Είναι πολύ συνηθισμένο να ανακαλύπτονται, με έκπληξη, ζητήματα που είναι υπαρκτά εδώ και πολύ καιρό. Συνήθως προηγείται ένα τραγικό γεγονός ή μια εντυπωσιακή πολιτική αλλαγή. Έτσι και η πρόσφατη άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη δημιουργεί υπερβολικές αντιδράσεις λες και αγνοούμε τις αιτίες που ενισχύουν πιο ακραίες φωνές.
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας ενισχύθηκε η ανάγκη για εθνική ταυτότητα αλλά και περισσότερη δημοκρατία. Η Ευρώπη στην προσπάθεια ενσωμάτωσης των νέων κρατών ελάχιστα ασχολήθηκε με τη διαχείριση αυτών των λεπτών ισορροπιών, θεωρώντας ότι αρκούσε η προώθηση της στενότερης οικονομικής σχέσης και της ευμάρειας που μπορούσε να δημιουργήσει η κοινή αγορά.
Την ίδια περίοδο η λαθρομετανάστευση άρχιζε να εξελίσσεται σε πραγματικό κοινωνικό πρόβλημα για μια σειρά Ευρωπαϊκών χωρών με πολύπλευρες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Το γεγονός μάλιστα ότι ο κύριος όγκος των μεταναστών δεν προέρχονταν πλέον από ενδοευρωπαϊκές πηγές αλλά από τον μουσουλμανικό κόσμο, διόγκωνε διαρκώς τις προοπτικές σύγκρουσης ανάμεσα σε δυο κόσμους με μεγάλη αξιακή ασυμβατότητα.
Κοινές πολιτικές για την αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης δεν υπήρξαν, παρά μόνο μετάθεση των προβλημάτων στις χώρες υποδοχής με τη συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ. Μόλις πρόσφατα, και υπό την πίεση των γεγονότων, προέκυψαν οικονομικές ενισχύσεις για την προσωρινή διαμονή των προς απέλαση ατόμων και άρχισε η εντατικότερη εμπλοκή της Frontex στη φύλαξη των Ευρωπαϊκών συνόρων.
Το οικονομικό θαύμα της ενοποίησης μετατράπηκε, μέσα από την έλλειψη παραγωγικού προσανατολισμού και δημιουργίας ανάλογων διοικητικών δομών, σε εφιάλτη φέρνοντας την Ευρώπη στην ουρά της παγκόσμιας πρωτοπορίας και στην κεφαλή της μονοδιάστατης λιτότητας. Οι επιπτώσεις μιας κρίσης που δεν δημιούργησε η ίδια, ήταν πολλαπλάσιες του προσδοκώμενου, λόγω έλλειψης ταχύτητας αντίδρασης, αξιοποίησης των διαθέσιμων εργαλείων και τιμωρητικών πολιτικών εμμονών.
Η Ε.Ε. μοιάζει συνεχώς μουδιασμένη απέναντι στα προβλήματα και αδύναμη να αρθρώσει ορθολογικό και οραματικό λόγο για το μέλλον και τους στόχους της. Δυσκολεύεται να καθορίσει διακριτά όρια ανάμεσα στις εθνικές πολιτικές και σε ένα αποδοτικό εποπτικό ομοσπονδιακό διοικητικό μοντέλο. Αναμενόμενο λοιπόν η ανασφάλεια και τα κενά να καλύπτονται και από αυτούς που οι αναφορές τους έχουν ξεκάθαρα ευρωσκεπτικιστική προσέγγιση και χρησιμοποιούν πιο συνεκτικά, και πιο εύκολα κατανοητά, για το μέσο πολίτη εθνικά επιχειρήματα.
Όσο οι καθοδηγητές της Ευρωπαϊκής πορείας μένουν αδιάφοροι απέναντι στην διόγκωση του ευρωσκεπτικισμού, θεωρώντας ότι τα κατά καιρούς ημίμετρα, ο ασαφής προγραμματισμός πρωτοβουλιών και η νομισματική ανάλυση της οικονομίας μπορούν να βγάλουν από το παραγωγικό και θεσμικό τέλμα την ήπειρο, τόσο η αμφισβήτηση της ίδιας της ύπαρξης της ένωσης θα προέρχεται από όλο και πιο δυναμικές, όλο και πιο ακραίες πολιτικές και κοινωνικές εκφάνσεις.
Ας αντιληφθούν οι υπεύθυνοι το ταχύτερο δυνατόν ότι αν δεν υπάρξει εμβάθυνση της δημοκρατίας στις Ευρωπαϊκές διαδικασίες με ενεργότερη συμμετοχή των πολιτών, θεσμικές και οργανωτικές αλλαγές που θα καθιστούν λειτουργική και αποτελεσματική τη δράση της Ε.Ε., το κύμα ευρωσκεπτικισμού μπορεί σύντομα να πνίξει το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
0 σχόλια