Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Παρωχημένα απωθημένα και αρχετυπικές εμμονές. Όσο περισσότερο δυσκολεύεσαι να τα διαχειριστείς τόσο πιο μαρτύριο γίνεται η ζωή σου. Κάπως έτσι διάγει τον πρωθυπουργικό του βίο ο Αλέξης Τσίπρας. Με το πέπλο της παρακαταθήκης του Αντώνη Σαμαρά να τον ταλαιπωρεί και να προσπαθεί, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, να το αποβάλλει. Ένα απωθημένο εξελισσόμενο σε τρία στάδια
Στην αρχή ήταν το email Χαρδούβελη και το ύψος των νέων δημοσιονομικών μέτρων. Όταν έχεις επενδύσει στον μηδενισμό των απαιτήσεων των δανειστών και καταλήγεις να ανεβάσεις τον υπό διαπραγμάτευση πήχη των 1,8 δισ. στα 9 δισ. , έκτοτε όλο και κάποιο απωθημένο θα κουβαλάς. Γι αυτό και ξεκίνησε η αστεία επιχειρηματολογία για τα μειωμένα ελλείμματα που οφείλονταν στην αποδοχή της νέας υφεσιακής πορείας κι όχι σε καμιά θετική αλλαγή στάσης των… Θεσμών. Χωρίς νέο εισόδημα για να φορολογηθεί περιόρισαν τις απαιτήσεις αφού θα έπρεπε και πάλι να στραγγίξουν μια κοινωνία και μια αγορά που ήδη στέναζε.
Την κοινωνία που προσδοκούσε στην αναπτυξιακή πορεία που είχε φτάσει για να προκύψουν επιπλέον φορολογικές ελαφρύνσεις και βρέθηκε να επιβαρύνεται ξανά και σε πολλαπλάσιο βαθμό. Ο Τσίπρας έπρεπε να αμφισβητήσει κι αυτό το επίτευγμα αλλά πως να το κατορθώσεις όταν εκτός από την ετήσια ανάπτυξη 0,6% για το 2014, την νέα δυναμική αποκάλυπτε το 1,8% του 4ου τριμήνου της χρονιάς και η πρόβλεψη για 2,2% για το επόμενο τρίμηνο. Ήταν αυτή η δυναμική που κράτησε την χώρα σε αναπτυξιακό έδαφος όλο το πρώτο εξάμηνο του 2015 παρά την… “περήφανη” διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η τρίτη πράξη του απωθημένου παίζεται αυτές τις μέρες με το οικονομικό επιτελείο να σχεδιάζει την όσο πιο άμεση προσφυγή στις αγορές, παρά το γεγονός ότι η ίδια η αγορά του λέει με χίλιους τρόπους ότι θα πρόκειται για μια βιαστική επικοινωνιακή κίνηση ειδικά όσο δεν κατατίθεται μια θετική έκθεση βιωσιμότητας του χρέους από το ΔΝΤ και δεν υπάρχει πρόσβαση στην ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι που σημαίνει αγορά του ομολόγου από την ΕΚΤ άρα και συμπίεση του επιτοκίου. Υποτίθεται ο στόχος είναι να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι θα καταφέρουν να αναχρηματοδοτήσουν το πενταετές ομόλογο Σαμαρά από το 2014 με επιτόκιο μικρότερο του 4,95% που είχε πετύχει η τότε έκδοση. Αυτό που λήγει αυτές τις ημέρες είναι το τριετές ομόλογο βέβαια κι όχι το πενταετές!
Τι φοβάται ο Τσίπρας και δεν “ανακυκλώνει” το τριετές αλλά αντικαθιστά το πενταετές; Προφανώς δεν μπορεί να πιάσει ένα αξιοπρεπές επιτόκιο, κάτω από το τότε 3,5%, για αυτό το ομόλογο και κάνει ένα χρονικό άλμα στο μέλλον. Ενημερωτικά το τριετές κινείται σε επιτόκιο 3,9% γιατί παραμένει ο φόβος των πολιτικών εξελίξεων και της μη ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων.
Φυσικά και τυπικά ένα καλύτερο επιτόκιο σημαίνει αντικατάσταση ενός μέρος του χρέους με νέο χαμηλότερης επιβάρυνσης σε επίπεδο τόκων. Όμως όλοι πλέον γνωρίζουν ότι το σημαντικό σε μια έκδοση ομολόγων, ώστε να δημιουργήσει συνθήκες αναβάθμισης του αξιόχρεου της χώρας, είναι το spread – η απόσταση δηλαδή που σε χωρίζει από το Γερμανικό ομόλογο.
Το κυριότερα μάλιστα δεν είναι ότι με βάση το σημερινό Γερμανικό επιτόκιο το ομόλογο Τσίπρα θα πρέπει να πέσει στο 4,26% για να είναι αντίστοιχης δυναμικής με το ομόλογο Σαμαρά. Ούτε καν οι εξαιρετικές επιδόσεις της Πορτογαλίας ή της Κύπρου που απλά επισημαίνουν ότι η θετική αναστροφή της οικονομίας και η εμπέδωση της αλλαγής κλίματος φέρνουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στις αγορές. Αυτό που παραβλέπουμε είναι ότι η συνέχιση της αναπτυξιακής πορείας και το πέρασμα στην πιστοληπτική γραμμή θα άλλαζαν άρδην την ψυχολογία της αγοράς και αν επιβεβαιώνονταν, ή έστω προσεγγίζονταν, οι προβλέψεις για σταθερούς ετήσιους ρυθμούς άνω του 2,5%, το τριετές επιτόκιο θα βρίσκονταν κάτω από το 3,5%, όσο τιμολογείται σήμερα το διετές ομόλογο, και πολύ πιθανόν να είχε πέσει και κάτω από το 2,5%!
Αν όντως η κυβέρνηση θεωρεί ότι οι προοπτικές για την οικονομία είναι τόσο θετικές και ο ορίζοντας των εκλογών είναι όντως για τον Σεπτέμβριο του 2019, ποιος είναι ο λόγος που βιάζεται να προβεί σε κινήσεις που θα μπορούσε να κάνει σε μερικούς μήνες με ακόμη μικρότερο κόστος και ζητώντας μεγαλύτερα ποσά από την αγορά; Περισσεύουν μερικές δεκάδες εκατομμύρια για πληρωμή παραπάνω τόκων τα οποία μπορούν να ξοδευτούν για επικοινωνιακή διαχείριση ενός τόσο σοβαρού θέματος;
Όχι βέβαια αλλά χρειάζεται ένα οικονομικό αντίβαρο για την ΔΕΘ και τι καλύτερο από την προπαγάνδα ότι αντικαταστήσαμε το ομόλογο Σαμαρά με ένα φθηνότερο. Δεν αντέχεται το απωθημένο της εξόδου της χώρας από το μνημόνιο όπως δρομολογούνταν μεθοδικά στα τέλη του 2014 κι ο Τσίπρας παλεύει με τους δαίμονες του για να πετάξει από πάνω του αυτό που η κοινωνία πλέον αναγνωρίζει μαζικά. Ότι ναι, με τον Σαμαρά αρχίζαμε να ήμασταν πολύ καλύτερα σε όλα τα επίπεδα.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Διαβάζεις την εμπεριστατωμένη έρευνα της Dianeosis όπου αποτυπώνεται λεπτομερώς η κατάσταση της ανεργίας ειδικά ανάμεσα στους νέους και σε πιάνει θλίψη από το συμπέρασμα ότι οι μισοί 35ρηδες χαρτζιλικώνονται ακόμη από τους γονείς τους. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εσωτερικός “ακρωτηριασμός” από το να βλέπεις τα όνειρα που έχτιζες να γκρεμίζονται κρατώντας σε δέσμιο του παρελθόντος.
Άραγε οφείλουμε να επιβραβεύσουμε την ελληνική οικογένεια που συνεχίζει να λειτουργεί υποστηρικτικά αποτρέποντας την περιθωριοποίηση ή να την “κατηγορήσουμε” για το ότι δίνοντας οικονομική στήριξη υποθάλπει την ανεξαρτητοποίηση και την αυτονομία των παιδιών της. Αν δεν βρισκόμασταν σε περίοδο τόσο ισοπεδωτικής έκρηξης της ανεργίας, ίσως ο δεύτερος συλλογικός να προσέφερε μια πιο ρεαλιστική αποτύπωση της δυναμικής.
Την ημέρα αυτών των διαπιστώσεων διάλεξε, ο Αλέξης Τσίπρας, για να επισκεφθεί το υπ. Εργασίας και να προχωρήσει σε στομφώδεις, αλλά κενές περιεχομένου, τυπικές πολιτικάντικες δηλώσεις για μείωση της ανεργίας. Θα ήμασταν άδικοι στην κριτική μας αν ο πρωθυπουργός ανακοίνωνε στοιχεία που αποδεικνύουν την ουσιαστική αναστροφή της πορείας της ανεργίας. Στοιχεία που να συμβαδίζουν με την οικονομική βιβλιογραφία κι όχι πολιτικά εφευρήματα, αφού αποτελεί παγκόσμιο οικονομικό θαύμα να μειώνεται η ανεργία κατά 3,5% μονάδες την τελευταία διετία όταν η ανάπτυξη είναι μηδενική, όταν δεν κινείται σε υφεσιακό έδαφος.
Τι εξηγεί αυτό το κυβερνητικό θαύμα; Όλοι οι οικονομολόγοι γνωρίζουν ότι κάθε 1% αύξησης του ΑΕΠ οδηγεί σε 0,7%-0,8% μείωση της ανεργίας ανάλογα με το είδος των επενδύσεων κι αν πρόκειται για έντασης κεφαλαίου ή εργασίας. Τι λοιπόν μείωσε το τελικό νούμερο αφού η τάση της πραγματικής οικονομίας δεν είχε καμιά ουσιαστική επίδραση;
Αυξήθηκαν οι προσλήψεις συμβασιούχων, γι’ αυτό άλλωστε και “τσίμπησε” λίγο το συνολικό νούμερο των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Μην ξεχνάμε ότι οι δανειστές αναγνωρίζοντας αυτή την στρεβλότητα απαίτησαν στα επιπρόσθετα μέτρα για το 2018 την μείωση του αριθμού των συμβασιούχων!
Όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία αυξήθηκε σχεδόν κατά 10% η ημιαπασχόληση σε σχέση με την πλήρη εργασία. Για τον τελικό υπολογισμό της ανεργίας ακόμη κι αν όλοι οι εργαζόμενοι ήταν μερικής απασχόλησης ο δείκτης της ανεργίας που θα ανακοινωνόταν θα ήταν ο ίδιος!
Τα προγράμματα μαθητείας του ΟΑΕΔ, οι επιδοτούμενες από το ΕΣΠΑ θέσεις είχαν μια ελάχιστη διάρκεια 8 μηνών. Παρά το γεγονός ότι αρκετά προγράμματα διατηρούν αυτοί την διάρκεια, υπήρξαν και κάποια πχ κοινωφελούς εργασίας ή μακροχρόνιων ανέργων με πιο περιορισμένη διάρκεια αυξάνοντας των αριθμό όσων διαγράφονταν από το ταμείο ανεργίας. Μόλις πριν τρεις μήνες άλλαξε η ρύθμιση ώστε όσοι έχουν λιγότερα από 70 μεροκάματα να μην χάνουν αυτομάτως την ιδιότητα του ανέργου.
Η κατάσταση λοιπόν είναι πολύ σοβαρή, η κοινωνική γάγγραινα που λέγεται ανεργία συνεχίζει να πληγώνει την ελληνική οικογένεια κι ένας σοβαρός πρωθυπουργός θα επικεντρώνονταν στο πως θα δημιουργηθούν όλες οι απαιτούμενες συνθήκες πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας ώστε να προσελκυστούν κεφάλαια ικανά να δημιουργήσουν μόνιμες θέσεις εργασίας. Προς το παρόν ας βολευτούμε με τα ευχολόγια του Τσίπρα…
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Ήταν Τρίτη και… 14. Μια καλοκαιρινή μέρα όπως όλες οι άλλες. Προετοιμασία για τις διακοπές, πειράγματα για τις μεταγραφές των ομάδων, αναμονή για την επόμενη σχολική ή ακαδημαϊκή χρονιά. Η ραστώνη του θέρους να περιορίζει τους ρυθμούς και τις εντάσεις σε κάθε επίπεδο.
Μέσα σε αυτό το κλίμα σχετικής χαλαρότητας, σκάει, εκείνο το μεσημέρι, σαν βόμβα η είδηση. Μια ρουκέτα εκτοξεύεται προς το θωρακισμένο αυτοκίνητο του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Παλαιοκρασσά. Το όχημα ανατινάσσεται και εκεί στο σημείο από το οποίο περνάγαμε σχεδόν κάθε μέρα (Καραγιώργη Σερβίας και Βουλής) κείτεται νεκρός ένας 20χρονος νεαρός ο Θάνος Αξαρλιάν που “έτυχε” να περνά από το μέρος.
Θα μπορούσε να είμαστε εμείς, ένας δικός μας άνθρωπος. Βουβός θρήνος, παγωμάρα, οργή. Τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές αναλύσεις για το “τυφλό” χτύπημα. Για την “17 Νοέμβρη” που πέρασε σε απρογραμμάτιστα χτυπήματα που οδηγούν στον θάνατο αθώων. Η πλειοψηφία του κόσμου να συναινεί σε αυτή την λογική που έδινε για μια ακόμη φορά ιδεολογικό άλλοθι σε αυτό που υποτίθεται ότι καταδίκαζαν.
Είχαν περάσει σχεδόν 17 χρόνια από το πρώτο θανατηφόρο χτύπημα της οργάνωσης κατά του Ρίτσαρντ Γουέλς, “σταθμάρχη” της CIA στην Αθήνα. Είχαν προβεί σε πλήθος τρομοκρατιών ενεργειών με θύματα, αστυνομικούς, αμερικανούς στρατιωτικούς ακολούθους, επιχειρηματίες, εκδότες, εισαγγελείς.
Στην αρχή πολύ λίγοι καταδίκαζαν ευθαρσώς την δράση της οργάνωσης. Μεταδικτατορικά απωθημένα όπου οτιδήποτε δεν έφερε μια αριστερή ετικέτα κατηγοριοποιούνταν ως “φασιστικό”. Ποιος δεν θυμάται το “ΠΑΣΟΚ και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις” στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνονταν η ΝΔ. “Καλά έκαναν στα χουντικά σταγονίδια” έλεγαν οι θιασώτες της επαναστατικής αυτοδικίας. Ακόμη κι αντιδράσεις της άλλης πλευράς, παρ’ όλη την ένταση τους εμπεριείχαν μια δόση φοβικότητας, ενοχής, αναστολής.
Η κοινωνία συνταράχθηκε ουσιαστικά μόνο μετά τον χαμό του Αξαρλιάν. Χρειαζόταν η απώλεια ενός αθώου συμπολίτη μας για να κατανοήσει ότι οι δικαιολογίες δεν χωρούν όταν αναφέρεσαι στην τρομοκρατία. Τα αντιδικτατορικά ή τα αντι-ιμπεριαλιστικά συναισθήματα, η απέχθεια για την… πλουτοκρατία και τον… αστικό Τύπο, είναι επιτρεπτά. Κανείς δεν περιορίζει την σκέψη και τα θέλω των ανθρώπων. Ευτυχώς η μεταπολιτευτική δημοκρατία όπως παγιώθηκε από την στιβαρή προσωπικότητα και το κύρος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, έδινε χώρο έκφρασης σε κάθε άποψη, σε κάθε ιδεολογία.
Αθώα και ένοχα θύματα δεν υπάρχουν σε αυτές τις περιπτώσεις. Μόνο θύματα. Η όποια ενοχή, ποινική ή άλλου τύπου, αποδίδεται από τα συντεταγμένα κρατικά όργανα κι όχι από αυτόκλητους “υπερασπιστές” και τιμωρούς. Ο Θάνος αποδείχτηκε ένα σύμβολο αφύπνισης, συνειδητοποίησης και εγρήγορσης. Το αίμα του πότισε τις ψυχές πολλών από αυτούς που χαμογελούσαν πονηρά τα προηγούμενα χρόνια στην ανακοίνωση κάθε νέου χτυπήματος.
Όχι ότι δεν υπήρξαν πολλοί που συνέχισαν να βλέπουν με συμπάθεια το τρομοκρατικό τρενάκι του τρόμου, να τους υπερασπίζονται όχι απλά νομικά αλλά αναζητώντας ιδεολογικό και κοινωνικό υπόβαθρο στο “έργο” της, χωρίς να σταματήσουν ακόμη και μετά την σύλληψη των μελών της 17 Νοέμβρη. Είναι οι ίδιοι που σήμερα παριστάνουν τους τιμητές του λαϊκού θυμικού, το καθοδηγούν σε εκτονωτικές θέσεις χωρίς εναλλακτικό σχέδιο, το εγκλωβίζουν σε κυκλοθυμικές πολιτικές επιλογές. Ένα τρενάκι δίχως προορισμό και σταματημό…
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Δεν είναι να εναποθέτεις τις ελπίδες σου για θετική εξέλιξη στο Κυπριακό σε οποιαδήποτε διεθνή διάσκεψη, όταν γνωρίζεις ότι έχεις να αντιμετωπίσεις την μόνιμη διάθεση της Τουρκίας να τορπιλίσει κάθε προσπάθεια την ύστατη στιγμή. Δεν πρόκειται για μια τυχαία, σπασμωδική κίνηση, ούτε για αναγκαστική αντίδραση σε υπερβολικές απαιτήσεις ή προκλήσεις της άλλης πλευράς. Αποτελεί διαχρονικό στρατηγικό σχεδιασμό της πολιτικής της το να αφήνει να αναπτύσσονται πλήρως όλα τα επιχειρήματα και εκεί που φαίνεται ότι συναινεί σε έναν κοινό παρανομαστή να προβαίνει σε μια ανατρεπτική δήλωση ενοχοποίησης Κύπρου και Ελλάδας.
Κάτι τέτοιο συνέβη και τώρα. Παρά τις διαρροές για αμοιβαία συνεννόηση σε μια σειρά προτάσεων σχετικά με την παρουσία στρατευμάτων στο νησί και τον τρόπο αποχώρησης τους, όταν αυτή η προφορική συμπόρευση χρειάστηκε να αποτυπωθεί σε ένα επίσημο κοινό έγγραφο, άρχισαν οι αιχμές προς τόσο την Ελληνική όσο και την Κυπριακή πλευρά με στόχο την διάσπαση του εθνικού μετώπου.
Φταίει ο “υπερβολικός” Κοτζιάς. Ευθύνεται ο Αναστασιάδης που δεν αποδέχτηκε την παραμονή 1000 Τούρκων στρατιωτών. Τίποτε από αυτά δεν πιστοποιείται από τις επίσημες πηγές αλλά η Τουρκία κατόρθωσε για μια ακόμη φορά να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού και να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα.
Αναμενόμενο αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτές τις ημέρες ξεκινούν οι γεωτρήσεις στο περιβόητο οικόπεδο 11 της κυπριακής ΑΟΖ και μάλιστα από μια Γαλλική εταιρεία που έχει αναλάβει το αντίστοιχο έργο και σε σχετικό ελληνικό οικόπεδο. Θα έμοιαζε κάπως παράταιρο για τα δεδομένα της τουρκικής διπλωματίας, να αφήσει μια τέτοια σημαντική εξέλιξη να προχωρήσει για την δημιουργία του ανάλογου κλίματος τρομοκρατίας και εκφοβισμού όλων των εμπλεκομένων.
Προετοιμάζεται θερμό επεισόδιο; Θα μπορούσε να είναι μια έσχατη λύση, ένα τελευταίο μέσο πίεσης αν όχι για την ανατροπή του statu quo, για την επαναδιαπραγμάτευση του τρόπου συνδιαχείρισης των υδρογονανθράκων με δόλωμα κάποια “παραχώρηση” στο φλέγον ζήτημα των εγγυήσεων. Οι απειλές του Ερντογάν προς τις εταιρείες είναι προσχηματικές. Γνωρίζει καλά ότι σε έναν τέτοιο πόλεμο δεν θα έχει και μεγάλα οφέλη, σε μια περίοδο μάλιστα που η τουρκική οικονομία περνά μια νομισματική αλλά και παραγωγική αστάθεια.
Σε αυτή τη φάση, η ψυχραιμία και η υπομονή από ελλαδικής πλευράς είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Αν εμπλακούμε σε ένα γαϊτανάκι ανέξοδων αντεγκλήσεων θα δοθεί στην γείτονα χώρα το περιθώριο να αναμασά τυποποιημένα επικοινωνιακά επιχειρήματα. Σθεναρή στάση, στέρεες συμμαχίες, Ευρωπαϊκή υποστήριξη και υπομονή αρκούν για να αναδείξουν την αδιαλλαξία της τουρκικής πολιτικής και να ενισχύσουν τις πιο συνετές τουρκοκυπριακές πλευρές που δεν συναινούν σε μια λογική απομονωτισμού τους και παράνομης ολοκληρωτικής πρόσδεσης τους στο τουρκικό άρμα.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Έχει καταντήσει γραφικό να αναφερόμαστε συνεχώς στο τέλος τη Μεταπολίτευσης. Η κρίση έφερε τεκτονικές πολιτικές αλλαγές και τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές ανατροπές. Πέρα από την ΝΔ που συγκράτησε έναν πυρήνα γύρω στο 30%, λόγω της αστικών αξιών που συνεχίζει να εκφράζει, και το ΚΚΕ που διατήρησε σταθερές τις δυνάμεις του, το υπόλοιπο πολιτικό σκηνικό κατέρρευσε κυριολεκτικά σαν πύργος από τραπουλόχαρτα.
Το έχω γράψει πολλές φορές ότι το ΠΑΣΟΚ επιτέλεσε έναν καίριο ιστορικό ρόλο. Κατόρθωσε να συμβιβάσει την αρχική τροτσκιστική επαναστατικότητα με μια εθνοκεντρική σοσιαλιστική οπτική που ικανοποιούσε ευρύτατα λαϊκά στρώματα τα οποία έκανε κοινωνούς της νομής της εξουσίας προωθώντας και μια κοινωνική ατζέντα που εξέφραζε ανάγκες της εποχής.
Στην πορεία κι ενώ είχε την τύχη να διαχειριστεί τα πρώτα ευρωπαϊκά και την άνεση δανεισμού της χώρας έχτισε μια τεράστια συμπαγή, εκλογική πελατεία η οποία παρέμενε πιστή παρά τις σοσιαλδημοκρατικές έως και φιλελεύθερες μεταλλάξεις. Όταν, σχεδόν ταυτόχρονα, εξαφανίστηκαν οι φηφοθηρικές “ευκολίες” αλλά και τα αριστερά άλλοθι, ελέω προσφυγής στο ΔΝΤ και σκληρότατων προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής τα οποία μάλιστα αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά, επήλθε η εκλογική συρρίκνωση.
Μετά το 2012 το μόνο όραμα που συντηρούσε την ύπαρξη του ήταν η ανασύσταση της Κεντροαριστεράς που όμως συγκρούονταν διαρκώς με τους επιμέρους ηγεμονικούς εγωισμούς. Η μοναδική πραγματική ευκαιρία χάθηκε μετά τις εκλογές του 2012 όταν ο χώρος κινούνταν συνολικά στο 20% και μια άμεση σύμπραξη των συναφών χώρων, συνδυασμένη με ριζικές αλλαγές δομών και προσώπων, θα μπορούσε να αναδείξει έναν νέο, εύρωστο δυναμικό σχήμα ικανό να διεκδικήσει κυρίαρχο ρόλο πριν ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιαστεί ως η μόνη εναλλακτική λύση με ενισχυμένο λαϊκιστικό οπλοστάσιο που κάλυπτε τις θυμικές απαιτήσεις των καιρών.
Και τώρα τι; Αριστερή στροφή για να επανέλθει στην κοίτη ένα μέρος των εξαπατημένων από τον ΣΥΡΙΖΑ ψηφοφόρων; Κεντρώος ορθολογισμός, ευρωπαϊκού σοσιαλφιλελευθερισμού τύπου Μακρόν; Και πως συνδυάζονται αυτές οι δυο αντίρροπες τάσεις; Στρατηγικά η κατάργηση των παλιών συμβόλων αποτελεί μια καλή αρχή αλλά τέτοιες επιλογές οφείλουν να περνούν μέσα από εξονυχιστικές έρευνες ώστε να αντικατοπτρίζουν το λαϊκό αίσθημα και να δίνουν ολοκληρωμένη εικόνα της συμβολικής στόχευσης. Δυστυχώς στην πράξη αποδείχτηκε μια αγχωτική αναπαραγωγή συριζαίικων προτύπων.
Η νέα παράταξη που πάει να σχηματιστεί δεν μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από ένα ευκαιριακό κρύψιμο του “ήλιου” του ΠΑΣΟΚ, ούτε μέσα από την αναζήτηση λύσης στην αναπαραγωγή των στερεότυπων του ’80 ή του ’90. Ο σύγχρονος κεντροααριστερός πόλος πρέπει να δομήσει την ύπαρξη του πάνω στην δυνατότητα εξεύρεσης πειστικών απαντήσεων πάνω στα οικονομικά, κοινωνικά και εθνικά ζητήματα της χώρας. Να βρει, αν είναι δυνατόν, την χρυσή τομή που θα συνδυάζει τον σεβασμό στους κανόνες της αγοράς αλλά και την κοινωνική ευαισθησία χωρίς δανεικά. Που θα αποδεικνύει την απαγκίστρωση του από πρόσωπα και πρακτικές του παρελθόντος και θα πείθει ότι ο εξτρεμισμός και ο μαξιμαλισμός δεν ποτέ είναι ο ασφαλέστερος δρόμος.
Μόνο αυτό το σταυρόλεξο δεν βρίσκει λύση εδώ και χρόνια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πόσο πιθανό είναι η αρχή να γίνει από την Ελλάδα;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Πολλά γεγονότα προέκυψαν εσχάτως σχετικά με τα εθνικά μας θέματα. Συμπυκνωμένες εξελίξεις μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα και σε πολλά επίπεδα. Φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους αλλά επειδή το τυχαίο δεν χαρακτηρίζει τις γεωστρατηγικές κινήσεις, ποιος μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο όλα αυτά να αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου με το Σκοπιανό και το Κυπριακό να έρχονται ξανά στο προσκήνιο με μια άτυπη λύση – πακέτο;
Αυτές τις μέρες λαμβάνει χώρα τόσο η μια νέα διάσκεψη για το Κυπριακό όσο και η επικείμενη επίσκεψη του ειδικού εκπροσώπου του Γ.Γ. του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς στα Σκόπια. Επίσης δεν έχει περάσει παρά λίγος χρόνος από την “προσγείωση” του Τούρκου πρωθυπουργού στην Ελλάδα με τις γνωστές προκλητικές απαιτήσεις και τις παρεμβάσεις στην Θράκη, ενόσω στην χώρα του διαμορφώνονταν ένα ακόμη πιο προκλητικό πλαίσιο με την ανάγνωση του Κορανίου στην Αγιά Σοφιά.
Από την μια λοιπόν, οι προχωρημένες συνομιλίες γύρω από το Κυπριακό με το ζήτημα των εγγυήσεων να αποτελεί κομβικό σημείο αντιπαράθεσης. Δεν είναι μόνο ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά, – υπό την πίεση των βλέψεων της Τουρκίας για συνδιαχείριση των ενεργειακών πόρων της χώρας – , εμμένει στην διατήρηση 10 χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών στο νησί. Είναι κυρίως ότι δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα αποχώρησης με την όλη διατύπωση να υπόκειται σε ερμηνείες και την επίδραση μιας πιθανής προβοκάτσιας από αυτές που μας έχει συνηθίσει η Τουρκία.
Από την άλλη, η διάθεση συμβιβασμού από πλευράς της νέας κυβέρνησης των Σκοπίων, η θετική αρχική αντίδραση από ελληνικής πλευράς και η στοχευμένη διαρροή για πιθανά αποδεκτά ονόματα όπως το “Άνω Μακεδονία” δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει υπάρξει προεργασία ώστε με πρόσχημα την αποδοχή ενός δήθεν γεωγραφικού προσδιορισμού (που όμως περικλείει όλη την ουσία του σκοπιανού αλυτρωτισμού για το σύνολο της “Μακεδονίας”) να παραχωρηθεί στους γείτονες μας η πρόσβαση στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα θυσία στα γεωπολιτικά σχέδια ελέγχου των Βαλκανίων.
Κι ο πιο καλόπιστος αναλυτής, ο πιο προσηνής θεατής κατανοεί ότι τέτοια σύμπτωση κοινών εξελίξεων σε όλα τα κορυφαία εθνικά μας θέματα πρέπει να υποκρύπτει την οργανωμένη πρόθεση διεθνών κύκλων να κλείσουν μερικές ανοιχτές πληγές στην ευρύτερη περιοχή μας και είναι δεδομένο ότι θεωρούν πιο πρόσφορη αυτή την εποχή που η χώρα μας βρίσκεται σε δυσχερή οικονομική και διπλωματική θέση.
Η κατάληξη αυτών των προσπαθειών θα καταδείξει τα όρια αντοχής της ελληνικής πλευράς και την ένταση της επιθυμίας να μην προωθηθούν ετεροβαρείς λύσεις επειδή μπορεί να “ισοσταθμιστούν” με άλλου είδους πχ επενδυτικές παρεμβάσεις. Ελπίζουμε να είναι δεδομένο στο μυαλό της κυβερνητικής εξουσίας ότι η μονιμότητα των διπλωματικών υποχωρήσεων γιγαντώνει τις συνέπειας μιας επιλογής που ίσως πρόσκαιρα να φαντάζει ανεκτή.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Πέρασαν δυο χρόνια από την ανακοίνωση της μεγαλύτερης συλλογικής αυταπάτης των Ελλήνων. Εκείνο το βράδυ η προσφυγή σε δημοψήφισμα που αποφάσισε ο Τσίπρας άνοιξε την πόρτα για τους κεφαλαιακούς ελέγχους, την επάνοδο στην ύφεση και την ντροπιαστική 17ωρη διαπραγμάτευση που έφερε 9 δισ. νέων, αχρείαστων μέτρων με δυσβάσταχτες φορολογικές επιβαρύνσεις και εισοδηματικές περικοπές.
Εκμεταλλευόμενος το κλίμα αριστερής αυτοσυντήρησης μεγάλου μέρους των πολιτών, που θεωρούσε μεν πως τους κορόιδεψε ο Τσίπρας αλλά δεν αρκούν 8 μήνες τιμωρίας για τους… προηγούμενους, κέρδισε τις δεύτερες εθνικές εκλογές μέσα στο 2015. Έκτοτε στηριζόμενος ακριβώς σε αυτό το κλίμα τιμωρίας των… γερμανοτσολιάδων επιδόθηκε μαζί με τον “συνεταίρο” του τον Καμμένο, που συχνά αναλάμβανε τον άχαρο ρόλο του υβριστή, σε μια επικοινωνιακή καταιγίδα μομφών κατά συνεργατών, αλλά και του ίδιου, του Αντώνη Σαμαρά.
Μια τέτοια περίπτωση, η πιο χαρακτηριστική, ήταν αυτή του Παπασταύρου. Για οτιδήποτε συνέβαινε στο τόπο, για κάθε κυβερνητικό λάθος, για κάθε νέα διαπραγματευτική υποχώρηση η μόνιμη επωδός ήταν ο “Παπασταύρου”. Το τοτέμ της διαφθοράς και της διαπλοκής που βρίσκονταν (:) μέσα σε όλες τις υπό διερεύνηση λίστες φοροφυγάδων, πίσω από… κάθε ύποπτη οικονομική συναλλαγή.
Μια διαρκής επίθεση ηθικής βλάβης του Αντώνη Σαμαρά. Πολιτικά στερούνταν επιχειρημάτων. Πως να πείσεις την κοινωνία ότι είναι καλύτερα με πάνω από 9 δισ μέτρα αντί το πολύ 1,8 δισ, νέα ύφεση, άνοδο της ανεργίας και χωρίς πλήρη πρόσβαση στα χρήματα σου κι όχι με ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και λειτουργικού τραπεζικού συστήματος;
Γι’ αυτό χρειάζονταν επιλεκτικές επιθέσεις στην προηγούμενη κυβέρνηση και προσωπικά στον πρώην Πρωθυπουργό με όπλο το υποτιθέμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Ένα προ πολλού ξεφτισμένο παιχνιδάκι που στα χέρια αυτής της κυβέρνησης μετατράπηκε σε εργαλείο καθοδήγησης της κοινωνίας και σπίλωσης προσωπικοτήτων.
Πάντα με την αγαστή συμπαράσταση μιας σειράς ΜΜΕ που δεν έχαναν ευκαιρία να συνεισφέρουν στην διασπορά ψευδών ειδήσεων χωρίς τον απαραίτητο έλεγχο της πληροφορίας. Είναι οι ίδιοι που τώρα αισθάνονται υποκριτικά, κι αφού έκαναν ότι μπορούσαν για να πείσουν την κοινωνία για το δίκαιο που εκπροσωπούσαν, την ανάγκη να δηλώσουν ότι έσφαλαν, ότι τα δημοσιεύματα τους στηρίχτηκαν σε λαθεμένα στοιχεία.
Κανένα λάθος δεν υπήρξε. Ένα συντονισμένο σχέδιο ήταν στο οποίο ο καθένας είχε τον ρόλο του και το οποίο μπορεί να επανέλθει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με τον έναν ή τον άλλο στόχο.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Κάθε τόσο όλο και πέφτουμε πάνω σε κάποια πορεία συμβασιούχων. Πότε ενός υπουργείου, μετά μιας κρατικής υπηρεσίας, αργότερα των Δήμων όπως αυτές τις μέρες. Οι συμβάσεις στην χώρα μας μετατράπηκαν σε μια “γάγγραινα” διοικητικής δυσλειτουργίας και μικροπολιτικής ψηφοθηρίας. Ειδικά στους ΟΤΑ οι προσλήψεις εργαζομένων για την καθαριότητα χρησιμοποιούνταν ως ένας ενδιάμεσος σταθμός για την μετατροπή ορισμένων σε διοικητικό προσωπικό αφήνοντας ξανά γυμνό τον τομέα της αποκομιδής των απορριμάτων.
Ένα εργαλείο αξιοποιήσιμο για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών και ειδικών έργων χρησιμοποιήθηκε με τον πιο άθλιο τρόπο για να εξυπηρετήσει το αλισβερίσι του πολιτικού συστήματος (κομματικό και αυτοδιοικητικό) με τους ψηφοφόρους του σε περιόδους που οι προσλήψεις μόνιμου προσωπικού ήταν δύσκολες και κυρίως προσέκρουαν πάνω στις διαδικασίες του ΑΣΕΠ.
Όσο κι αν στην πορεία έγιναν επιμέρους προσπάθειες βελτίωσης, – ώστε και οι προκηρύξεις να διαθέτουν μεγαλύτερη αξιοπιστία αλλά κυρίως να περιοριστεί το φαινόμενο μονιμοποιώντας όσους πληρούν τις προϋποθέσεις κάλυψης πάγιων αναγκών – , ακόμη και σήμερα διατηρούνται πολλά στοιχεία από τον αρχικό ανορθολογισμό.
Κι αυτή την φορά οι συμβασιούχοι των ΟΤΑ διεκδικούν την μονιμοποίηση τους. Τι κι αν οι συμβάσεις ονομάζονται έτσι επειδή ακριβώς έχουν συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και από πουθενά δεν προκύπτει κάποιου είδους δέσμευση για συνέχιση της εργασίας; Φυσικά οι διαρκείς ανανεώσεις (μια ιδιότυπη ομηρία) και η έλλειψη ολοκληρωμένου σχεδίου που να καθορίζει το πλαίσιο και τις συγκεκριμένες ανάγκες, ανακυκλώνουν το πρόβλημα προς όφελος όσων έχουν την εξουσία να καθορίζουν το μέλλον της ζωής τόσων ανθρώπων.
Υπάρχει λύση; Προφανώς και εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν. Κάποιοι δημιούργησαν ένα στάτους κβο που η άμεση ανατροπή του θα ανατρέψει των προγραμματισμό χιλιάδων οικογενειών. Η μια προσέγγιση με δικαιοσύνη, κατανόηση αλλά και ανατροπή της διελκυστίνδας παρατυπιών και ατέρμονης επανάληψης της ίδιας κατάστασης, είναι αυτή που έρχεται να καθορίσει οριστικά και αμετάκλητα τις πραγματικές ανάγκες προσωπικού των συγκεκριμένων οργανισμών.
Το επόμενο βήμα είναι η προκήρυξη νέων, αξιόπιστων διαγωνισμών όπου η προϋπηρεσία των υπαρχόντων υπαλλήλων θα καταμετρείται ενισχυτικά αλλά δεν θα αποκλείει την κάλυψη μιας θέσης από καινούριο υποψήφιο με περισσότερα προσόντα ή παραπλήσια προϋπηρεσία. Το πιθανότερο είναι οι πραγματικές θέσεις εργασίας να είναι λιγότερες από τις υπάρχουσες κι ένα σημαντικό μέρος των σημερινών εργαζομένων να μείνει εκτός νυφμώνος αλλά τουλάχιστον οι υπόλοιποι θα έχουν κερδίσει με το σπαθί τους μια θέση μόνιμης δουλειάς.
Η άλλη λύση αφορά την εκτενέστατη χρήση εργολαβιών για μια σειρά από υπηρεσίες των Δήμων, χωρίς να αποκλείονται από τους σχετικούς διαγωνισμούς (τουναντίον να πριμοδοτούνται με επιπρόσθετα μόρια) οι κοινωνικές συνεταιριστικές εταιρείες που μπορούν να συστήσουν οι ίδιοι οι εργαζόμενο.
Διαλέγουμε και παίρνουμε αλλά ο τρίτος δρόμος προς την διαιώνιση του ρουσφετιού και της ομηρίας πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσει… ΤΩΡΑ!
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Πέντε χρόνια από την ανάληψη της εξουσίας από τον Αντώνη Σαμαρά και την αρχή της προσπάθειας να αναστραφεί η έντονη υφεσιακή πορεία που ξεπερνούσε το 7% και η εκτίναξη της ανεργίας που έφτανε στο 28%. Κι όντως μόλις 2,5 χρόνια μετά ο ρυθμός ανάπτυξης έτρεχε σε ετήσια βάση με 0,8% και σε επίπεδο τριμήνου άγγιζε ήδη το 2% κι η ανεργία είχε σημαντική καθοδική τάση.
Πέντε χρόνια από την στιγμή που επιχειρήθηκε η αλλαγή στο μίγμα πολιτικής δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στις περικοπές δαπανών από ότι στις φορολογικές επιβαρύνσεις. Κι όντως 2,5 χρόνια μετά οι δημόσιες δαπάνες είχαν περιοριστεί σημαντικά ενώ μια σειρά φόρων όπως ο ΕΝΦΙΑ (σε σχέση και με τον ΕΕΤΗΔΕ που αντικατέστησε), ο ΦΠΑ στην εστίαση, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στα καύσιμα, η εισφορά αλληλεγγύης είχαν πάρει τον δρόμο της απομείωσης.
Πέντε χρόνια από τότε που η Τρόικα βρήκε απέναντι της μια κυβέρνηση που έπειθε με επιχειρήματα για τις εναλλακτικές προτάσεις της και αναπροσάρμοζε τους στόχους με βάση πιο ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές. Έτσι κατόρθωνε να πετυχαίνει αποτελέσματα καλύτερα από τα αναμενόμενα και ανακτά τη διεθνή αξιόπιστο της χώρας.
Πέντε χρόνια μακριά από ένα κυβερνητικό σχήμα που παρά τις δυσλειτουργίες μιας τρικομματικής σύμπραξης απέδωσε έργο με συνέπεια και μεθοδικότητα. Κατέστησε το χρέος βιώσιμο στον βαθμό που είχε πείσει για την δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας τα επόμενα χρόνια και δεσμεύτηκε σε πρωτογενή πλεονάσματα στηριζόμενα στο αυξημένο ΑΕΠ.
Πέντε χρόνια από την ώρα που η διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος είχε αποτρέψει την νέα έξαρση του, η ασφάλεια στις πόλεις έδειχνε να αποκαθίσταται κι οι εκπαιδευτικοί χώροι δεν θεωρούνταν φιλόξενοι τόποι ανομίας.
Όχι η Ελλάδα δεν μετατράπηκε σε επίγειο Παράδεισο μετά το 2012. Υπήρξαν και σκληρές, ακόμη και άδικες, αποφάσεις με κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Υπήρξαν κι επικοινωνιακές αστοχίες ή επιμέρους υπερβολές. Αλλά το απόσταγμα μιας προσπάθειας εξάγεται από την τελική γεύση που αφήνει.
Κι αυτή η γεύση διέθετε ικανοποιητικά στοιχεία ωρίμανσης και μεστότητας. Το έχει κατανοήσει πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων που αναγνωρίζουν στην κυβέρνηση Σαμαρά μεγαλύτερο βαθμό αποτελεσματικότητας από την τωρινή κυβέρνηση της αρχικής θυμκής εκτόνωσης, που μετατράπηκε σε δημιουργική ασάφεια, κατρακύλησε στα μονοπάτια της αυταπάτης για να βρεθεί στα… τέσσερα της αυτοταπείνωσης.
Πέντε χρόνια από την εποχή που ένας πρωθυπουργός έθετε ως οδηγό του το εθνικό χρέος. Τώρα συμβιβαζόμαστε με ένα δίδυμο εξουσίας που αναλώνεται σε επιλογές προσωπικής πολιτικής επιβίωσης με οδηγό μια γραβάτα με.. δέος!
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Το μπάσκετ πάντα ασκούσε μια ιδιαίτερη γοητεία πάνω μου. Σε μια εποχή που όλοι ονειρεύονταν να γίνουν Αναστόπουλοι, Σαραβάκοι και Μαύροι, υπήρχαμε κι εμείς που όταν ξεμπερδεύαμε με την ασπρόμαυρη ποδοσφαιρική μπάλα, βγάζαμε από την ντουλάπα την “σπυριάρα”, πορτοκαλί μπάλα του μπάσκετ.
Δεν γνωρίζαμε από ειδικά παπούτσια και λοιπή αμφίεση. Μας αρκούσε η δερμάτινη, σαγρέ αίσθηση που άφηνε στα χέρια μας αυτό το ιδιαίτερο τόπι, ο δωρικός ήχος των επαναλαμβανόμενων χτυπημάτων, τα σπρωξίματα σε κάθε μαρκάρισμα, η ανύψωση του σουτ, η ικανοποίηση του “άγγιχτου” καλαθιού.
Το μπάσκετ στις αρχές της δεκαετίας του ’80 παίζονταν σχεδόν αποκλειστικά σε μικρά γήπεδα με ξύλινες κερκίδες που σείονταν με κάθε πανηγυρισμό σαν να ήταν κατασκευασμένες για να γκρεμιστούν από την ανείπωτη χαρά. Το άθλημα ήταν εντελώς ερασιτεχνικό και οι απολαβές ανύπαρκτες. Το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας εγκαινιάσθηκε το 1985 κι η Αθήνα, που είχε παραδώσει εδώ και χρόνια τα πρωτεία του μπάσκετ στην Θεσσαλονίκη, άρχισε να ανακαλύπτει την μαγεία του αθλήματος. Διεθνείς επιτυχίες δεν υπήρχαν, αν εξαιρέσεις το Κύπελλο Κυπελλούχων από την ΑΕΚ το’69.
Ειδικά σε εθνικό επίπεδο ήμασταν μονίμως μεταξύ φθοράς κι αφθαρσίας. Όλοι περιμέναμε ότι στην έδρα μας το ΄87 θα είχαμε μια καλή εμφάνιση αλλά κανείς δεν ανέμενε μετάλλιο πόσο μάλλον κατάκτηση του τίτλου. Το υλικό ήταν εξαιρετικό.
Ο Γιαννάκης, μοναδικός κουμανταδόρος, αυτοθυσιαστικός αμυντικός και συνεπής σκόρερ. Ο Γκάλης, πυραυλοκίνητος, με χέρι που μαγνήτιζε το καλάθι και σώμα που αψηφούσε τον νόμο της βαρύτητας. Ο Χριστοδούλου με προσόντα περιφερειακού και δυνατότητες “ψηλού”, ο Φασούλας να στήνει τον ιστό του απέναντι στους αντιπάλους. Κι ο Καμπούρης που αντικατέστησε μετά το πρώτο ματς τον τραυματισμένο Φιλίππου κι έμελλε να μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που έγραψε τον ηρωικό επίλογο ενός έπους.
Μας γέμισε ελπίδες η νίκη επί των πανίσχυρων Γιουγκοσλάβων αλλά και η ήττα στα σημεία από το απόλυτο φαβορί τους Σοβιετικούς, στον πρώτο γύρο. Το χαστούκι από τους Ισπανούς μας έστειλε στην 4η θέση του ομίλου κι απέναντι στους Ιταλούς. Απογοήτευση. Δεν θέλαμε να πιστέψουμε ότι το όνειρο θα είχε τόσο σύντομο τέλος. Και δεν είχε…
Η αρμάδα του Ρίβα και του Μανίφικο κατασπαράχθηκε από την θέληση των Ελλήνων παικτών. Στον ημιτελικό με αντιπάλους και πάλι τους Γιουγκοσλάβους ήμουν μέσα στο γήπεδο. Τόσος κόσμος σε αγώνα μπάσκετ δεν είχε ξαναυπάρξει στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να γεμίσει ακόμη κι να ήταν διπλάσιο σε μέγεθος.
Άνθρωποι που οι περισσότεροι δεν είχαν σχέση με το άθλημα. Άνθρωποι που μέχρι χθες “πλακώνονταν” για τα πολιτικά και τα οπαδικά τους πιστεύω. Όλοι μαζί ενωμένοι σε ένα σώμα, μια ψυχή. Η ανάγκη ενός λαού να ανέβει λίγο ψηλότερα, να δηλώσει παρουσία αξιοσύνης σε όλη την Ευρώπη, όλον τον κόσμο, να πιαστεί από μια επιτυχία για να κρύψει τα ατομικά και συλλογικά ανομήματα.
Εκείνη την μέρα σιγουρεύτηκα για την κατάκτηση του τροπαίου. Δεν ήταν δυνατό αυτή η βαθιά πίστη στην επικράτηση, το πάθος, η ομαδικότητα, η προσήλωση στον στόχο, η αποφασιστικότητα, να μην ανταμειφθεί. “Η μεγαλύτερη νίκη μέχρι την επόμενη” μας είπε συνωμοτικά ο Νίκος Γκάλης κι όλοι πιάσαμε το υπονοούμενο. Δεν μας αρκούσε πλέον ένα μετάλλιο. Δεν θα έφευγαν από τον αγωνιστικό χώρο χωρίς το Ευρωπαϊκό Κύπελλο. Δεν θα έχαναν την μοναδική ευκαιρία να κάνουν ένα ολόκληρο έθνος περήφανο.
Εκείνο το ανυπόφορα ζεστό βράδυ της 14ης Ιουνίου του 1987 ο ίδρωτας που μας έλουζε από την αγωνία υπερνικούσε κάθε καιρική επίδραση πάνω μας. Καλάθι με καλάθι, επίθεση την επίθεση, φάση την φάση. Δυο στιγμιότυπα προμήνυαν αυτό που όλοι είχαμε πλέον πιστέψει. Ο Γκάλης να στριφογυρίζει και να στέκεται στον αέρα όντας μαρκαρισμένος από τους Σοβιετικούς γίγαντες κι ο Γιαννάκης να αντιμετωπίζει σαν λιοντάρι το χτύπημα στο κεφάλι από τον Τκατσένκο (έτσι είναι σωστά το όνομα του!).
Ο Ανδρίτσος μας κρατά με την ψυχραιμία του στις βολές στο παιχνίδι, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Ο Καμπούρης, ο τίμιος γίγαντας όπως μετέδιδε ο Φίλιππος Συρίγος, σηκώνει στις πλάτες του το βάρος των τελευταίων βολών. Ο Γιοβάισα πάει να μας κλέψει την νίκη. Η μπάλα στο σίδερο. Θρίαμβος, περηφάνια. Είμαστε πια πρωταθλητές. Η κορυφή ανήκει σε αυτούς που επιμένουν, που δεν φοβούνται, που ονειρεύονται το ανέφικτο, που σχεδιάζουν μεθοδικά.
Κάτι άλλαξε από εκείνη την βραδιά. Όχι στη χώρα, ούτε στον αθλητισμό γενικά (αν εξαιρέσεις ότι το μπάσκετ έγινε το εθνικό μας σπορ κι απέκτησε επαγγελματική υπόσταση). Κάτι άλλαξε στις ψυχές μας. Ανακαλέσαμε από την συλλογική μνήμη το αίσθημα του νικητή. Ο καθένας το χρησιμοποίησε με τον δικό του τρόπο. Άλλοτε πετυχημένα, άλλοτε αποτυχημένα. Αυτό το στίγμα όμως παραμένει βαθιά μέσα μας, ακόμη και σήμερα, και περιμένει την ευκαιρία να εκφραστεί ξανά σε οποιοδήποτε πεδίο δράσης, να μας ανεβάσει και πάλι στο ψηλότερο σκαλί…
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Αυτή την χρονιά έλειψε η ξεχωριστή παρουσία της Ζωής Κωνσταντοπούλου από το gay pride της Αθήνας. Την αντικατέστησε επάξια στην ψηφοθηρία ο Τσακαλώτος. Η Ζωή είχε σοβαρότερες ασχολίες. Να αποτρέψει την κατάθεση στεφάνου του Γερμανού πρέσβη στο Δίστομο. Τίμησε έτσι… δεόντως τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, τα οποία είναι σίγουρο ότι μόνο στην ανύπαρκτη κληρονομική ευθύνη δεν αποζητούν την δικαίωση! Συνεπής ο ακτιβισμός της και αναγκαίος για να διατηρεί επαφή με το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Συνεπής κι η ασέβεια της σε βασικούς αστικούς κανόνες αλλά έτσι κι αλλιώς δεν περιμένεις κάτι λιγότερο από την Ζωή!
Σεβασμό που δεν έδειξαν ούτε όσοι επέλεξαν να αλλοιώσουν την ελληνική σημαία για να ταυτίσουν τον προσωπικό τους αγώνα για ισονομία με τους εθνικούς αγώνες που εκπροσωπεί το εμβληματικό σύμβολο. Στα πλαίσια μιας αυτοπροσδιοριστικής ελευθεριότητας παραβλέπουμε ότι υπάρχουν συλλογικά όρια τα οποία οφείλουμε να προασπίζουμε αν επιθυμούμε να ζούμε σε μια κοινωνία ευθύνης και αξιοπρέπειας.
Όσο αποτρόπαιο είναι να ταυτίζει κάποιος την σημαία με τον… ιμπεριαλισμό ή τον καπιταλισμό και να θεωρεί “επαναστατική” δράση της καύση της αδιαφορώντας για τις συνεκτικές αξίες του Ελληνισμού που εκφράζει, άλλο τόσο κατακριτέα είναι η χρήση της κατά βούληση, ο ευτελισμός της με… εικαστικές παρεμβάσεις, η υποβάθμιση της σε ένα πανί που καθένας μπορεί να το χρησιμοποιεί κατά το δοκούν λες και δεν διαθέτει προκαθορισμένο ρόλο.
Μέσα στην φόρα του αισθητικού εξτρεμισμού ως εργαλείου πρόκλησης και προσέλκυσης της προσοχής, – μια θεμιτή τεχνική επικοινωνίας που χάνει την δραστικότητα της όταν το υποκείμενο καταντά καρικατούρα και γραφική φιγούρα που δεν ενισχύει αλλά περιθωριοποιεί το όποιο μήνυμα -, ακόμη και η σημαία αποκτά χαρακτηριστικά διακοσμητικής παντιέρας.
Η πίστη στην εθνική ταυτότητα, ο σεβασμός στην ιστορία της χώρας, η σύνεση ως ενισχυτικό μέσο κάθε διεκδίκησης, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις απαίτησης σοβαρής αντιμετώπισης οποιουδήποτε επιδιώκει να προωθήσει τα αιτήματα του. Όταν μια τέτοια προσπάθεια εκτροχιάζεται σε ένα ευτελές πανηγυράκι όπου η προσοχή όλων επικεντρώνεται στον άτυπο διαγωνισμό πρόκλησης και σε μαξιμαλιστικά αυτοπροσδιοριστικά αιτήματα, τότε το μόνο που κατορθώνουν οι διοργανωτές του είναι να ποδοπατήσουν τον σκοπό που υποτίθεται ότι υπηρετούν. Την ισονομία στα πλαίσια των κανόνων που διέπουν την κοινωνία και τον σεβασμό από τους συμπολίτες τους.
Η περηφάνια δεν κατοχυρώνεται με μια απλή δήλωση. Κερδίζεται με την συνεπή αξιοπρεπή στάση και την συνετή επικέντρωση στην ουσία των πραγμάτων.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Αν μια ανάλυση οφείλει να ξεκινά προβάλλοντας ένα θετικό μήνυμα, στην περίπτωση των Βρετανικών εκλογών αυτό είναι η σημαντική συμμετοχή των πολιτών και ιδιαίτερα της νέας γενιάς που σε σημαντικό βαθμό καθόρισε και το τελικό αποτέλεσμα. Πέρα όμως από αυτό το γεγονός, το αποτέλεσμα αποκαλύπτει τόσο την αλληλουχία των λαθών από πλευράς Συντηρητικών όσο και το πόσο ισχυρός παραμένει ο λαϊκισμός, με διαφορετικές κάθε φορά εκφάνσεις ώστε να καλύπτει τις εκάστοτε θυμικές κοινωνικές ανάγκες.
Ο “αρχιτέκτονας” της αστάθειας δεν είναι άλλος από τον Κάμερον που στηριζόμενος στην έπαρση της άνετης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας πίστεψε ότι είχε στο τσεπάκι την επικράτηση στο δημοψήφισμα και προχώρησε σε μια αχρείαστη διαδικασία που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Δεν είχε αξιολογήσει σωστά το εύρος της δυσαρέσκειας από τον τρόπο λειτουργίας της Ε.Ε. κι ότι είναι πιο εύκολο για τον πολίτη, ειδικά εν μέσω κρίσης, να ψάχνει τις ευθύνες αποκλειστικά σε τρίτους κι όχι στον εαυτό του. Δεν κατανόησε τις βαθιές ρίζες του εθνολαϊκισμού που δεν επιζητούσε απλώς βελτιώσεις στα χρόνια διοικητικά και άλλα προβλήματα της Ε.Ε. αλλά την απόσχιση περισσότερο για συναισθηματικούς παρά για απτούς οικονομικούς λόγους.
Η αντικαταστάτρια του, Τερέζα Μέι, έπραξε πάνω κάτω το ίδιο λάθος. Με εξίσου, αν όχι μεγαλύτερη έπαρση θεώρησε δεδομένο το εκλογικό αποτέλεσμα λόγω της τεράστιας διαφοράς (χρήσιμο δίδαγμα για όσους εντός Ελλάδας βιάζονται να προεξοφλήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα ώστε να αποφύγουν έγκαιρα τον εφησυχασμό) επιχείρησε την ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης έναντι της Ε.Ε. για το Brexit. Ακολούθησε μια στρατηγική σχεδόν προεκλογικής αδιαφορίας, περιμένοντας μια ευρεία νίκη για να βρεθεί τελικά προ εκπλήξεων. Τώρα ακόμη κι αν διασφαλίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η θέση της, εντός κι εκτός της χώρας, είναι ήδη εξαιρετικά αδύναμη. Σε κάθε στραβοπάτημα θα εγείρονται εσωκομματικές αντιδράσεις. Σε κάθε προσπάθεια άσκησης πίεσης προς την Ε.Ε. θα αντιμετωπίζεται ως ένας αδύναμος κρίκος έτοιμος να σπάσει.
Τόσο η άνοδος των Εργατικών, μάλιστα με αυτή την ακόμη πιο αριστερίστικη φυσιογνωμία και την παροχολογική ρητορική, όσο και η πιθανή αλλαγή ηγεσίας στους Συντηρητικούς με μεγάλες πιθανότητες να υπάρξει στροφή σε λαϊκίστικες επιλογές, θα έπρεπε να αποτελούν σημεία και εγχώριου προβληματισμού. Όταν παραβλέπουμε τα κοινωνικά ρεύματα και δεν προβάλουμε εγκαίρως εμπεριστατωμένες απαντήσεις η κατάληξη είναι η ανεξέλεγκτη άνοδος των πιο ακραίων εκφάνσεων αμφισβήτησης του συστήματος από όποια ιδεολογική κοίτη κι αν προέρχονται. Οι Εργατικοί κέρδισαν πόντους περισσότερο λόγω του φιλοευρωπαϊκού προφίλ (για μια πιο σοσιαλιστική και ανοιχτή σε παροχές Ε.Ε.) ή λόγω της κλασικής παροχολογίας;
Ας μην υποτιμούμε λοιπόν ούτε την δυναμική του κοινοβουλευτικού μηδενισμού που εκπροσωπεί η Χρυσή Αυγή, ούτε τις δυνατότητες επανασυσπείρωσης γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ σημαντικού μέρους, εξαγριωμένων κι απογοητευμένων από τις πολιτικές του, πολιτών. Η βαθιά ανάγκη για καθησυχαστικές δικαιολογίες δεν εξαλείφεται ταχύτατα. Πρόκειται για μια επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία που θα χρειαστούν γενιές ολόκληρες για να ολοκληρωθεί χωρίς βέβαια και οριστικά αποτελέσματα αφού ο “ιός” της ψηφοθηρίας μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών πιο γρήγορα από τον ρυθμό αντίδρασης της λογικής.