Πόσο μελάνι χύθηκε και πόση φαιά ουσία αναλώθηκε στην προσπάθεια ακριβούς προσδιορισμού της έννοιας των άκρων; Δίνεται πολιτικό, ιδεολογικό ή απλά κοινωνιολογικό αντικείμενο στον ορισμό και πόσο συνδυαστική είναι η έννοια που παίρνει μέσα από καθένα από αυτά τα αξιολογικά φίλτρα; Μήπως τελικά απλά μετατρέπουμε τα προφανή κι αυτονόητα σε πολυπαραγοντικές μικροπολιτικές εξισώσεις;
Ιδεολογικά ο καθένας δικαιούται να θεωρεί ακραίο οτιδήποτε, στα πλαίσια όμως ενός δημοκρατικού καθεστώτος δεν έχει το δικαίωμα να απαγορεύει την έκφραση του. Όπως αναφέραμε και στο «Ρατσιστικός... αντιρατσισμός;» η ψυχαναλυτική αίσθηση στον καθορισμό της προτροπής σε βία είναι τόσο ισχυρή που θολώνει την αποτελεσματικότητα και τη δικαιοσύνη της όποιας νομοθετικής πρόβλεψης που δαιμονοποιεί την άποψη.
Πολιτικά η ακραία δράση προκύπτει από την έλλειψη συμμόρφωσης στις θεσμικές επιταγές και μπορεί να εκτείνεται από τον γενικόλογο μηδενισμό ή τάση για απολυταρχία, την κεκαλυμμένη ή μη ανοχή στην ανομία έως τη δυναμική αμφισβήτηση των κοινώς διαμορφωμένων κανόνων λειτουργίας της δημοκρατίας που αγγίζει τα όρια της τρομοκρατικής δράσης.
Κοινωνιολογικά το ακραίο εκτείνεται σε καθετί που επιχειρεί να αποτρέψει το άτομο από την ελεύθερη εκδήλωση των επιθυμιών και την πλήρη αξιοποίηση των ικανοτήτων του. Από την απλή αγένεια ή τη σεξουαλική παρενόχληση μέχρι τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και το ρατσισμό.
Οι διατυπώσεις Σαμαρά θα έπρεπε να αποτελούν κοινές διαπιστώσεις ενός πολιτικού συστήματος που αναγνωρίζει ότι η μικροπολιτική λογική οφείλει να έχει ως ελάχιστο όριο τη θεσμική συνοχή, που αποδέχεται μια διαρκή διαδικασία αναμόρφωσης και εμπλουτισμού ως δομικό του στοιχείο σε αντιδιαστολή με επιλεκτικές, επικοινωνιακές κραυγές εντυπωσιασμού που οδηγούν την κοινωνία στον εξτρεμισμό και την αυτοδικία.
Οι ακρότητες σε κάθε πεδίο δεν περιορίζονται σε συγκεκριμένες ιδεολογικές καταβολές, πολιτικές επιλογές ή κοινωνιολογικά στοιχεία. Αποτελούν προϊόν ενός συστήματος αξιών που προτιμά την παράκαμψη μιας πρόσκαιρης εκτονωτικής αντίδρασης, που μπορεί να χρησιμοποιεί και τη βία ως «λειτουργικό» εργαλείο και καταφεύγει στη μεγαλοστομία και το ρητορικό τσαμπουκά ως βασικό επικοινωνιακό μέσο.
Οι κοινωνικές διεκδικήσεις είναι αναπόσπαστο συστατικό της δημοκρατικής λειτουργίας. Δεν αποτελούν όμως άλλοθι βιαιοπραγιών. Όσοι λοιπόν θεωρούν ότι με κάλυψη το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας των κοινωνικών δραστηριοτήτων μπορούν να συνεχίσουν να αναπαράγουν πρακτικές ανομίας δεκαετιών, ας προσγειωθούν σε μια πραγματικότητα που αρχίζει να σέβεται βασικές αρχές και αξίες. Οι ακρότητες δεν μπορούν να αντιμάχονται για πολύ τη λογική.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια