Του Wolfgang Munchau
Οι αγορές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση στην ευρωζώνη έχει λήξει. Ορισμένοι πολιτικοί μάλιστα δήλωσαν ότι τα χειρότερα έχουν περάσει. Ο εφησυχασμός επιστρέφει. Θυμάμαι παρόμοιες δηλώσεις και στο παρελθόν. Όποτε υπήρχε κάποια τεχνητή πρόοδος -ένεση ρευστότητας, επιτυχής ανταλλαγή ομολόγων- επέστρεφε η αισιοδοξία.
Εάν ανήκετε σε αυτούς που πιστεύουν ότι οι κινήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κέρδισαν κάποιο χρόνο, θα πρέπει να αναρωτηθείτε: «Χρόνος για να γίνει τι;». Η κατάσταση ως προς το ελληνικό χρέος είναι μη βιώσιμη, όπως ήταν πάντα. Το ίδιο ισχύει και με την Πορτογαλία, τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο και με την Ισπανία. Ακόμη κι αν η ΕΚΤ παράσχει απεριόριστο φθηνό χρήμα για την επόμενη δεκαετία…, δεν φτάνει.
Στην Ισπανία, το μεγαλύτερο μέρος του τοξικού χρέους βρίσκεται στα χέρια του ιδιωτικού τομέα. Το ύψος του χρέους του ιδιωτικού τομέα -αφορά κυρίως νοικοκυριά και επιχειρήσεις εκτός του χρηματοοικονομικού κλάδου- άγγιξε το 227,3% του ΑΕΠ στα τέλη του 2010, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία για το 2011, αλλά εκτιμάται ότι το ποσοστό αυτό έχει σημειώσει μικρή υποχώρηση. Ένας από τους τομείς όπου γίνεται προσαρμογή είναι ο κλάδος κατοικιών. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής, ο γενικός δείκτης για τις τιμές των κατοικιών μειώθηκε μόνο το 2011 κατά 11,2%. Από τα υψηλά που είχαν καταγραφεί το τρίτο τρίμηνο του 2007, όμως, η πτώση είναι μόλις 21,7%. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι, ενώ η φούσκα της Ισπανίας ήταν πιο ακραία από άλλες, οι τιμές έχουν υποχωρήσει μόλις κατά ένα πέμπτο. Στην περιοχή της Μαδρίτης, οι κινήσεις είναι πιο έντονες, καθώς η πτώση από τα υψηλά υπολογίζεται στο 29,5%.
Βάσει των δικών μου εκτιμήσεων, η προσαρμογή στις τιμές των κατοικιών της Ισπανίας έχει γίνει κατά το ήμισυ. Στην αγορά κατοικιών των ΗΠΑ, η φούσκα έχει σχεδόν πλήρως εκμηδενιστεί σε πραγματικούς όρους. Εάν εξετάσει κανείς γραφήματα από παλαιότερες φούσκες, θα δει ότι διαμορφώνουν καμπύλες σε σχήμα καμπάνας. Αυτό είναι λογικό δεδομένου ότι η εγχώρια ακίνητη περιουσία είναι μη παραγωγική τοποθέτηση. Στην Ισπανία, όπως και σε άλλες αγορές, εύλογα θα περίμενε κάποιος ότι σταδιακά θα μειωθούν οι πραγματικές τιμές στα επίπεδα που είχαν καταγραφεί στα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Η ισπανική κυβέρνηση φέτος ανάγκασε τα τραπεζικά ταμιευτήρια να διαγράψουν 50 δισ. ευρώ από τα χαρτοφυλάκιά τους σε ακίνητη περιουσία. Αυτό, όμως, μπορεί να αποδειχθεί τελικά μικρό μόνο τμήμα εκείνου που ίσως χρειαστεί εάν η αγορά ακινήτων υποχωρήσει, με βάση τις δικές μου εκτιμήσεις. Οι επίσημες προβλέψεις κάνουν λόγο για ήπια πτώση των τιμών και για ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας. Πώς όμως θα μπορέσει να ανακάμψει η ισπανική οικονομία εάν γίνεται ταυτόχρονα απομόχλευση στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, τάση που αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια;
Η απομόχλευση στο Δημόσιο θα είναι άγρια. Το έλλειμμα άγγιξε το 8,5% του ΑΕΠ τον προηγούμενο χρόνο. Η αιτία, όμως, δεν ήταν η δημοσιονομική απειθαρχία. Το έλλειμμα αυτό ήταν αναγκαίο για να αποφευχθεί η μεγάλη ύφεση. Ο νέος αναθεωρημένος στόχος τέθηκε για φέτος στο 5,3% του ΑΕΠ και στο 3% τον επόμενο χρόνο. Κατά συνέπεια, η συνολική προσαρμογή που απαιτείται βάσει των ευρωπαϊκών κανόνων για το έλλειμμα ανέρχεται στο απίστευτο 5,5% μέσα σε δύο χρόνια. Κι αυτό εν μέσω ύφεσης. Εάν εξετάσει κανείς τη συνολική απομόχλευση που βρίσκεται μπροστά μας, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, το ερώτημα δεν είναι εάν θα ανακάμψει η ισπανική οικονομία το 2012 ή το 2013, αλλά εάν θα μπορέσει να ανακάμψει κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας.
Η κλασική ευρωπαϊκή απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα ήταν μία πρόβλεψη ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη. Οι αισιόδοξοι παραπέμπουν στην περίπτωση της Ιταλίας, όπου ο διορισμός του Mario Mοnti στην πρωθυπουργία οδήγησε σε έναν φαινομενικό ενάρετο κύκλο μεταρρυθμίσεων και χαμηλότερου κόστους δανεισμού. Και στις δύο χώρες η βασική μεταρρύθμιση ήταν μία ήπια απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Αδιαμφισβήτητα, αυτό ήταν απαραίτητο. Θα εκπλαγώ, όμως, εάν μόνο με αυτό το μέτρο υπάρξει ουσιαστικός αντίκτυπος στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Σε αυτήν την περίπτωση, θα πρέπει να ξαναγραφτεί μεγάλο μέρος των θεωριών για την αγορά εργασίας.
Για την Ισπανία, η σωστή πολιτική προσαρμογής θα ήταν ένα πρόγραμμα που θα επέβαλλε απομόχλευση στον ιδιωτικό τομέα, τα επόμενα τρία με πέντε χρόνια, με στήριξη από σταθερά μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, και βεβαίως από παράλληλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μόνο αφού θα έχει ολοκληρωθεί η απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να καταπιαστούμε με την απομόχλευση του δημοσίου. Εάν υλοποιηθούν οι συμφωνηθείσες πολιτικές, τότε η Ισπανία θα ακολουθήσει τον δρόμο της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, στον μηχανισμό στήριξης. Αυτό είναι τώρα το πιο πιθανό σενάριο για εκείνη.
Τον Νοέμβριο, δήλωσα ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες είχαν μόλις 10 ημέρες να σώσουν το ευρώ. Η διάγνωσή μου τότε, αλλά και τώρα είναι πως απέτυχαν. Η πολιτική της ΕΚΤ δεν κέρδισε χρόνο. Αντιθέτως, επιβράδυνε την πολιτική διαδικασία και την οικονομική προσαρμογή που απαιτείται για να επιλυθεί η κρίση.
Φοβάμαι πως τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
ΠΗΓΗ: FT.com
ΠΗΓΗ: EURO2DAY.GR
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/686217/ArticleFTgr.aspx
Οι αγορές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση στην ευρωζώνη έχει λήξει. Ορισμένοι πολιτικοί μάλιστα δήλωσαν ότι τα χειρότερα έχουν περάσει. Ο εφησυχασμός επιστρέφει. Θυμάμαι παρόμοιες δηλώσεις και στο παρελθόν. Όποτε υπήρχε κάποια τεχνητή πρόοδος -ένεση ρευστότητας, επιτυχής ανταλλαγή ομολόγων- επέστρεφε η αισιοδοξία.
Εάν ανήκετε σε αυτούς που πιστεύουν ότι οι κινήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κέρδισαν κάποιο χρόνο, θα πρέπει να αναρωτηθείτε: «Χρόνος για να γίνει τι;». Η κατάσταση ως προς το ελληνικό χρέος είναι μη βιώσιμη, όπως ήταν πάντα. Το ίδιο ισχύει και με την Πορτογαλία, τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο και με την Ισπανία. Ακόμη κι αν η ΕΚΤ παράσχει απεριόριστο φθηνό χρήμα για την επόμενη δεκαετία…, δεν φτάνει.
Στην Ισπανία, το μεγαλύτερο μέρος του τοξικού χρέους βρίσκεται στα χέρια του ιδιωτικού τομέα. Το ύψος του χρέους του ιδιωτικού τομέα -αφορά κυρίως νοικοκυριά και επιχειρήσεις εκτός του χρηματοοικονομικού κλάδου- άγγιξε το 227,3% του ΑΕΠ στα τέλη του 2010, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία για το 2011, αλλά εκτιμάται ότι το ποσοστό αυτό έχει σημειώσει μικρή υποχώρηση. Ένας από τους τομείς όπου γίνεται προσαρμογή είναι ο κλάδος κατοικιών. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής, ο γενικός δείκτης για τις τιμές των κατοικιών μειώθηκε μόνο το 2011 κατά 11,2%. Από τα υψηλά που είχαν καταγραφεί το τρίτο τρίμηνο του 2007, όμως, η πτώση είναι μόλις 21,7%. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι, ενώ η φούσκα της Ισπανίας ήταν πιο ακραία από άλλες, οι τιμές έχουν υποχωρήσει μόλις κατά ένα πέμπτο. Στην περιοχή της Μαδρίτης, οι κινήσεις είναι πιο έντονες, καθώς η πτώση από τα υψηλά υπολογίζεται στο 29,5%.
Βάσει των δικών μου εκτιμήσεων, η προσαρμογή στις τιμές των κατοικιών της Ισπανίας έχει γίνει κατά το ήμισυ. Στην αγορά κατοικιών των ΗΠΑ, η φούσκα έχει σχεδόν πλήρως εκμηδενιστεί σε πραγματικούς όρους. Εάν εξετάσει κανείς γραφήματα από παλαιότερες φούσκες, θα δει ότι διαμορφώνουν καμπύλες σε σχήμα καμπάνας. Αυτό είναι λογικό δεδομένου ότι η εγχώρια ακίνητη περιουσία είναι μη παραγωγική τοποθέτηση. Στην Ισπανία, όπως και σε άλλες αγορές, εύλογα θα περίμενε κάποιος ότι σταδιακά θα μειωθούν οι πραγματικές τιμές στα επίπεδα που είχαν καταγραφεί στα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Η ισπανική κυβέρνηση φέτος ανάγκασε τα τραπεζικά ταμιευτήρια να διαγράψουν 50 δισ. ευρώ από τα χαρτοφυλάκιά τους σε ακίνητη περιουσία. Αυτό, όμως, μπορεί να αποδειχθεί τελικά μικρό μόνο τμήμα εκείνου που ίσως χρειαστεί εάν η αγορά ακινήτων υποχωρήσει, με βάση τις δικές μου εκτιμήσεις. Οι επίσημες προβλέψεις κάνουν λόγο για ήπια πτώση των τιμών και για ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας. Πώς όμως θα μπορέσει να ανακάμψει η ισπανική οικονομία εάν γίνεται ταυτόχρονα απομόχλευση στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, τάση που αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια;
Η απομόχλευση στο Δημόσιο θα είναι άγρια. Το έλλειμμα άγγιξε το 8,5% του ΑΕΠ τον προηγούμενο χρόνο. Η αιτία, όμως, δεν ήταν η δημοσιονομική απειθαρχία. Το έλλειμμα αυτό ήταν αναγκαίο για να αποφευχθεί η μεγάλη ύφεση. Ο νέος αναθεωρημένος στόχος τέθηκε για φέτος στο 5,3% του ΑΕΠ και στο 3% τον επόμενο χρόνο. Κατά συνέπεια, η συνολική προσαρμογή που απαιτείται βάσει των ευρωπαϊκών κανόνων για το έλλειμμα ανέρχεται στο απίστευτο 5,5% μέσα σε δύο χρόνια. Κι αυτό εν μέσω ύφεσης. Εάν εξετάσει κανείς τη συνολική απομόχλευση που βρίσκεται μπροστά μας, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, το ερώτημα δεν είναι εάν θα ανακάμψει η ισπανική οικονομία το 2012 ή το 2013, αλλά εάν θα μπορέσει να ανακάμψει κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας.
Η κλασική ευρωπαϊκή απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα ήταν μία πρόβλεψη ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη και θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη. Οι αισιόδοξοι παραπέμπουν στην περίπτωση της Ιταλίας, όπου ο διορισμός του Mario Mοnti στην πρωθυπουργία οδήγησε σε έναν φαινομενικό ενάρετο κύκλο μεταρρυθμίσεων και χαμηλότερου κόστους δανεισμού. Και στις δύο χώρες η βασική μεταρρύθμιση ήταν μία ήπια απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Αδιαμφισβήτητα, αυτό ήταν απαραίτητο. Θα εκπλαγώ, όμως, εάν μόνο με αυτό το μέτρο υπάρξει ουσιαστικός αντίκτυπος στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Σε αυτήν την περίπτωση, θα πρέπει να ξαναγραφτεί μεγάλο μέρος των θεωριών για την αγορά εργασίας.
Για την Ισπανία, η σωστή πολιτική προσαρμογής θα ήταν ένα πρόγραμμα που θα επέβαλλε απομόχλευση στον ιδιωτικό τομέα, τα επόμενα τρία με πέντε χρόνια, με στήριξη από σταθερά μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, και βεβαίως από παράλληλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μόνο αφού θα έχει ολοκληρωθεί η απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να καταπιαστούμε με την απομόχλευση του δημοσίου. Εάν υλοποιηθούν οι συμφωνηθείσες πολιτικές, τότε η Ισπανία θα ακολουθήσει τον δρόμο της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, στον μηχανισμό στήριξης. Αυτό είναι τώρα το πιο πιθανό σενάριο για εκείνη.
Τον Νοέμβριο, δήλωσα ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες είχαν μόλις 10 ημέρες να σώσουν το ευρώ. Η διάγνωσή μου τότε, αλλά και τώρα είναι πως απέτυχαν. Η πολιτική της ΕΚΤ δεν κέρδισε χρόνο. Αντιθέτως, επιβράδυνε την πολιτική διαδικασία και την οικονομική προσαρμογή που απαιτείται για να επιλυθεί η κρίση.
Φοβάμαι πως τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
ΠΗΓΗ: FT.com
ΠΗΓΗ: EURO2DAY.GR
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/686217/ArticleFTgr.aspx
0 σχόλια