Tου Κωνσταντίνου Μανίκα,
Οικονομολόγου - Ψυχολόγου
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε στόχο 2,7% για τον ρυθμό ανάπτυξης ακριβώς όπως προβλεπόταν και στο πρόγραμμα σταθερότητας, - άλλωστε τι άλλο θα μπορούσε να κάνει -, και το ΔΝΤ ήρθε να υπερθεματίσει θέτοντας το όριο στο 2,8% με τον αστερίσκο της ολοκλήρωσης όλων των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Άλλοι πάλι δηλώνουν πιο απαισιόδοξοι ή απλά ρεαλιστές θεωρώντας ως πιθανότερη κατάληξη μια αναιμική επάνοδο σε θετικό πρόσημο που δεν ξεπερνά την μια μονάδα.
Κι έρχεται ο κάθε πολίτης να απορήσει πως μέσα σε αυτό το περιβάλλον υπερφορολόγησης, μείωσης εισοδημάτων, διαρκούς εσωτερικής (ενδοκυβερνητικά και εσωκομματικά ζητήματα στο ΣΥΡΙΖΑ) και εξωτερικής ( rexit, άνοδο της τιμής του πετρελαίου, πολιτικές εξελίξεις σε Γερμανία και Γαλλία) πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας θα προκύψει η πραγμάτωση ενός τόσο φιλόδοξου στόχου. Μια ματιά στο προσχέδιο του προϋπολογισμού ξεκαθαρίζει ότι οι κυβερνητικές εκτιμήσεις στηρίζονται σε μια σειρά από παραδοχές που είναι από αμφίβολες έως ανεδαφικές.
Οι υπολογισμοί γίνονται με την πίστη ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 1,8%, τα πάγια κεφάλαια κατά το εντυπωσιακό 9,1% και οι εξαγωγές κατά 5,3%. Ακόμη κι αν κάποιος ξεπεράσει τις φετινές εξαιρετικά αρνητικές αποδόσεις ειδικά στον εξαγωγικό που ελάχιστη αισιοδοξία γεννούν για την επόμενη χρονιά, είναι απείρως πιο δύσκολο να αποδεχτεί με ευκολία ότι σε μια χώρα με συμπιεσμένα εισοδήματα και μηδαμινή μείωση της ανεργίας σε σχέση με την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ (σε αυτό το παράδοξο θα αναφερθούμε πιο κάτω!) θα προκύψει τέτοια ανοδική πορεία στην κατανάλωση.
Προφανώς η κυβέρνηση περιμένει έναν ταυτόχρονο θετικό συνδυασμό όλων των προϋποθέσεων για την αναστροφή της ύφεσης. Χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, οριστική και λειτουργική ρύθμιση των “κόκκινων” δανείων (ειδικά των επιχειρηματικών), ομαλοποίηση της πίστωσης από το τραπεζικό σύστημα με τα σημερινά υψηλά επιτόκια χορηγήσεων και σημαντική αύξηση των καταθέσεων σε φάση μηδενικών επιτοκίων, πλήρη αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, του αναπτυξιακού νόμου και των άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων, ενεργοποίηση του πακέτου Γιουνκέρ, πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου.
Κι όλα αυτά την ίδια στιγμή που οι ιδιωτικοποιήσεις θα πρέπει να προχωρούν με ακόμη πιο γοργούς ρυθμούς και οι διαρθρωτικές αλλαγές (στην λειτουργία του δημοσίου, την απονομή δικαιοσύνης, το χωροταξικό, τη διαφθορά, την αγορά ενέργειας κλπ.) να αποδώσουν το ταχύτερο δυνατό απτά αποτελέσματα. Είναι τουλάχιστον αφελές να θεωρεί κάποιος ότι μέσα σε αυτό το εγχώριο και διεθνές περιβάλλον που περιέγραψα, θα κατορθώσουν να αποδώσουν σωρευτικά τα μέγιστα όλοι οι παραπάνω παράγοντες μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο.
Άλλωστε πως μπορεί κανείς να εξηγήσει το ότι ενώ φέτος κι εν μέσω ύφεσης αναμένεται πτώση της ανεργίας κατά 1,5% (έχω αναλύσει το παράδοξο σε προγενέστερο άρθρο μου) ενώ για το 2017, παρά τις υψηλές προβλέψεις για την ανάπτυξη, η μείωση δεν θα ξεπεράσει την μια μονάδα; Τι άλλο να υποθέσεις εκτός από το ότι οι όποιες χρηματοδοτικές διευκολύνσεις δεν θα χρησιμοποιηθούν για την δημιουργία νέων θέσεων, παρά μόνο για να καλυφθούν οι φορολογικές και κυρίως οι πιεστικές δανειακές υποχρεώσεις ώστε να βελτιωθεί η κεφαλαιακή κατάσταση των επιχειρήσεων ή ότι κι αυτά τα κεφάλαια που θα επενδυθούν θα αξιοποιηθούν μόνο στην βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας ή θα τοποθετηθούν σε δραστηριότητες που δεν απαιτούν ιδιαίτερο εργατικό δυναμικό.
Λαμβάνοντας υπόψη όλες αυτές τις παραμέτρους θα ήταν πολύ πιο ρεαλιστική μια προσέγγιση που θα έθετε, σε σχετικά ιδανικές συνθήκες, την πρόβλεψη για την ανάπτυξη κάπου ανάμεσα στο 1,5% και το 2%. Μόνο που ακόμη κι αυτή βελτίωση του ΑΕΠ μετά βίας το επαναφέρει στα επίπεδα του 2014 και φυσικά δεν καλύπτει ούτε ένα ελάχιστα μέρος των απωλειών της τότε δυναμικής που μέχρι το 2017 θα είχε συνεισφέρει σχεδόν 10% επιπρόσθετο εθνικό προϊόν. Δεν υπάρχουν λοιπόν περιθώρια πανηγυρισμών για μια πιθανολογούμενη ελάχιστη θετική στροφή όταν για χάρη των ιδεοληψιών των σημερινών κυβερνώντων, η χώρα απώλεσε την ευκαιρία της οριστικής απομάκρυνσης από τη δίνη της ύφεσης τρία χρόνια νωρίτερα.
0 σχόλια