Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος
Κάθε φορά που προκύπτει ένα νέο τρομοκρατικό χτύπημα. εκτός από την θλίψη και την οργή μας, ανοίγει και η συζήτηση γύρω από τις ευθύνες για την δημιουργία και την συντήρηση του φαινομένου. Ποια είναι τα κίνητρα των “λαϊκών επαναστατών”; Ποιες κοινωνικές συνθήκες συντείνουν στην έξαρση των επιθέσεων; Ποιες πολιτικές επιλογές και ποιες συμπεριφορές λειτουργούν ως εκκολαπτήριο αντιδημοκρατικής νοοτροπίας και απύθμενου ταξικού μίσους.
Όσο ενδιαφέρουσα κι αν είναι αυτή η ανταλλαγή απόψεων μάλλον επισκιάζει τις γενεσιουργές αιτίες που δεν είναι ωφέλιμο να εξαντλούνται σε “βαθυστόχαστες” κοινωνικές αναλύσεις, μαρξιστικής αντίληψης αντιαστικές αντιλήψεις και επιχειρηματολογία εμποτισμένη από τα οργισμένα αντανακλαστικά πολιτών εθισμένων στην λογική της αντιδικίας. Σε μια ελεύθερη κοινωνία, που σου επιτρέπει ακόμη και την ανατροπή του ίδιου του συστήματος, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να δικαιολογείς την βία ως αποτέλεσμα των… καπιταλιστικών δομών του.
Ακόμη πιο υποκριτική και μονόπλευρη θεωρώ και την προσέγγιση που ψάχνει την ηθική αυτουργία της τρομοκρατικής πρακτικής σε δηλώσεις πολιτικών. Σε αυτό το αμάρτημα λιγότερο ή περισσότερο έχουν πέσει όλες οι πλευρές κατά καιρούς, αν και η ρητορική μίσους των τελευταίων ετών με τις πύρινες ατάκες για προδότες και κρεμάλες, ακόμη κι από θεσμικούς πολιτικούς παράγοντες, έδωσαν το κίνητρο και το άλλοθι σε πολλούς συμπολίτες μας να εκφράσουν με ακόμη πιο έντονο τρόπο την μηδενιστική αντίληψη τους.
Ήμουν από αυτούς που εξαρχής θεωρούσαν περιττό ένα τόσο σκληρό στη διατύπωση αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Κι αυτό όχι επειδή δεν χρειάζεται το κοινωνικό σύνολο προστασία από την ρητορική της εκδίκησης και του “αίματος” αλλά γιατί η πιο αποτελεσματική προστασία είναι η Παιδεία που αποκτάς και αποκλείει αυτόματα κάθε εμπλοκή σε τέτοιες επικίνδυνες και αναποτελεσματικές ατραπούς.
Επιπρόσθετα, όπως επισήμανα και τότε, οι ψυχολογικοί παράγοντες, οι εμμονές, τα απωθημένα κι οι προκαταλήψεις καθενός μας που συναινούν στην εκδήλωση της όποιας εξτρεμιστικής ενέργειας δομούνται μέσα από μια πολυετή διαδικασία αυτοπροσδιορισμού κι όχι από τα πρόσκαιρα ερεθίσματα που λειτουργούν απλά ως αφορμές εκδήλωσης βαθιά ριζωμένων αντιλήψεων.
Όση ευθύνη φέρουν οι “αγανακτισμένοι” πολιτικοί των πολλών υποσχέσεων και των βαριών κατηγοριών προς τους αντιπάλους τους, άλλη τόση αν όχι περισσότερη φέρουν κι οι πολίτες. Η αμοιβαιότητα των συναισθημάτων και των προθέσεων δεν προέκυψε δια της επιφοίτησης, ούτε θα είχε επίδραση ή ισχύ αν δεν συνοδεύονταν από ευρεία εκλογική αποδοχή.
Οι χαμαιλέοντες της πολιτικής αντιλήφθηκαν έγκαιρα το “ψωμί” που υπήρχε στην εκμετάλλευση του θυμικού όσων είδαν την καθημερινότητα τους να ανατρέπεται βίαια από τις οικονομικές εξελίξεις. Δεν έσπειραν όμως το μίσος στις ψυχές μας. Αυτό το μίσος σιγοκαίει δεκαετίες, είναι πλέον συνυφασμένο με την νοοτροπία μεγάλου μέρους της κοινωνίας κι αντικατοπτρίζει όλα τα συσσωρευμένα συμπλέγματα, την χρόνια συνωμοσιολογία και την διαρκή καταφυγή στον πειρασμό της αθωότητας και την αποφυγή των προσωπικών και των συλλογικών ευθυνών.
Κάπως έτσι, μεταπολιτευτικά η σιωπηρή πλειοψηφία δικαιολογούσε την δράση της “17ης Νοέμβρη” ως αναγκαία μεταδικτατορική εκκαθάριση. Κάπως έτσι λίγο αργότερα γίνονταν δεκτή με υφέρπουσα συναίνεση οι δολοφονικές επιθέσεις στην πλουτοκρατία και τα ΜΜΕ. Κάπως έτσι φτάσαμε και στο σήμερα να θεωρούμε πιθανή πηγή απαντήσεων στα χρόνια πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα μας, την ισοπέδωση χωρίς σχέδιο αναδόμησης, την στόχευση ατόμων αντί τον ανασχηματισμό των δομών που γεννούν παθογένειες.
Οι εχθροί της Δημοκρατίας έχουν όνομα και δυστυχώς είναι το δικό μας…+
0 σχόλια