Με τούτα και μ’ εκείνα, με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ να
«σφάζονται» στα μαρμαρένια αλώνια για τον πιο αποδοτικό τρόπο διαχείρισης
του ελληνικού χρέους και την Ελλάδα για πρώτη φορά να αποδεικνύεται ένα
βήμα μπροστά από τις εξελίξεις θέτοντας τους άλλους «παίκτες» μπρος τις ευθύνες
τους, λήφθηκε μια ανακουφιστική απόφαση για την εκταμίευση των επόμενων δόσεων
και μια συμβιβαστική (τι άλλο!) λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους μας.
Δικαίωση λοιπόν της στρατηγικής Σαμαρά αλλά και μια πληγή που παραμένει μερικώς ανοιχτή, προφανώς από πρόθεση.
Η χώρα μπορεί να ανακτά σταδιακά σημαντικό μέρος της καταπατημένης αξιοπιστίας της από τη διαχρονική μεταρρυθμιστική αναβλητικότητα και την ισοπεδωτική ρητορική των Τιτανικών και των διεφθαρμένων ιθαγενών, αποκτώντας ένα σταθερό και πιο ελκυστικό προς τους επενδυτές πλαίσιο (εντός ευρώ και με βελτιωμένη ρευστότητα), αλλά δεν παύει να κουβαλά μια δυναμική χρέους που κάθε τόσο αναθεωρείται κάτω από την αστοχία των προβλέψεων για την ύφεση.
Η χώρα μπορεί να ανακτά σταδιακά σημαντικό μέρος της καταπατημένης αξιοπιστίας της από τη διαχρονική μεταρρυθμιστική αναβλητικότητα και την ισοπεδωτική ρητορική των Τιτανικών και των διεφθαρμένων ιθαγενών, αποκτώντας ένα σταθερό και πιο ελκυστικό προς τους επενδυτές πλαίσιο (εντός ευρώ και με βελτιωμένη ρευστότητα), αλλά δεν παύει να κουβαλά μια δυναμική χρέους που κάθε τόσο αναθεωρείται κάτω από την αστοχία των προβλέψεων για την ύφεση.
Η αυθαίρετη θεώρηση ως βιώσιμου ενός χρέους
στο 120% του ΑΕΠ (ίσως να μπορούσε να χαρακτηριστεί απλά διαχειρίσιμο, γιατί
απολύτως βιώσιμο είναι στο 80%), δεν αρκεί για να πείσει τις αγορές για την
ικανότητα μας να ανταποκριθούμε σε νέες δανειακές απαιτήσεις, άρα η
έξοδος μας σε αυτές θα είναι επισφαλής για πολλά χρόνια ακόμα.
Η Ιταλία με αντίστοιχα επίπεδα χρέους δανείζεται
σήμερα με 5-6%. Τέτοιου επιπέδου επιτόκια είναι σχεδόν απαγορευτικά, αν
πρέπει να τα υποστείς για μεγάλο χρονικό διάστημα και είναι σίγουρο ότι η
Ελλάδα δεν θα αντέχει νέο ακριβό δανεισμό. Άρα το χρέος θα πρέπει να οδηγείτε
ταχύτατα σε κατώτερα όρια από αυτά του 120%.
Φυσικά από τη στιγμή που θα διαθέτουμε σταθερά και
συνεχώς διευρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα δεν θα απαιτείται η προσφυγή
μας στις αγορές για την κάλυψη βασικών εθνικών αναγκών. Άρα ακόμα κι αν οι
ρυθμοί ανάπτυξης δεν αποδειχτούν τόσο φιλόδοξοι όσο παρουσιάζονται στις
προβλέψεις του ΔΝΤ, και το χρέος ακόμα και μετά τη νέα ρύθμιση συνεχίζει να
εμφανίζει μεγαλύτερη δυναμική από την αναμενόμενη, το βάρος για μια νέα
παρέμβαση περιορισμού του, θα βαρύνει και πάλι την τρόικα.
Άλλωστε έως τότε η χώρα θα έχει ολοκληρώσει τις απαιτούμενες
μεταρρυθμίσεις και έναν σημαντικό κύκλο αποκρατικοποιήσεων, οπότε και το
τελευταίο άλλοθι για την υπερμεγέθυνση της ύφεσης λόγω της βίαιης εσωτερικής
υποτίμησης θα έχει εξαφανιστεί από το δημόσιο διάλογο.
Μοιάζει νομοτελειακή μια νέα αναμόχλευση του
θέματος για το ελληνικό χρέος, αφού η έξοδος μας στις αγορές θα απαιτήσει
ύψος μικρότερο του προβλεπόμενου. Απλώς η Γερμανική ηγεσία επιθυμεί να έχει
περάσει το σκόπελο των εθνικών εκλογών και να έχει να δείξει μια ολοκληρωμένη
μεταρρυθμιστική εικόνα από την Ελλάδα που θα κάμπτει με ευκολία τις
εσωτερικές αντιστάσεις σε κάθε νέα παρέμβαση.
Άρα η ανακουφιστική για όλους χθεσινή απόφαση,
δίνει χρονικό περιθώριο για σκληρή δουλειά κι αναστροφή της οικονομικής
πορείας, αφήνει όμως ανοιχτό μέρος της πληγής του χρέους για μελλοντικές
ερμηνείες και «αναψηλάφηση» της υπόθεσης υπό νέα δεδομένα και ευνοϊκότερες
συνθήκες τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια