Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Ήταν Τρίτη και… 14. Μια καλοκαιρινή μέρα όπως όλες οι άλλες. Προετοιμασία για τις διακοπές, πειράγματα για τις μεταγραφές των ομάδων, αναμονή για την επόμενη σχολική ή ακαδημαϊκή χρονιά. Η ραστώνη του θέρους να περιορίζει τους ρυθμούς και τις εντάσεις σε κάθε επίπεδο.
Μέσα σε αυτό το κλίμα σχετικής χαλαρότητας, σκάει, εκείνο το μεσημέρι, σαν βόμβα η είδηση. Μια ρουκέτα εκτοξεύεται προς το θωρακισμένο αυτοκίνητο του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Παλαιοκρασσά. Το όχημα ανατινάσσεται και εκεί στο σημείο από το οποίο περνάγαμε σχεδόν κάθε μέρα (Καραγιώργη Σερβίας και Βουλής) κείτεται νεκρός ένας 20χρονος νεαρός ο Θάνος Αξαρλιάν που “έτυχε” να περνά από το μέρος.
Θα μπορούσε να είμαστε εμείς, ένας δικός μας άνθρωπος. Βουβός θρήνος, παγωμάρα, οργή. Τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές αναλύσεις για το “τυφλό” χτύπημα. Για την “17 Νοέμβρη” που πέρασε σε απρογραμμάτιστα χτυπήματα που οδηγούν στον θάνατο αθώων. Η πλειοψηφία του κόσμου να συναινεί σε αυτή την λογική που έδινε για μια ακόμη φορά ιδεολογικό άλλοθι σε αυτό που υποτίθεται ότι καταδίκαζαν.
Είχαν περάσει σχεδόν 17 χρόνια από το πρώτο θανατηφόρο χτύπημα της οργάνωσης κατά του Ρίτσαρντ Γουέλς, “σταθμάρχη” της CIA στην Αθήνα. Είχαν προβεί σε πλήθος τρομοκρατιών ενεργειών με θύματα, αστυνομικούς, αμερικανούς στρατιωτικούς ακολούθους, επιχειρηματίες, εκδότες, εισαγγελείς.
Στην αρχή πολύ λίγοι καταδίκαζαν ευθαρσώς την δράση της οργάνωσης. Μεταδικτατορικά απωθημένα όπου οτιδήποτε δεν έφερε μια αριστερή ετικέτα κατηγοριοποιούνταν ως “φασιστικό”. Ποιος δεν θυμάται το “ΠΑΣΟΚ και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις” στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνονταν η ΝΔ. “Καλά έκαναν στα χουντικά σταγονίδια” έλεγαν οι θιασώτες της επαναστατικής αυτοδικίας. Ακόμη κι αντιδράσεις της άλλης πλευράς, παρ’ όλη την ένταση τους εμπεριείχαν μια δόση φοβικότητας, ενοχής, αναστολής.
Η κοινωνία συνταράχθηκε ουσιαστικά μόνο μετά τον χαμό του Αξαρλιάν. Χρειαζόταν η απώλεια ενός αθώου συμπολίτη μας για να κατανοήσει ότι οι δικαιολογίες δεν χωρούν όταν αναφέρεσαι στην τρομοκρατία. Τα αντιδικτατορικά ή τα αντι-ιμπεριαλιστικά συναισθήματα, η απέχθεια για την… πλουτοκρατία και τον… αστικό Τύπο, είναι επιτρεπτά. Κανείς δεν περιορίζει την σκέψη και τα θέλω των ανθρώπων. Ευτυχώς η μεταπολιτευτική δημοκρατία όπως παγιώθηκε από την στιβαρή προσωπικότητα και το κύρος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, έδινε χώρο έκφρασης σε κάθε άποψη, σε κάθε ιδεολογία.
Αθώα και ένοχα θύματα δεν υπάρχουν σε αυτές τις περιπτώσεις. Μόνο θύματα. Η όποια ενοχή, ποινική ή άλλου τύπου, αποδίδεται από τα συντεταγμένα κρατικά όργανα κι όχι από αυτόκλητους “υπερασπιστές” και τιμωρούς. Ο Θάνος αποδείχτηκε ένα σύμβολο αφύπνισης, συνειδητοποίησης και εγρήγορσης. Το αίμα του πότισε τις ψυχές πολλών από αυτούς που χαμογελούσαν πονηρά τα προηγούμενα χρόνια στην ανακοίνωση κάθε νέου χτυπήματος.
Όχι ότι δεν υπήρξαν πολλοί που συνέχισαν να βλέπουν με συμπάθεια το τρομοκρατικό τρενάκι του τρόμου, να τους υπερασπίζονται όχι απλά νομικά αλλά αναζητώντας ιδεολογικό και κοινωνικό υπόβαθρο στο “έργο” της, χωρίς να σταματήσουν ακόμη και μετά την σύλληψη των μελών της 17 Νοέμβρη. Είναι οι ίδιοι που σήμερα παριστάνουν τους τιμητές του λαϊκού θυμικού, το καθοδηγούν σε εκτονωτικές θέσεις χωρίς εναλλακτικό σχέδιο, το εγκλωβίζουν σε κυκλοθυμικές πολιτικές επιλογές. Ένα τρενάκι δίχως προορισμό και σταματημό…
0 σχόλια