Του Κώστα Χρυσόγενου
Σε μια χώρα εξαρτημένη από κάθε επόμενη δόση δανεικών από ξένα κράτη και διεθνείς οργανισμούς, κατά τρόπο παρόμοιο με την εξάρτηση των ναρκομανών από τους διακινητές ναρκωτικών, η εσωτερική πολιτική σκηνή έχει, κυρίως, θεατρικό ενδιαφέρον. Έστω και στα πλαίσια αυτά, όμως, η κινητικότητα που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό σχετικά με το ζήτημα της ηγεσίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αναδεικνύει χαρακτηριστικές παθογένειες του ελληνικού δημόσιου βίου. Αυτές οι παθογένειες, άλλωστε, κατέστησαν την Ελλάδα δοσομανή χώρα.
Στις πολυάριθμες δηλώσεις στελεχών του ΠΑ.ΣΟ.Κ., τόσο σχετικά με το αν πρέπει να τεθεί θέμα (νέας) ηγεσίας όσο και σχετικά με τη μελλοντική(;) εκλογική διαδικασία, απουσιάζει σχεδόν παντελώς το θεσμικό στοιχείο. Ο προβληματισμός τους επικεντρώνεται σε ζητήματα σκοπιμότητας, δηλαδή στο κατά πόσο συμφέρει το κόμμα η αποκαθήλωση τώρα του κληρονομικού ηγεμόνα του ή αν μεταγενέστερος χρόνος θα ήταν ευθετότερος, καθώς και στο αν η τυχόν εκλογή νέου αρχηγού πρέπει να γίνει από τα μέλη και τους «φίλους» του κόμματος ή από ένα συνέδριο ή άλλο κομματικό όργανο. Το ότι υπάρχει καταστατικό φαίνεται να έχει λησμονηθεί από όλους.
Και, όμως, το καταστατικό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προβλέπει τετραετή θητεία του «προέδρου» του, η οποία παρατείνεται μόνο εφόσον ο τελευταίος είναι πρωθυπουργός. Δεδομένου, λοιπόν, ότι ο σημερινός «πρόεδρος» παραιτήθηκε από τη πρωθυπουργία στις 11.11.2011, η κίνηση διαδικασίας εκλογής θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, προφανώς με βάση τις σχετικές διατάξεις του καταστατικού, δηλαδή με ανοικτή ψηφοφορία όσων μελών και «φίλων» του κόμματος αυτού. Ωστόσο, το ότι τα αυτονόητα όχι μόνο αυτονόητα δεν είναι, αλλά ούτε καν χρησιμοποιούνται ως επιχειρήματα από «δελφίνους» και μη, δεν προκαλεί καμία έκπληξη.
Τα καταστατικά, τόσο του συγκεκριμένου όσο και των άλλων ελληνικών κομμάτων, είναι κείμενα ούτως ή άλλως προσχηματικά (όπως ήταν προσχηματικά τα «Συντάγματα» της δικτατορίας το 1968 και το 1973). Δεν υπάρχουν για να δεσμεύουν τα κομματικά όργανα και να εφαρμόζονται από αυτά, αλλά για να προσδίδουν μια επίφαση θέσμισης σε σχηματισμούς οι οποίοι στην πραγματικότητα συγκροτήθηκαν και λειτουργούν, κυρίως, ως πολυεπίπεδα πελατειακά δίκτυα, στη βάση οιονεί φεουδαρχικών σχέσεων προσωπικής εμπιστοσύνης (εκ μέρους του παρέχοντος-πάτρωνα) και υποταγής (εκ μέρους του ευεργετούμενου-πελάτη), και όχι στη βάση θεσμοποιημένων συλλογικών διαδικασιών. Έτσι κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά τις διατάξεις των καταστατικών και εκείνα παραβιάζονται κατά συρροή, χωρίς καμία αντίδραση.
Είναι χαρακτηριστικό π.χ. ότι μια απόφαση καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της χώρας, όπως η εισαγωγή της στον μηχανισμό «στήριξης» της οικονομίας της από το ΔΝΤ και τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, λήφθηκε προσωπικά από τον κληρονομικό ηγεμόνα του κυβερνώντος κόμματος και πρωθυπουργό τον Απρίλιο του 2010, χωρίς να ερωτηθεί κανένα συλλογικό όργανο του κόμματος, ούτε καν η κοινοβουλευτική του ομάδα, η οποία κλήθηκε στη συνέχεια να υπερψηφίσει τους σχετικούς νόμους. Και, βέβαια, όσοι βουλευτές, χωρίς να τους έχει δοθεί η ευκαιρία να εκφρασθούν στα συλλογικά όργανα του κόμματος, αρνήθηκαν την ψήφο τους διαγράφηκαν από την κοινοβουλευτική του ομάδα με απλή δήλωση προς τον Πρόεδρο της Βουλής του «προέδρου»-πρωθυπουργού. Έτσι, ο τελευταίος λειτούργησε, όπως και οι προκάτοχοι του, ως εισαγγελέας, δικαστής και δήμιος ταυτόχρονα (!) προβαίνοντας στον συμβολικό πολιτικό αποκεφαλισμό των «απείθαρχων» βουλευτών.
Οι αναφορές σε παραδείγματα εξωθεσμικής και αυθαίρετης λειτουργίας των κομματικών ηγεμόνων θα μπορούσαν να πολλαπλασιασθούν ατέρμονα, αλλά τούτο δεν έχει νόημα. Η πραγματικότητα είναι ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει εισέλθει σε μια πορεία διαρκώς επιδεινούμενης αποθέσμισης, η οποία οδηγεί στον εκφεουδαρχισμό του. Στο τέλος θα καταντήσει προσχηματικό (αν δεν έχει καταντήσει ήδη) και το ίδιο το Σύνταγμα, αφού οι διαδικασίες του χάνουν διαρκώς περισσότερο από την ουσία τους και διατηρούν μόνο τον τελετουργικό χαρακτήρα. Αν δεν αντιστραφεί η πορεία αυτή, δεν μπορεί να ελπίζει κανείς ούτε στην ανάταξη της εθνικής οικονομίας.
*Ο Κώστας Χρυσόγονος είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο τμήμα Νομικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω.
ΠΗΓΗ: AIXMI.GR
http://www.aixmi.gr/index.php/apokathilwsi-igemona-twra-i-argotera/
Σε μια χώρα εξαρτημένη από κάθε επόμενη δόση δανεικών από ξένα κράτη και διεθνείς οργανισμούς, κατά τρόπο παρόμοιο με την εξάρτηση των ναρκομανών από τους διακινητές ναρκωτικών, η εσωτερική πολιτική σκηνή έχει, κυρίως, θεατρικό ενδιαφέρον. Έστω και στα πλαίσια αυτά, όμως, η κινητικότητα που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό σχετικά με το ζήτημα της ηγεσίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αναδεικνύει χαρακτηριστικές παθογένειες του ελληνικού δημόσιου βίου. Αυτές οι παθογένειες, άλλωστε, κατέστησαν την Ελλάδα δοσομανή χώρα.
Στις πολυάριθμες δηλώσεις στελεχών του ΠΑ.ΣΟ.Κ., τόσο σχετικά με το αν πρέπει να τεθεί θέμα (νέας) ηγεσίας όσο και σχετικά με τη μελλοντική(;) εκλογική διαδικασία, απουσιάζει σχεδόν παντελώς το θεσμικό στοιχείο. Ο προβληματισμός τους επικεντρώνεται σε ζητήματα σκοπιμότητας, δηλαδή στο κατά πόσο συμφέρει το κόμμα η αποκαθήλωση τώρα του κληρονομικού ηγεμόνα του ή αν μεταγενέστερος χρόνος θα ήταν ευθετότερος, καθώς και στο αν η τυχόν εκλογή νέου αρχηγού πρέπει να γίνει από τα μέλη και τους «φίλους» του κόμματος ή από ένα συνέδριο ή άλλο κομματικό όργανο. Το ότι υπάρχει καταστατικό φαίνεται να έχει λησμονηθεί από όλους.
Και, όμως, το καταστατικό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προβλέπει τετραετή θητεία του «προέδρου» του, η οποία παρατείνεται μόνο εφόσον ο τελευταίος είναι πρωθυπουργός. Δεδομένου, λοιπόν, ότι ο σημερινός «πρόεδρος» παραιτήθηκε από τη πρωθυπουργία στις 11.11.2011, η κίνηση διαδικασίας εκλογής θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, προφανώς με βάση τις σχετικές διατάξεις του καταστατικού, δηλαδή με ανοικτή ψηφοφορία όσων μελών και «φίλων» του κόμματος αυτού. Ωστόσο, το ότι τα αυτονόητα όχι μόνο αυτονόητα δεν είναι, αλλά ούτε καν χρησιμοποιούνται ως επιχειρήματα από «δελφίνους» και μη, δεν προκαλεί καμία έκπληξη.
Τα καταστατικά, τόσο του συγκεκριμένου όσο και των άλλων ελληνικών κομμάτων, είναι κείμενα ούτως ή άλλως προσχηματικά (όπως ήταν προσχηματικά τα «Συντάγματα» της δικτατορίας το 1968 και το 1973). Δεν υπάρχουν για να δεσμεύουν τα κομματικά όργανα και να εφαρμόζονται από αυτά, αλλά για να προσδίδουν μια επίφαση θέσμισης σε σχηματισμούς οι οποίοι στην πραγματικότητα συγκροτήθηκαν και λειτουργούν, κυρίως, ως πολυεπίπεδα πελατειακά δίκτυα, στη βάση οιονεί φεουδαρχικών σχέσεων προσωπικής εμπιστοσύνης (εκ μέρους του παρέχοντος-πάτρωνα) και υποταγής (εκ μέρους του ευεργετούμενου-πελάτη), και όχι στη βάση θεσμοποιημένων συλλογικών διαδικασιών. Έτσι κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά τις διατάξεις των καταστατικών και εκείνα παραβιάζονται κατά συρροή, χωρίς καμία αντίδραση.
Είναι χαρακτηριστικό π.χ. ότι μια απόφαση καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της χώρας, όπως η εισαγωγή της στον μηχανισμό «στήριξης» της οικονομίας της από το ΔΝΤ και τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, λήφθηκε προσωπικά από τον κληρονομικό ηγεμόνα του κυβερνώντος κόμματος και πρωθυπουργό τον Απρίλιο του 2010, χωρίς να ερωτηθεί κανένα συλλογικό όργανο του κόμματος, ούτε καν η κοινοβουλευτική του ομάδα, η οποία κλήθηκε στη συνέχεια να υπερψηφίσει τους σχετικούς νόμους. Και, βέβαια, όσοι βουλευτές, χωρίς να τους έχει δοθεί η ευκαιρία να εκφρασθούν στα συλλογικά όργανα του κόμματος, αρνήθηκαν την ψήφο τους διαγράφηκαν από την κοινοβουλευτική του ομάδα με απλή δήλωση προς τον Πρόεδρο της Βουλής του «προέδρου»-πρωθυπουργού. Έτσι, ο τελευταίος λειτούργησε, όπως και οι προκάτοχοι του, ως εισαγγελέας, δικαστής και δήμιος ταυτόχρονα (!) προβαίνοντας στον συμβολικό πολιτικό αποκεφαλισμό των «απείθαρχων» βουλευτών.
Οι αναφορές σε παραδείγματα εξωθεσμικής και αυθαίρετης λειτουργίας των κομματικών ηγεμόνων θα μπορούσαν να πολλαπλασιασθούν ατέρμονα, αλλά τούτο δεν έχει νόημα. Η πραγματικότητα είναι ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει εισέλθει σε μια πορεία διαρκώς επιδεινούμενης αποθέσμισης, η οποία οδηγεί στον εκφεουδαρχισμό του. Στο τέλος θα καταντήσει προσχηματικό (αν δεν έχει καταντήσει ήδη) και το ίδιο το Σύνταγμα, αφού οι διαδικασίες του χάνουν διαρκώς περισσότερο από την ουσία τους και διατηρούν μόνο τον τελετουργικό χαρακτήρα. Αν δεν αντιστραφεί η πορεία αυτή, δεν μπορεί να ελπίζει κανείς ούτε στην ανάταξη της εθνικής οικονομίας.
*Ο Κώστας Χρυσόγονος είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο τμήμα Νομικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω.
ΠΗΓΗ: AIXMI.GR
http://www.aixmi.gr/index.php/apokathilwsi-igemona-twra-i-argotera/
0 σχόλια