Κι εκεί που μέχρι πριν λίγους μήνες κανείς δεν μιλούσε για
πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και σχεδόν όλοι ξιφουλκούσαν με
επιχειρήματα για τη μη ύπαρξη δημοσιονομικής υγείας, τώρα που η επίτευξη του
είναι αδιαμφισβήτητη το επόμενο γαϊτανάκι αναλύσεων αφορά το πως θα
κατανεμηθεί αυτό το πλεόνασμα. Είναι αλήθεια ότι οι θέσεις που
αναπτύσσονται από κάθε πλευρά διαθέτουν σοβαρό λογικό υπόβαθρο. Η διαφοροποίηση
προκύπτει κυρίως από τις προτεραιότητες καθενός και τη σύγκρουση
οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών λόγων. Δεν πρόκειται για μια
επιχείρηση που μοιράζει ισόποσο μέρισμα σε μετόχους με τυπικές διαδικασίες. Το
καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα βρίσκεται συνήθως στη δυνατότητα μεγιστοποίησης
της απόδοσης και των τριών παραγόντων.
Κοινωνικά, μετά μάλιστα από μια εξαετία ύφεσης και μεγάλες εισοδηματικές
περικοπές που ξεπέρασαν κατά πολύ τις αρχικές προβλέψεις του μνημονίου, η
αναπλήρωση μέρους των απωλειών των χαμηλοσυνταξιούχων είναι μια απαραίτητη κίνηση
ισορροπίας, δικαιοσύνης και ομαλότητας. Κάποιοι αντιδρούν μιλώντας για
λαϊκισμό που αναπαράγει την παλαιοκομματική λογική της κοινωνικής πολιτικής ή
της ενίσχυσης ενός αντιπαραγωγικού μέρους του δημοσίου τομέα.
Καταρχάς δεν πρόκειται για αδιάκριτη παροχολογία με δανεικά όπως συνέβαινε
παλαιότερα, αλλά για αναδιανομή εθνικών πόρων. Όσοι θα στηριχτούν δεν
είναι κυρίως συνταξιούχοι του δημοσίου (δεν γνωρίζω πολλούς τέτοιους με σύνταξη
κάτω των 800 ευρώ!) αλλά δικαιούχοι του ΙΚΑ ή του ΟΑΕΕ που σε
πλειοψηφικό ποσοστό λαμβάνουν χαμηλές συντάξεις ακόμα και κάτω από το όριο της
φτώχειας. Γι’ αυτό άλλωστε και εισήχθη ο θεσμός του ΕΚΑΣ πριν μερικά χρόνια.
Οι ένστολοι, όπως έγκαιρα έθεσε το θέμα ο Σαμαράς, κινούνταν
μισθολογικά, και προ κρίσης, σε επίπεδα χαμηλότερα των Ευρωπαϊκών μέσων όρων.
Σε μια χώρα μάλιστα που τα ζητήματα της εγκληματικότητας, της
λαθρομετανάστευσης, γενικότερα της ασφάλειας λειτουργεί όχι μόνο ως καθημερινή
πίεση στην διαβίωση των πολιτών αλλά και ως οικονομική πληγή με την
έξαρση του λαθρεμπορίου, του παρεμπορίου κι άλλων μορφών εγκλήματος. Άλλωστε
την αδικία της μείωσης των μισθολογίων τους πέρα και πάνω από τις
αντίστοιχες περικοπές δημοσίων υπαλλήλων ήρθε να επιβεβαιώσει και η σχετική
απόφαση του ΣτΕ.
Για κάποιους το επιχείρημα της ενίσχυσης της κατανάλωσης είναι
παραπλανητικό και δεν αντικατοπτρίζει τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας
για νέα αναπτυξιακή δυναμική. Προφανώς και η ελληνική οικονομία δεν θα βρει
δομική απάντηση στα θεμελιώδη, χρόνια προβλήματα της με την αναθέρμανση
ενός μοντέλου υψηλής ζήτησης που δεν συνοδεύεται κι από αντίστοιχη παραγωγική
ανασυγκρότηση.
Στο βαθμό όμως που το δεύτερο είναι μια μακροχρόνια διαδικασία που
απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό, εκπαιδευτικές αλλαγές, διαφοροποίηση νοοτροπιών και
πολλά άλλα, η στήριξη της εγχώριας κατανάλωσης (γιατί οι όποιες αυξήσεις θα
κατευθυνθούν αποκλειστικά σε αυτή και σε πληρωμές φόρων!) μπορεί να αποτελέσει
μια αρχική ανάσα και μια ένεση ελπίδας για την αγορά. Μη λησμονούμε και
πάλι ότι δεν μιλάμε για ζήτηση με δανεικά ή χαμηλότοκο δανεισμό αλλά για χρησιμοποίηση
υπαρχόντων πόρων.
Αν κάποιος ήθελε να δει το ζήτημα του πλεονάσματος αποκλειστικά με
μακροπρόθεσμους οικονομικούς όρους θα προέτρεπε σε χρήση του πλεονάσματος για
δράσεις κατά της ανεργίας (επίδομα ένταξης στην εργασία, επιμόρφωση, ) κι
αναπτυξιακούς στόχους όπως η στήριξη της καινοτόμας επιχειρηματικότητας
(ειδικά των νέων). Άλλοι πάλι θα πρόκριναν την ενίσχυση των ελευθέρων
επαγγελματιών ως μια από τις πιο ευπαθείς κοινωνικά ομάδες, αφού μεγάλο μέρος
τους έχουν υποστεί μειώσεις τζίρων που ξεπερνά και το 50%.
Όσων αφορά τους τελευταίους το ζητούμενο τους είναι πρωτίστως η ενίσχυση
της ρευστότητας κι η διευθέτηση των χρεών ενώ υπάρχουν ήδη αρκετά
προγράμματα κυρίως μέσω κοινοτικών πόρων για την ποιοτική αναβάθμιση, την
επανατοποθέτηση στην αγορά (εξωστρέφεια), τη χρηματοδοτική διευκόλυνση. Η
ουσιαστική αγωνία τους βρίσκεται στη διατήρηση των επιχειρήσεων τους, ώστε να
εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που θα προκύψουν από τη σταδιακή επαναφορά της
ζήτησης σε υψηλότερα επίπεδα οδηγώντας τελικά και σε αύξηση μισθών στον
ιδιωτικό τομέα. Δεν αναζητούν την ελεημοσύνη ενός... πρόσκαιρου επιδόματος
που δεν θα αλλάξει το προφίλ της επιχείρησης αλλά ουσιαστικά θα καταναλωθεί
λίγο, πολύ με τον ίδιο τρόπο όπως κι από τους μισθωτούς!
Άλλωστε πριν να ολοκληρωθεί η σύνταξη του περιουσιολογίου, όποιον τεχνικό
μέσο κι αν χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων πάντα η καχυποψία
της φοροδιαφυγής των ελευθέρων επαγγελματιών θα λειτουργεί ως τρωκτικό στη
συλλογική συνείδηση για την απευθείας εισοδηματική ενίσχυση τους.
Διαθέτοντας ένα ποσό λιγότερο από το μισό πλεόνασμα για στοχευμένη
εισοδηματική ενίσχυση που τονώνει τόσο την ψυχολογία (ατομική και
οικονομική) όσο και τη ζήτηση, και το υπόλοιπο για δράσεις ευρύτερης
οικονομικής λογικής (ανεργία, ανάπτυξη), επιτυγχάνεις το μέγιστο δυνατό πολιτικό
αποτέλεσμα. Διατηρείς την κοινωνική συνοχή, τονώνεις την οικονομία, ανακτάς την
εμπιστοσύνη των πολιτών και δημιουργείς συνθήκες ομαλότητας, απαραίτητες για την
ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και τον παραγωγικό ανασχεδιασμό της χώρας.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος –Ψυχολόγος