροι δεν έχουν διακριτές χρήσεις και λίγο, πολύ ο καθένας μπορεί να κάνει
οτιδήποτε, οπουδήποτε. Με βάση αυτή τη λογική το Πανεπιστήμιο δεν είναι ένας
χώρος μαθησιακής ενασχόλησης και έρευνας αλλά πρωτίστως ένα ελεύθερο βήμα
ιδεολογικής έκφρασης το οποίο μπορεί να το εκμεταλλεύεται όποιος το
επιθυμεί για να εκφράσει όχι απλά τα πιστεύω του αλλά ακόμα και την αντίθεση
σου στη νομιμότητα και συμπόρευση του με την ένοπλη πάλη ενάντια στο δημοκρατικό σύστημα, τα μέσα, τα
εργαλεία και τους χώρους του οποίου χρησιμοποιεί για το σκοπό του ακριβώς
επειδή αυτό το «βδελυρό» σύστημα του τα χορηγεί αδιακρίτως!
Κι επειδή είμαστε
ακόμα περισσότερο επαναστάτες απαιτούμε όχι απλά να καταθέτουμε την άποψη μας
στη Σύγκλητο αλλά να παρεμβαίνουμε στη διοίκηση των σχολών, στις
αποφάσεις για τη διαχείριση των πόρων (οικονομικών και ανθρώπινων) να θέτουμε
το πλαίσιο λειτουργίας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με επαναστατικούς όρους που
αγγίζουν ή και ξεπερνούν τον τραμπουκισμό! Άλλο τώρα αν στην
πραγματικότητα ούτε καν οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, η πλειοψηφία των
οποίων δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο της διοίκησης, δεν θα έπρεπε να
ασχολούνται με τα διαδικαστικά του μάνατζμεντ αλλά να αφοσιώνονται στο
επιστημονικό τους έργο.
Αλλά τι να
περιμένεις σε μια χώρα που επί δεκαετίες πιπιλά την καραμέλα της αντίθεσης
στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια όταν το ζήτημα έχει λυθεί παγκοσμίως προ πολλού.
Οι Έλληνες ενοχλούνται ακόμα από την ελευθερία στην επιλογή παρόχου
εξειδικευμένων επαγγελματικών γνώσεων, αλλά έχουν αποδεχτεί το γεγονός ότι η
ιδιωτική εκπαίδευση αναλαμβάνει σημαντικό μέρος στην ανατροφή των παιδιών τους.
Βέβαια ο λόγος
της υποκριτικής άρνησης του προφανούς έχει να κάνει με την διακομματικά βαθιά
ριζωμένη, συντεχνιακή αντίληψη ότι ελέγχοντας τον αριθμό των εισακτέων στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση περιορίζουμε τον αριθμό των ατόμων που έχουν πρόσβαση
σε επαγγελματικά δικαιώματα κι έτσι διαφυλάσσουμε τη δική μας οικονομική
θέση και το κοινωνικό στάτους. Μόνο που σήμερα και υπερπληθωρισμός
επιστημόνων υπάρχει και τεράστια ανεργία και παραμένει μια στρέβλωση της
αγοράς με την άρνηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Όλα αυτά είναι
ζητήματα που δεν λύνονται στο πεδίο της τυφλής τσαμποκοειδής αντιπαράθεσης.
Χρειάζεται επιτέλους αδιάλειπτη εμμονή στην νομιμότητα και ιδεολογικός
αγώνας αξιών που θα μεταφέρουν στην κοινωνία το μήνυμα μιας ελεύθερης,
δημοκρατικής κοινωνίας που δεν γνωρίζει από συντεχνιακούς περιορισμούς και
επαναστατικά τσιτάτα.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος